to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

18:16 | 08.08.2013

Κοινωνία

Από το φύλλο συκής στο μπικίνι

Του Νίκου Σαραντάκου


Μια και η εποχή το θέλει, ένα ακόμα καλοκαιρινό σημείωμα, που μένει κι αυτό στην παραλία, όπως το προηγούμενο που είχα ανεβάσει πριν από καμιά δεκαπενταριά μέρες, αλλά εστιάζεται στα ρούχα που φοράμε όταν κάνουμε μπάνιο, στο μπανιερό δηλαδή, στο μαγιό. Μην περιμένετε εξαντλητική εξέταση, ολόκλήρο βιβλίο μπορεί να γραφτεί για το θέμα, εδώ απλώς θα λεξιλογήσουμε λίγο και μάλιστα χωρίς συνοδευτικό οπτικό υλικό, διότι ο προηγούμενος που ειδικευόταν σε παρόμοια τηλεοπτικά ρεπορτάζ παραλίας (τα λεγόμενα και ρεπορτάζ του Κολ…, ίσως προς τιμήν του ηγέτη που επανένωσε τη Γερμανία) πήρε προαγωγή κι έγινε διευθυντής της ΕΡΤ κι εγώ δεν αδειάζω να αναλάβω θέση στη Νέριτ. Οπότε, αρκεί μια σεμνή φωτογραφία όπως αυτή αριστερά (παρμένη από τη Βικιπαίδεια) με ένα μαγιό της δεκαετίας του 1920. Λίγο να σερφάρετε στο Διαδίκτυο, είναι εύκολο να βρείτε κι άλλες φωτογραφίες από μαγιό της εποχής -εδώ έχει κάμποσες.

Λέμε μαγιό, δάνειο από τα γαλλικά, όπου είναι maillot, ή μάλλον maillot de bain, διότι η γαλλική λέξη για κάμποσους αιώνες σήμαινε το ύφασμα με το οποίο τύλιγαν το νεογέννητο, τα σπάργανα σα να λέμε, κι ύστερα διάφορους τύπους εφαρμοστών ρούχων, π.χ. σαν αυτά που φορούσαν οι χορευτές στη σκηνή, ώσπου το 1908 καταγράφεται ο όρος maillot de bain και πολύ γρήγορα περνάει και στα ελληνικά -πότε ακριβώς δεν ξέρω, αναζήτηση σε σώματα δεν έχω κάνει, τη λέξη την έχω βρει σε ένα ταξιδιωτικό χρονογράφημα του Βάρναλη το 1926 από τη Γαλλία αλλά σίγουρα θα έχει έρθει αρκετά νωρίτερα. Καθαρευουσιάνικη λέξη για το μαγιό (που το έγραφαν μαγιώ παλιότερα) είναι η “λουτρίς”, αλλά ελάχιστοι (και δίκαια) την ξέρουν. Υπάρχει και η λέξη “μπανιερό”, που είναι λαϊκή μάλλον παρά λόγια.

Θα μπορούσε βέβαια κανείς να υποστηρίξει ότι το πρώτο μαγιό της ιστορίας ήταν το φύλλο συκής που φόρεσαν οι πρωτόπλαστοι, ο Αδάμ και η Εύα. Και παρόλο που το φύλλο συκής το βλέπουμε σε διάφορες γελοιογραφίες όπου το φίδι προσφέρει το μήλο στην Εύα, στην πραγματικότητα ή τέλος πάντων σύμφωνα με τον μύθο οι πρωτόπλαστοι μέχρι να φάνε τον απαγορευμένο καρπό δεν ενοχλούνταν που ήταν γυμνοί, μόνο όταν τον έφαγαν (η Γένεσις δεν λέει τι καρπός ήταν, αργότερα επικράτησε η άποψη για το μήλο) και «έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν και έρραψαν φύλλα συκής και εποίησαν εαυτοίς περιζώματα» (Γένεσις 3.7).

 

Τα φύλλα συκής δεν τα κράτησαν πολύ οι πρωτόπλαστοι διότι με την εκδίωξή τους από τον Παράδεισο ο Θεός τους χάρισε, σαν αποχαιρετιστήριο δώρο, δερμάτινους χιτώνες, αλλά στον Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση πολλοί βάλθηκαν να προσθέτουν φύλλα συκιάς (ή, για μεγαλύτερη κάλυψη, κληματαριάς) στα επίμαχα σημεία σε πίνακες και γλυπτά. Η Βικιπαίδεια έχει μερικά παραδείγματα.

Όχι παράλογα, η έκφραση «φύλλο συκής» έχει γίνει παροιμιακή για το πρόσχημα που χρησιμοποιείται για τη συγκάλυψη μιας κακής κατάστασης. Και όταν πέσουν όλα τα προσχήματα, λέμε ότι «έπεσε και το τελευταίο φύλλο συκής», μια φράση που τη χρησιμοποίησε τις προάλλες και ο Αλέξης Τσίπρας. Οι αρχαίοι Έλληνες τα φύλλα συκής, που τα έλεγαν θρία, τα χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική, περίπου όπως εμείς τα αμπελόφυλλα στους ντολμάδες -βέβαια, τα έκαναν πρώτα τουρσί για να μετριάσουν την πικράδα τους.

Το μπικίνι παρουσιάστηκε το 1946 και ο σχεδιαστής του, ο Γάλλος μηχανικός Λουί Ρεάρ, φρόντισε αμέσως να κατοχυρώσει το όνομα της εφεύρεσής του. Το ονόμασε έτσι επειδή δέκα μέρες νωρίτερα είχε γίνει η πρώτη αμερικανική δοκιμή ατομικής βόμβας στην ατόλλη του Μπικίνι, στον Ειρηνικό, και το διαφήμιζε με ένα σλόγκαν που μπορεί να μεταφραστεί καθότι ελληνογενές: “Μπικίνι, η πρώτη ανατομική βόμβα”. Επειδή στις λατινογενείς γλώσσες το bi- είναι το πρόθημα που αντιστοιχεί με το δικό μας δι- και δηλώνει το “δύο”, όταν αργότερα εμφανίστηκε το τόπλες, ονομάστηκε monokini, κατ΄αναλογία, αλλά η ονομασία αυτή δεν είχε τη γενική αποδοχή του μπικίνι.

Το τόπλες εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 1964 -έχουμε γράψει στο ιστολόγιο. Το είπαν και “γυμνόστηθο”. Tο αρχικό μονοκίνι είχε δυο τιράντες που έπιαναν στο λαιμό ή στους ώμους (“κι ένθεν και ένθεν των τιραντών να προβάλλουν τα ολοστρόγγυλα συμπράγκαλα”, που είχε γράψει σκανδαλισμένος ο Ψαθάς στα Νέα), αλλά η απλή λύση είναι να φοράς απλώς το κάτω μέρος από το μπικίνι.

Η συρρίκνωση συνεχίζεται κι έχουμε το τάνγκα, και μετά το στρινγκ ή στρινγκάκι, που θα πουν το ίδιο πράγμα, σπάγκος, το πρώτο στα πορτογαλικά και το δεύτερο στα αγγλικά. Επειδή όμως πρώτα εμφανίστηκε το τάνγκα και μετά το στρινγκ, δεν είναι συνώνυμα. Ο Ηλίας Πετρόπουλος έχει γράψει άρθρο για το τάνγκα και στο στρινγκ, που τα αποκαλεί “κουραδοκόφτη”, μάλιστα έτσι ονόμασε και το βιβλίο που περιλαμβάνει το άρθρο αυτό, ένα από τα τελευταία του. Ο Πετρόπουλος υποστηρίζει ότι τη λέξη την πήρε από το “λεξιλόγιο των νέων”, αλλά φοβάμαι ότι γενίκευσε κάποιο ευφυολόγημα που άκουσε από κάποια νεανική παρέα. Ίσως είμαι προκατειλημμένος, γιατί βρίσκω τη λέξη εξαιρετικά κακόγουστη, ενώ εκείνος την έβρισκε “την πιο εύστοχη και πιο αστεία” της γλώσσας των νέων. Την οποία γλώσσα των νέων την είχε αποκαλέσει ‘τα φλοράδικα’, και πεθαίνοντας άφησε μισοτελειωμένο το μεγάλο λεξικό των Φλοράδικων που σύντασσε -αλλά φοβάμαι ότι, όπως δείχνει και ο τίτλος της “γλώσσας”, που είναι δική του επινόηση, είχε αρχίσει να μπερδεύει λεξικογραφία με λεξιπλασία, και το λέω αυτό με όλο τον σεβασμό.

Θα έλεγε κανείς ότι ο κύκλος έχει κλείσει και ότι επιστρέψαμε στο φύλλο συκής. Ετυμολογικά αυτό στέκει, σε μία τουλάχιστον γλώσσα, στα ιταλικά. Αν θυμάστε πιο πάνω, η Γένεσις λέει ότι οι πρωτόπλαστοι έραψαν φύλλα συκής και φτιάξανε περιζώματα. Λοιπόν, στα ιταλικά το στρινγκάκι λέγεται, όσο κι αν φαίνεται απίθανο, perizoma, δάνειο από την ελληνική λέξη (φαντάζομαι θα το προφέρουν παροξύτονο,  περιτσόμα). Δεν ξέρω αν το perizoma είναι λόγιο κατασκεύασμα ή αν το λέει και ο πολύς κόσμος, πάντως η Βικιπαίδεια αυτό τον όρο έχει. Κλείσαμε τον κύκλο.

 

Πηγή: sarantakos.wordpress.com

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)