to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

12:14 | 16.01.2015

πηγή: in.gr

Πολιτισμός

100 χρόνια από τη γέννηση του Βασίλη Τσιτσάνη

Ο σημαντικότερος λαϊκός μας συνθέτης Βασίλης Τσιτσάνης, γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1915 και έφυγε από τη ζωή ανήμερα των γενεθλίων του (18 Ιανουαρίου) το 1984, σε ηλικία 69 ετών.


O Βασίλης Τσιτσάνης υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες λαϊκούς συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του 20ου αιώνα με εκατοντάδες τραγούδια στο ενεργητικό του, μεγάλες λαϊκές επιτυχίες που ακούγονται μέχρι και σήμερα. 
 

 

Γεννήθηκε στα Τρίκαλα από γονείς Ηπειρώτες. Τσαρουχάς ο πατέρας του, είχε ένα μαντολίνο με το οποίο έπαιζε σχεδόν αποκλειστικά κλέφτικα τραγούδια της πατρίδας του. Αυτά ήταν τα πρώτα ακούσματα του μικρού Βασίλη μαζί με τις βυζαντινές ψαλμωδίες που άκουγε στην εκκλησία. Στα 11 χρόνια του χάνει τον πατέρα του και μόνον τότε πέφτει στα χέρια του το μαντολίνο - το οποίο στο μεταξύ έχει μετατραπεί από κάποιον ντόπιο οργανοποιό σε μπουζούκι. 

Στα γυμνασιακά του χρόνια στα Τρίκαλα μαθαίνει παράλληλα βιολί, συμμετέχοντας με αυτό σε τοπικές εκδηλώσεις. Το μπουζούκι όμως, αν και χωρίς κοινωνική καταξίωση στη μικρή τοπική κοινωνία, τραβάει περισσότερο το ενδιαφέρον του. Οι πρώτες του επιρροές είναι τα τραγούδια του Βαγγέλη Παπάζογλου και του Μάρκου Βαμβακάρη. Τα πρώτα του τραγούδια τα γράφει σε ηλικία 15 χρονών. Στα τέλη του 1936 φεύγει από τα Τρίκαλα για την Αθήνα, με σκοπό να σπουδάσει νομικά. 

Για να συμπληρώσει τα έσοδά του δουλεύει παράλληλα σε ταβέρνες. Σε μια από αυτές γνωρίζει τον τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο ο οποίος τον πηγαίνει σε μια δισκογραφική εταιρεία. Ηχογραφεί για πρώτη φορά το 1937, αλλά το κύριο μέρος των προπολεμικών δίσκων του πραγματοποιείται τα επόμενα χρόνια. 
 

 

Η «Αρχόντισσα» είναι το πιο γνωστό τραγούδι που ηχογραφεί τότε αλλά μαζί με αυτό βρίσκουν θέση στη δισκογραφία τραγούδια όπως τα «Να γιατί γυρνώ», «Γι ' αυτά τα μαύρα μάτια σου» και πολλά άλλα που ερμηνεύουν ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Κερομύτης αλλά και ο Μάρκος Βαμβακάρης. Με αυτά τα τραγούδια ο Τσιτσάνης εισήγαγε ένα νέο είδος Λαϊκού τραγουδιού το οποίο αποτείνεται στο πλατύτερο κοινό, σε αντίθεση με το ρεμπέτικο τραγούδι που ενδιαφέρει ένα περιορισμένο κύκλο ακροατών. Με αυτά απαντά στην λογοκρισία της Μεταξικής δικτατορίας η οποία απαγορεύει τόσο τα προϋπάρχοντα τραγούδια του ρεμπέτικου περιθωρίου όσο και τις εμφανείς ανατολίτικες μελωδίες. 

Τα χρόνια της κατοχής τα περνά στη Θεσσαλονίκη, όπου δουλεύει σε διάφορα μαγαζιά. Αυτά τα χρόνια γράφει πολλά από τα τραγούδια που ηχογραφεί μετά τον πόλεμο όταν άνοιξαν ξανά τα εργοστάσια δίσκων. «Αχάριστη», «Μπαξέ τσιφλίκι», «Τα πέριξ», «Νύχτες μαγικές», «Ζητιάνος της αγάπης», «Ντερμπεντέρισσα» και βέβαια τη «Συννεφιασμένη Κυριακή». 

Το 1942 παντρεύτηκε τη Ζωή Σαμαρά, από τα Γρεβενά, και απέκτησε μια κόρη, τη Βικτώρια και ένα γιο, τον Κώστα. 
 

 

Το 1946 εγκαθίσταται ξανά στην Αθήνα και αρχίζει πάλι να ηχογραφεί. Η δεκαετία 1945 - 1955 είναι ίσως η κορυφαία της καριέρας του καθώς γνωρίζει την πλατιά καταξίωση στη δισκογραφία και είναι η πιο μεστή δημιουργικά γι' αυτόν. Φέρνει στο προσκήνιο νέες φωνές που υπηρετούν τα τραγούδια του και δένονται μαζί του : τη Μαρίκα Νίνου, τη Σωτηρία Μπέλλου, τον Πρόδρομο Τσαουσάκη. «Είμαστε αλάνια», «Πήρα τη στράτα κι έρχομαι», «Χωρίσαμε ένα δειλινό», «Τρελός τσιγγάνος», «Πέφτουν της βροχής οι στάλες», «Όμορφη Θεσσαλονίκη», «Αντιλαλούνε τα βουνά», «Κάνε λιγάκι υπομονή», «Φάμπρικες», «Πέφτεις σε λάθη», «Καβουράκια», «Κάθε βράδυ λυπημένη», «Ξημερώνει και βραδιάζει», «Έλα όπως είσαι», είναι μερικά μόνο από τα τραγούδια του γι' αυτή την περίοδο. Κι ίσως θα έπρεπε να σημειώσουμε τόσο το μελωδικό πλούτο, όσο και τη δεξιοτεχνία στην απόδοση πολλών απ' αυτά τα τραγούδια. Χαρακτηριστικές οι εισαγωγές τους - που κάποτε είναι… τρείς : ταξίμι, προεισαγωγή, εισαγωγή - δείγματα ιδιαίτερης σπουδής και απίστευτης ευχέρειας στη μελωδική έκφραση. 

Τα επόμενα χρόνια ο Τσιτσάνης γνώρισε ευρύτατη αποδοχή, τα τραγούδια του μπήκαν σε κάθε σπίτι και η ιστορία έμελλε να γραφτεί με χρυσά γράμματα, καθώς ήταν αυτός που έβγαλε το λαϊκό τραγούδι από την απομόνωση και το περιθώριο και το ενέταξε στην κοινωνική πραγματικότητα της μεταπολεμικής Ελλάδας. 

Καθώς, μετά τα μέσα της δεκαετίας του '50, το σκηνικό στο λαϊκό τραγούδι πλατιάς αποδοχής αλλάζει και κυριαρχούν κάποιες αραβικές ή και ινδικές επιρροές, ο Τσιτσάνης προσπαθεί να εγκλιματιστεί χωρίς να εγκαταλείψει το προσωπικό του ύφος. Το ίδιο κάνει και σε επόμενες εποχές που η περιρρέουσα ατμόσφαιρα αλλάζει ξανά. 
 

 

Χωρίς ποτέ να αποδεχτεί κάποια από τις εποχιακές «μόδες», παρουσιάζει πάντα κάποια τραγούδια που μπορούν να προστεθούν στα κλασικά του, αν και ανήκουν σε νεότερα χρόνια κι έχουν επιρροές απ' τον κυρίαρχο ήχο αυτών. Τραγούδια του ερμηνεύουν ο Καζαντζίδης, ο Μπιθικώτσης, ο Γαβαλάς, ο Αγγελόπουλος, η Γκρέυ, η Πόλυ Πάνου, η Χαρούλα Λαμπράκη, ο Σταμάτης Κόκοτας κι από κάποιο σημείο και κάτω, κατ' εξοχήν ο ίδιος. Απ' αυτά ν' αναφέρουμε ενδεικτικά : «Ίσως αύριο» (1958), «Τα λιμάνια» (1962), «Τα ξένα χέρια» (1962), «Μείνε αγάπη μου κοντά μου» (1962), «Κορίτσι μου όλα για σένα» (1967), «Απόψε στις ακρογιαλιές» (1968), «Κάποιο αλάνι» (1968), «Της Γερακίνας γιός» (1975), «Δηλητήριο στη φλέβα» (1979). 

Το 1980 με πρωτοβουλία της UNESCO ηχογραφείται ένας διπλός δίσκος με τίτλο «Χάραμα» - έτσι λεγόταν το μαγαζί στο οποίο ο Τσιτσάνης εμφανιζόταν τα τελευταία 14 χρόνια της καριέρας του και της ζωής του. Σε αυτό το δίσκο παίζει μια σειρά από κλασικά του τραγούδια αλλά και πολλά αυτοσχεδιαστικά κομμάτια στο μπουζούκι. 

Ο δίσκος αυτός με την έκδοσή του στην Γαλλία (1985) παίρνει το βραβείο της Μουσικής Ακαδημίας «Charles Gross». Όμως στο μεταξύ ο κορυφαίος δημιουργός έχει φύγει για πάντα. Το 1984, ακριβώς την ημέρα των γενεθλίων του (18 Ιανουαρίου), πεθαίνει στο νοσοκομείο Brompton του Λονδίνου ύστερα από επιπλοκές μιας εγχείρησης στους πνεύμονες. Μέχρι και 24 μέρες πριν εμφανιζόταν κανονικά σε κέντρο και δούλευε καινούργια τραγούδια. 

H ιδιαίτερη πατρίδα του τα Τρίκαλα τιμώντας τον μεγάλο δημιουργό, ίδρυσε και λειτουργεί το Μουσείο Βασίλη Τσιτσάνη, στο οποίο μπορεί να βρει κανείς στοιχεία και ντοκουμέντα από τη ζωή και το έργο του μεγάλου λαϊκού μας συνθέτη. 

Με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση ενός από τους σημαντικότερους δημιουργούς της ελληνικής λαϊκής μουσικής και τραγουδιού του 20ού αιώνα, η οικογένεια του Βασίλη Τσιτσάνη ανέλαβε την πρωτοβουλία να διοργανώσει, ως κεντρικό εορταστικό γεγονός, δύο μεγάλες συναυλίες αφιερωμένες στο έργο του, την Τρίτη 20 και την Τετάρτη 21 Ιανουαρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Για το σκοπό αυτό καλεί τους εξαιρετικούς συντελεστές, Σταύρο Ξαρχάκο, Δήμητρα Γαλάνη και Ελευθερία Αρβανιτάκη, που διασφαλίζουν την απόδοση του έργου του κορυφαίου των λαϊκών με σεβασμό, ικανότητα και γνώση. 

Επιμέλεια: Τζωρτζίνα Ντούτση
Πληροφορίες: 
http://www.tsitsanis.gr/

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)