Tο σχέδιο Προγράμματος, που κατέθεσε για διαβούλευση το Τμήμα Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ, δημιούργησε ένα πρωτοφανές κύμα αντιδράσεων, αλλά και ορισμένα εύλογα ερωτήματα. Χρειάζεται να δώσουμε διευκρινίσεις για τη μέθοδο γραφής του και κυρίως για τους στόχους του, όπως και να κάνουμε μερικά σχόλια όσον αφορά τα επιχειρήματα μερίδας των επικριτών μας.
Σε κάθε περίπτωση, το πρόγραμμα αποτέλεσε το έναυσμα για μια δημόσια συζήτηση, για τα ζητήματα του πολιτισμού, που έχουμε κάθε λόγο να τη συνεχίσουμε.
Κατ' αρχάς, να σημειώσουμε ότι δεν είναι συνηθισμένο τα κόμματα στη χώρα μας να καταθέτουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο κρατικής πολιτικής για όλα τα πεδία της τέχνης και των γραμμάτων. Ως επί το πλείστον, τα κυβερνητικά προγράμματα για τον πολιτισμό είναι λίγες αράδες, συνήθως άσκηση ύφους και εγκώμιο του ελληνικού πολιτισμού. Εξαίρεση στην πρόσφατη ιστορία αποτέλεσε το πόνημα του υπουργείου Πολιτισμού, επί Παύλου Γερουλάνου, η «Λευκή βίβλος για τη δημόσια πολιτική, στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού». Το πόνημα αυτό θα μπορούσε να μετονομαστεί άνετα σε «Πολιτιστική πολιτική στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού»... Η σύνταξή του ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2011 και παραδόθηκε την άνοιξη του 2012, προκειμένου να γίνει νόμος του κράτους. Μετά τις εκλογές του 2012 το πρόγραμμα εγκαταλείφθηκε ως δημόσιο κείμενο, υλοποιείται όμως άρρητα ως τρέχουσα πολιτική από το ΥΠΠΟ.
Ο νεοφιλελευθερισμός και τα Μνημόνια στο πεδίο του πολιτισμού
Με δυο λόγια η μνημονιακή πολιτική στον πολιτισμό μεταφράζεται σε απόσυρση του κράτους από τη χάραξη στρατηγικής για τον πολιτισμό και εκχώρησή της σε ιδιωτικούς και αγοραίους φορείς, σε υποχρηματοδότηση των εποπτευόμενων φορέων του ΥΠΠΟ, σε αναστολή των επιχορηγήσεων που στήριζαν τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία και σε διάλυση των εργασιακών σχέσεων για τους εργαζόμενους -καλλιτέχνες, τεχνικούς, υπάλληλους- στη σφαίρα του πολιτισμού.
Να σημειώσουμε ότι δεσπόζουσα θέση στη χάραξη πολιτιστικής πολιτικής, τόσο στο σχέδιο Γερουλάνου όσο και στην τρέχουσα πολιτική της συγκυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου, παίζουν τα ιδιωτικά ιδρύματα. Προκειμένου να αντιληφθούμε το μέγεθος της επιρροής που ασκούν τα ιδρύματα στο πεδίο του πολιτισμού, χρειάζεται να σημειώσουμε ότι η Λευκή Βίβλος εκπονήθηκε με την αμέριστη συμβολή τεσσάρων (4) ιδιωτικών ιδρυμάτων, αλλά και να δώσουμε ένα παράδειγμα από τη ζώσα πολιτιστική πραγματικότητα:
Στην Αθήνα υπάρχουν 13 αίθουσες που διαθέτουν τις υποδομές για να φιλοξενήσουν ένα μεγάλο έργο, μια απαιτητική παράσταση, όλες των ιδιωτικών ιδρυμάτων. Να σημειώσουμε, επίσης, ότι τα Ιδρύματα είναι σχεδόν τα μόνα που διαθέτουν πόρους και δημόσιες σχέσεις για να προβάλουν και να προωθήσουν ένα πολιτιστικό γεγονός και διαθέτουν ισχυρές προσβάσεις στις πολιτιστικές σελίδες των μεγάλων εφημερίδων, όπως και σε περιοδικά και στο διαδίκτυο.
Με αυτό το δεδομένο μπορεί να γίνει κατανοητό γιατί προτείνουμε ότι το Μέγαρο Μουσικής πρέπει να περιέλθει σε καθεστώς δημόσιας ιδιοκτησίας και κοινωνικού ελέγχου και γιατί επιμένουμε να τηρηθεί η δέσμευση, ότι το υπό κατασκευή Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, που θα στεγάσει τη Λυρική Σκηνή και την Εθνική Βιβλιοθήκη, θα λειτουργήσει ως δημόσιος φορέας.
Επίσης θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι, αν και τα ιδιωτικά ιδρύματα διαθέτουν ίδιους πόρους, διά μέσου κληροδοτημάτων «εθνικών ευεργετών», διαχειρίζονται επίσης και δημόσιους πόρους, κυρίως ΕΣΠΑ, τα οποία είναι έτσι σχεδιασμένα ώστε να προσφέρουν προνομιακή πρόσβαση σε ιδιωτικούς φορείς ως προς την απορρόφησή τους.
Οι κεντρικές ιδέες του Προγράμματος
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι εναντίον των ιδρυμάτων, αντίθετα μπορούν να είναι χρήσιμα - ιδίως σήμερα που η καλλιτεχνική δημιουργία ασφυκτιά εξαιτίας της έλλειψης πόρων. Το Πρόγραμμα προβλέπει «προγραμματικές συμφωνίες» μεταξύ ΥΠΠΟ και ιδρυμάτων ώστε να επιτευχθούν καλλιτεχνικοί στόχοι του στρατηγικού σχεδιασμού. Είμαστε βέβαια αντίθετοι στην εκχώρηση της πολιτικής για τον πολιτισμό σε κλειστούς χώρους διαχείρισης του πολιτιστικού προϊόντος και αυτή η θέση μας φέρνει αντιμέτωπους με πολλούς, με οικονομικά συστήματα και υποσυστήματα εξουσιών.
Δεχθήκαμε πολλές επιθέσεις και εξοντωτικές κριτικές επί της αρχής, ωστόσο δεν ήταν στις προθέσεις μας να συγγράψουμε ένα μανιφέστο για τις τέχνες και τα γράμματα, τα μανιφέστα είναι υπόθεση των καλλιτεχνικών ρευμάτων, των ίδιων των καλλιτεχνών. Στις δικές μας προθέσεις είναι να δημιουργήσουμε το κυβερνητικό πρόγραμμα για τον Πολιτισμό της κυβέρνησης της Αριστεράς και επ' αυτού πρέπει να κριθούμε ως προς τις αξίες που το διαπνέουν. Μας επιτέθηκαν με βαρύτατους χαρακτηρισμούς οι καλλιτέχνες του καθεστωτικού τόξου, ως επί το πλείστον εκείνοι που διαχειρίστηκαν τις πολιτιστικές δομές από κρατικές θέσεις, και μερικοί σημαντικοί αλλά με προφανή αγωνία για την προσωπική τους δικαίωση. Αναμενόμενο. Ωστόσο ειπώθηκαν και δημιουργικές παρατηρήσεις, τις κρατάμε.
Λίγα λόγια για τις βασικές ιδέες, για τις αξίες με τις οποίες έχει «φιλοτεχνηθεί» το πρόγραμμα. κεντρική ιδέα είναι ότι ο πολιτισμός είναι πρωτίστως ζήτημα Παιδείας, γενικής Παιδείας και ως ιδιαίτερο κεφάλαιο της καλλιτεχνικής Παιδείας. Στο κείμενο που δόθηκε για διαβούλευση, τόσο στο συνολικό, όσο και στην ενδεκασέλιδη σύνοψή του, απουσιάζουν τα θέματα Παιδείας. Έχουν αφαιρεθεί, προκειμένου να γίνει μια κοινή επεξεργασία με τους εκπαιδευτικούς και το Τμήμα Παιδείας. Για μας ο πολιτισμός είναι δημόσιο αγαθό και ταυτόχρονα πολιτικό δικαίωμα και με αυτή την έννοια καθήκον της πολιτείας είναι να μεριμνά για την καθολική πρόσβαση όλων των πολιτών στην πολιτιστική ύλη και ταυτόχρονα να φροντίζει για την παραγωγή και την αναπαραγωγή του πολιτιστικού βιώματος.
Εδώ χρειάζεται να κάνουμε κάποιες κρίσιμες επισημάνσεις. Σεβόμαστε απόλυτα την καλλιτεχνική ελευθερία, δεν είναι στις προθέσεις μας να υποδείξουμε κάποια αισθητική ή τα τα αποδεκτά καλλιτεχνικά ρεύματα. Γνωρίζουμε, την ίδια στιγμή, ότι ο αποκλεισμός και η εξαίρεση δεν γίνονται πλέον με τους όρους του μετεμφυλιακού κράτους, με τον αστυνόμο και τον λογοκρίτη, αλλά με την περιθωριοποίηση του δημιουργού και τον πολιτιστικό αποκλεισμό των λαϊκών τάξεων. Ανησυχούμε, όπως όλοι οι υποψιασμένοι, για την συρρίκνωση της ποικιλότητας στην τέχνη, ενώ, αντίθετα, στην εποχή του Διαδικτύου και της παγκόσμιας επικοινωνίας, δεν είμαστε ανασφαλείς ώστε να θεωρούμε κίνδυνο το ενδεχόμενο εσωστρέφειας και «επαρχιωτισμού» των Ελλήνων δημιουργών.
Η δική μας απάντηση σ' αυτό λέει ότι η προηγούμενη περίοδος, που επαίρεται για τον κοσμοπολιτισμό της, χώρισε την κοινωνία και δημιούργησε στεγανά μεταξύ δύο ομάδων ως προς την πρόσβασή τους στον πολιτισμό: από τη μια η κοσμοπολίτικη ελίτ που παρακολουθούσε τα φεστιβάλ, τις διεθνείς εκθέσεις και την πρωτοποριακή τέχνη, από την άλλη το ευρύ κοινό που τροφοδοτούνταν αποκλειστικά με τηλεοπτικά προϊόντα χαμηλής ποιότητας, φθηνή μουσική και μαζική κουλτούρα κακού γούστου. Η ίδια αυτή πολιτική οργάνωνε καλλιτεχνικά γεγονότα διεθνούς επιπέδου, ήταν όμως ανά πάσα στιγμή έτοιμη να χαϊδέψει εθνικιστικά ή θρησκόληπτα ακροατήρια και να κατεβάσει έργα ή να περιθωριοποιήσει δημιουργούς.
Δεν θεωρούμε τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα των καλλιτεχνών «ευτελή» σε σύγκριση με τη δημιουργία. Παρ' όλο που γνωρίζουμε, το βλέπουμε καθημερινά δίπλα μας, ότι οι καλλιτέχνες θα εξακολουθούν να δημιουργούν «πένητες», υιοθετούμε αυτό που λένε οι ίδιοι, «οι καλλιτέχνες δεν είναι χομπίστες, αλλά σκληρά εργαζόμενοι στο πεδίο του πολιτισμού». Να επισημάνουμε, ταυτόχρονα, ότι την ίδια στιγμή που οι καλλιτέχνες βιώνουν τη σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα με την ανεργία να χτυπά ταβάνι, απλήρωτοι οι περισσότεροι που έχουν δουλειά, από την άλλη -όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο Πρόγραμμα- ζούμε μια εποχή καλλιτεχνικής ανάτασης.
Σχήματα κλασικού ρεπερτορίου αλλά και εναλλακτικά δημιουργούν, σε πολλές περιοχές της τέχνης, εκ του μηδενός: θέατρο, μουσική, λογοτεχνία, ποίηση, κινηματογράφος, ζωγραφική εκτός των τειχών. Οι θεματικές μάλιστα της νέας δημιουργικότητας αναπλάθουν το κοινωνικό ζήτημα: η ανεργία, η φτώχεια, ο αποκλεισμός, οι μετανάστες και ο ρατσισμός, το τράφικινγκ, η έμφυλη βία είναι μερικά από τα πεδία αναζήτησης των νεότερων αλλά και των παλαιότερων καλλιτεχνών σήμερα.
Κατανοούμε την ατομικότητα και τη μοναχικότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας και την ίδια στιγμή κατανοούμε την κοινωνικότητα της τέχνης· από αυτήν τη σκοπιά προβληματιζόμαστε για τους συμμετοχικούς θεσμούς, τόσο στη διεύθυνση των εποπτευόμενων φορέων του ΥΠΠΟ, όσο και για τον κοινωνικό τους έλεγχο. Δεν θέλουμε τον κοινωνικό έλεγχο για να ποδηγετήσει τον καλλιτεχνικό διευθυντή· αντίθετα, επιδιώκουμε τη διαφάνεια στην οικονομική και διοικητική διαχείριση.
Γνωρίζουμε τα αποτυχημένα μοντέλα του παρελθόντος, τα οποία εξέθρεψαν γραφειοκρατίες και ιδιοτέλειες, δεν είμαστε όμως υπέρ των αυτοκρατορικών σχημάτων διεύθυνσης, ούτε βέβαια πριμοδοτούμε την αυθαίρετη υπουργική και κομματική επιλογή στον διορισμό διοικητικών συμβουλίων. Παραξενευόμαστε μάλιστα με όσους και όσες υπερασπίζονται αυτό τον τρόπο θέσμισης, στο όνομα μάλιστα του αντικρατισμού...
Η μεθοδολογία του Προγράμματος
Το ενδεκασέλιδο κείμενο που δώσαμε για διαβούλευση είναι η σύνοψη των κεφαλαίων από ένα πρόγραμμα 57 σελίδων. Στην επεξεργασία του δούλεψαν περίπου δύο χρόνια, εννέα ομάδες που τις αποτελούν, όχι μόνο μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ανένταχτοι και φίλοι του τμήματος, ενταγμένοι σε θεματικές ομάδες: κινηματογράφος, θέατρο, μουσική, βιβλίο, εικαστικά, χορός, πολιτιστική κληρονομιά, πολιτιστική θεωρία. Καταλαβαίνουμε ότι η σύνοψη που δώσαμε στη δημοσιότητα για διαβούλευση, αφαιρώντας τα λιγότερο σημαντικά, αδικεί τη δουλειά που έχει γίνει, όπως αδικείται αφηγηματικά το κείμενο αφού δεν θελήσαμε να ενοποιήσουμε το ύφος του ξαναγράφοντάς το και διατηρήσαμε την πρωτότυπη γραφή των ομάδων.
Υποσχόμαστε ότι αυτό θα γίνει στην τελική γραφή του προγράμματος. Είχαμε την ατυχία να χάσουμε τον συντονιστή του τμήματος, τον αγαπημένο μας Σωτήρη Σιώκο κι αυτό είχε επίπτωση στην ποιότητα της δουλειάς και στις συνέργειες που δεν έγιναν μεταξύ των ομάδων εργασίας, αφού στον πολιτισμό δεν υπάρχουν κόσμοι και αντικείμενα ερμητικά κλειστά, αντιθέτως.
Δώσαμε και πήραμε, κατά τη διάρκεια της συγγραφής του σχεδίου προγράμματος, σε ανοικτές διαβουλεύσεις με φορείς στη Βουλή, με αφορμή το ΕΚΕΒΙ, την ενιαία τιμή βιβλίου, παλαιότερα για τον κινηματογράφο και σε κάθε περίπτωση σε επικοινωνία με εργαζόμενους που αγωνίζονται στις πολιτιστικές δομές, όπως και με τους φορείς που υποχρηματοδοτούνται ή απειλούνται με κλείσιμο.
Δοκιμάσαμε τις απόψεις μας για το βιβλίο και τις βιβλιοθήκες στις «Τρεις Τετάρτες για το βιβλίο», που διοργανώσαμε στο θέατρο του Νέου Κόσμου με προσκεκλημένους συγγραφείς, εκδότες, επιμελητές, μεταφραστές, βιβλιοπώλες και εργαζόμενους στα βιβλιοπωλεία, βιβλιοθηκονόμους, κριτικούς βιβλίου. Το ίδιο κάναμε για τα εικαστικά σε διαβούλευση με τις Ανώτατες Σχολές Καλών Τεχνών. Το αστείο είναι ότι αυτοί που μας κάνουν την πιο βάναυση κριτική, δεν ήταν πουθενά... Ας είναι, θα επιδιώξουμε τον διάλογο με όλους στη συνέχεια χωρίς κανέναν αποκλεισμό, πού ξέρεις, μπορεί να μάθουμε χρήσιμα πράγματα και από την πιο άδικη κριτική.
Εξάλλου, στο περιθώριο της κριτικής και των επιθέσεων, έχουν πέσει πολλές ιδέες για τη δημιουργία ενός δημόσιου χώρου ανταλλαγής απόψεων και προβληματισμού για τις τέχνες και τα γράμματα, βλέπετε η «Επιθεώρηση της Τέχνης» δεν υπάρχει πλέον, το ίδιο και «ο Πολίτης», και είναι δύσκολο να επινοηθούν εκ νέου στις σημερινές συνθήκες, υπάρχει όμως το διαδίκτυο, όπως προτείνουν φίλοι μας, υπάρχει και η ενσώματη συμμετοχή, ένα διαρκές φόρουμ των ανθρώπων που ενδιαφέρονται, όπως προτείνουν άλλοι. Στο χέρι μας είναι...
Χριστόφορος Παπαδόπουλος
Μέλος της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ