to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Έρευνα και Καινοτομία: Δύο αντιδιαμετρικές πολιτικές στις δύο τετραετίες

Στη νέα κυβέρνηση με πόλο τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, η Έρευνα και η Καινοτομία θα συνεισφέρουν μαζί με την Παιδεία και το Πολιτισμό σε ένα νέο πρότυπο ποιοτικής, συμπεριληπτικής, βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης για τη χώρα. Ένα αναπτυξιακό πρότυπο που θα βασίζεται στη Γνώση, στην Κοινωνία και την Οικονομία της Γνώσης. Ένα πρότυπο που θα διανοίγει προοπτικές και θα εμπνέει.


Η αναπτυξιακή στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ περιλαμβάνει, μαζί με τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων, την αύξηση της έντασης Γνώσης στην παραγωγική διαδικασία, με στόχο ένα ποιοτικό αναπτυξιακό άλμα. Πάντα με γνώμονα το κοινωνικό όφελος και την κοινωνική δικαιοσύνη. Πάντα σε συνδυασμό με την παιδεία και τον πολιτισμό.  Ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο στη θέση εκείνου της «φθηνής» ανάπτυξης, δηλαδή των φθηνών υπηρεσιών, των εξαγορών, της εκποίησης γης και επενδύσεων τύπου real estate και άλλων συναφών που προτάσσει η ΝΔ. Αντίθετα, στον πυρήνα της ποιοτικής ανάπτυξης   βρίσκεται η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας με την αξιοποίηση του γνωσιακού κεφαλαίου που δημιουργείται από την επιστημονική έρευνα, την ενίσχυση των νέων επιστημόνων και ερευνητών. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η ερευνητική πολιτική που διαμορφώθηκε την περίοδο 2015-19 και προτείνεται για τη νέα τετραετία.


Το 2015 παραλάβαμε ένα ζοφερό τοπίο στο χώρο της Έρευνας και της Καινοτομίας. Στα Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα οι προκηρύξεις θέσεων εργασίας είχαν παγώσει για μεγάλο χρονικό διάστημα (7 με 8 χρόνια), ενώ οι ερευνητικές υποδομές είχαν σε μεγάλο βαθμό απαξιωθεί οδηγώντας σε φαινόμενα γήρανσης και μαρασμού. Στον ιδιωτικό τομέα, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, η ερευνητική εργασία αντιμετωπιζόταν ως απασχόληση φθηνού εργατικού δυναμικού. Η δημόσια χρηματοδότηση, απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαμόρφωση εθνικής ερευνητικής στρατηγικής, ήταν διαχρονικά ασήμαντη, της τάξης του 0,3% του ΑΕΠ, ακόμη και σε εποχές οικονομικής ευμάρειας πριν την οικονομική κρίση. Το στοιχείο αυτό είναι ενδεικτικό για τις αναπτυξιακές προτεραιότητες εκείνων των εποχών και τον δευτερεύοντα ρόλο που είχαν σε αυτές η Έρευνα και η Γνώση.

Με την ανεπαρκή δημόσια χρηματοδότηση και την αναγκαστικά μονομερή εξάρτηση της στήριξης ερευνητικών δραστηριοτήτων από ευρωπαϊκά προγράμματα, ήταν ορατός ο κίνδυνος στρεβλώσεων και φαινομένων ενός ιδιότυπου ερευνητικού «οπορτουνισμού», δηλαδή η επιδίωξη ευκαιριακής χρηματοδότησης συχνά σε βάρος της επιστημονικής ποιότητας και των ευρύτερων εθνικών προτεραιοτήτων.  Τέλος, ο φαβοριτισμός υπέρ των ημετέρων και η ευκαιριακή και αποσπασματική συγκρότηση του ερευνητικού ιστού ήταν στοιχεία διάχυτα που  δυστυχώς επανέρχονται και σήμερα.  Αυτό ήταν, σε γενικές γραμμές, το καθεστώς που παραλάβαμε το  2015.


Στην ερευνητική πολιτική της περιόδου 2015-19, η Πολιτεία διατηρούσε ρόλο συντονιστή αλλά και εμπνευστή πρωτοβουλιών, δημιουργώντας ελκυστικές ευκαιρίες για νέους ερευνητές με γνώμονα την επιστημονική ποιότητα. Επίσης, ενθάρρυνε τη διαμόρφωση του ερευνητικού τοπίου από την ίδια την ερευνητική κοινότητα με τρόπο συμπεριληπτικό σε διαδικασίες bottom–up. Προς αυτή την κατεύθυνση έτειναν οι πολιτικές επιλογές και θεσμικές παρεμβάσεις που έγιναν εκείνη την εποχή.


Η υλοποίηση της πολιτικής αυτής βασίστηκε σε τρεις πυλώνες:


Πρώτον, στη στήριξη του ερευνητικού δυναμικού, ιδίως των νέων επιστημόνων, και στην αναβάθμιση ή/και τον εμπλουτισμό των ερευνητικών υποδομών. Η αντιμετώπιση του μεγάλου ζητήματος της μονόπλευρης φυγής στο εξωτερικό εξειδικευμένων νέων επιστημόνων (brain drain), η οποία είχε ενταθεί στα χρόνια της κρίσης, βρέθηκε ψηλά στην ατζέντα των προτεραιοτήτων.  Η αιχμή του δόρατος για το σκοπό αυτό ήταν η ίδρυση του ΕΛΙΔΕΚ το 2016, σε πείσμα μάλιστα τότε ποικίλων αντιπολιτευτικών αντιδράσεων περί της οικονομικής «ανταποδοτικότητάς» του. Το ΕΛΙΔΕΚ αποτέλεσε ένα πρωτοποριακό  οργανισμό και η φιλοδοξία ήταν να αναδειχθεί σε θεσμό για τη στήριξη της ελεύθερης ποιοτικής Έρευνας στα Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, χωρίς θεματικούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς. Οι τόσο σημαντικές για την κοινωνία και τη χώρα, αλλά πάντα παραμελημένες, Ανθρωπιστικές και Κοινωνικές Επιστήμες είχαν για πρώτη φορά ισότιμη στήριξη και αντιμετώπιση με τους τεχνολογικούς τομείς. Με τις δράσεις του, το ΕΛΙΔΕΚ συντέλεσε ώστε να διαμορφωθούν ελκυστικά ερευνητικά περιβάλλοντα μετά από πολλά χρόνια ξηρασίας. Έδωσε χώρο σε νέους ερευνητές για την αυτόνομη εξέλιξή τους, κάτι που φαίνεται να καταργείται στη σημερινή συγκυρία. Ο σχεδιασμός του ΕΛΙΔΕΚ ήταν τέτοιος έτσι ώστε η ίδια η ερευνητική κοινότητα να έχει αυτόνομα την ευθύνη επιλογών κι αποφάσεων. Το πιο σημαντικό, ίσως, είναι ότι με τις δράσεις του το ΕΛΙΔΕΚ αποτέλεσε όχημα για την άμβλυνση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων όσον αφορά την πρόσβαση νέων επιστημόνων στην Έρευνα.


Δεύτερον, στην προαγωγή της υγιούς καινοτόμου επιχειρηματικότητας, κυρίως μέσω της γενναίας χρηματοδότησης συνεργατικών έργων μεταξύ Πανεπιστημίων, Ερευνητικών Κέντρων και καινοτόμων επιχειρήσεων με το πρόγραμμα «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ» (με συνολικό προϋπολογισμό πάνω από 500 εκ. ευρώ και ωφελούμενες 729 επιχειρήσεις από τις οποίες οι 228 ήταν νέες που δημιουργήθηκαν κατά τα χρόνια της κρίσης) και την ίδρυση του επενδυτικού ταμείου «Equifund» για επενδύσεις υψηλού κινδύνου σε καινοτόμες επιχειρήσεις – τεχνοβλαστούς που ξεπηδούσαν αβίαστα από το ερευνητικό οικοσύστημα.


Τρίτον, στη διαμόρφωση εμβληματικών πρωτοβουλιών από την Πολιτεία,  με έντονα κοινωνικό αποτύπωμα. Πρωτοβουλιών που βασίστηκαν στη δικτύωση και συντονισμό του επιστημονικού δυναμικού στη χώρα και τη διασπορά  σε κρίσιμους επίκαιρους ή αναδυόμενους τομείς, όπως την Ιατρική Ακριβείας, την Κλιματική Κρίση, την Αγροδιατροφή, τις Κβαντικές Τεχνολογίες. Κύριοι στόχοι, η ανάδειξη της κοινωνικής διάστασης της Έρευνας, η έγκαιρη προετοιμασία της χώρας για την επιστημονική αντιμετώπιση επικείμενων κοινωνικών προκλήσεων και η ενίσχυση της παρουσίας της στη συνδιαμόρφωση σχετικών προτεραιοτήτων διεθνώς.

Κλειδί για την υλοποίηση της πολιτικής αυτής ήταν, παρά τις συνθήκες αυστηρής λιτότητας που επικρατούσαν, ο διπλασιασμός της δημόσιας δαπάνης για την Έρευνα, που συμπαρέσυρε σε αύξηση και τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Το 2019 οι συνολικές δαπάνες για την Έρευνα έφθασαν το 1,3% του ΑΕΠ από το 0,8% το 2014.


Σήμερα, κυριαρχεί μια χρησιμοθηρική αντίληψη για την Έρευνα, η οποία καθορίζεται από τις πρόσκαιρες ανάγκες της αγοράς. Οι ανάγκες και οι αυτοματισμοί της αγοράς αποτελούν θέσφατο, οδηγώντας συχνά σε στρεβλώσεις σε βάρος της ακαδημαϊκότητας και της επιστημονικής ποιότητας, όπως αυτές του «επιχειρηματικού Πανεπιστημίου», των «βιομηχανικών διδακτορικών» κ.ά.  Εδώ να παρατηρήσω, ότι ουδεμία σημαντική Καινοτομία έχει προκύψει ως προϊόν διατεταγμένης Έρευνας.


Σήμερα, η ένταση συνολικών δαπανών έρευνας και καινοτομίας έχει αυξηθεί μόλις κατά 300 εκ. € από το 2019.  Η μικρή αυτή αύξηση περιλαμβάνει μεγάλο μέρος αποπληρωμών προγραμμάτων που είχαν σχεδιαστεί και αρχίσει να  υλοποιούνται κατά την περίοδο 2015-2019.


Σήμερα, δεν έχει διασφαλισθεί η οικονομική συνέχεια του ΕΛΙΔΕΚ και όχι μόνο δεν έχουν προκηρυχθεί νέες θέσεις στα Ερευνητικά Κέντρα, αλλά  έχει επιπλέον μειωθεί ο τακτικός προϋπολογισμός τους που καλύπτει τη χρηματοδότηση θέσεων εργασίας, στο επίπεδο του 2018.


Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που έχουν προβλεφθεί για τη στήριξη της επιστημονικής έρευνας καλύπτουν κυρίως συγχρηματοδοτήσεις για κτιριακές εγκαταστάσεις. Οι τεχνολογικές επενδύσεις περιορίζονται σε δραστηριότητες τύπου real estate, όπως η «Πολιτεία Καινοτομίας» στις παλαιές εγκαταστάσεις της βιομηχανίας ΧPΩΠΕΙ στην Αθήνα και το Τεχνολογικό Πάρκο Thess INTEC στη Θεσσαλονίκη, οι οποίες μάλιστα προτάσσονται στο πρόγραμμα της ΝΔ για την επόμενη τετραετία! Αντίστοιχα, οι λεγόμενες στρατηγικές επενδύσεις τεχνολογικών κολοσσών σε κέντρα δεδομένων μεγάλης κλίμακας εμφανίζονται μάλλον προβληματικές στην υλοποίησή τους και αδιευκρίνιστης οικονομικής ανταποδοτικότητας.

Στο θέμα της Καινοτομίας επικρατεί μία διάχυτη  επιφανειακή προσέγγιση και επικοινωνιακή εμμονή. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή γιατί πολύ εύκολα η «Καινοτομία» μετατρέπεται σε «Κενοτομία» με οριακή ή ανύπαρκτη προστιθέμενη αξία!


Σήμερα, η λειτουργία των εμβληματικών πρωτοβουλιών είτε έχει διακοπεί οριστικά είτε γίνεται προσπάθεια αναβίωσής τους μετά από μεγάλη καθυστέρηση και με αλλαγές στη διάρθρωσή τους. Παρόλα αυτά η επικοινωνιακή εκμετάλλευση και η οικειοποίησή  τους καλά κρατεί. 


Είναι προφανές ότι οι πολιτικές για την Έρευνα στις δύο τετραετίες προκύπτουν από δύο αντιδιαμετρικά διαφορετικές ιδεολογικές προσεγγίσεις. Το ιδεολογικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίχθηκε η δική μας ερευνητική πολιτική έχει αναδειχθεί σε προνομιακό πεδίο στην αντιπαράθεση με τα ποικίλα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα και πρακτικές. Δημιουργήθηκαν προοπτικές και τέθηκαν τα θεμέλια για τη δυναμική αναβίωση του χώρου της Έρευνας και την ενσωμάτωση της Γνώσης στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.

Το επόμενο βήμα


Η τετραετία που έρχεται είναι κρίσιμη για την έκβαση αυτής της αντιπαράθεσης. Στην κατεύθυνση αυτή το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ περιλαμβάνει τα εξής:

  • Στρατηγικό σχέδιο για την οικοδόμηση ενός λειτουργικά ενιαίου χώρου Έρευνας και Ανώτατης Εκπαίδευσης.
  • Νέο νομοθετικό πλαίσιο για την έρευνα και μέτρα ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών και συμμετοχικών διαδικασιών στην εσωτερική ζωή των Ερευνητικών Κέντρων.
  • Ανασχεδιασμό της χρηματοδότησης της έρευνας από το Ταμείο Ανάκαμψης.
  • Έμφαση στη στήριξη του ανθρώπινου δυναμικού, με υποστήριξη και μακρόχρονη χρηματοδότηση του ΕΛΙΔΕΚ και διαφύλαξη της φυσιογνωμίας του ως ανεξάρτητου μηχανισμού στήριξης της ελεύθερης βασικής ή εφαρμοσμένης έρευνας. Ειδικά για νέους ερευνητές/-τριες, υποψήφιους/ες διδάκτορες και μεταδιδάκτορες, λήψη μέτρων για αντιμετώπιση της εργασιακής τους επισφάλειας
  • Συστηματική προκήρυξη νέων μόνιμων θέσεων εργασίας ερευνητικού και άλλου προσωπικού με στόχο τον διπλασιασμό των μόνιμων θέσεων ερευνητών στην 4ετία.
  • Στήριξη των καινοτόμων δράσεων με διαφανή κριτήρια αξιολόγησης και αξιοποίηση των πολλαπλών χρηματοδοτικών εργαλείων της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως η Δράση «Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ», το Ταμείο Επιχειρηματικών Συμμετοχών Equifund και η Αναπτυξιακή Τράπεζα.
  • Για την αντιμετώπιση της διαρροής επιστημονικού δυναμικού, δημιουργία ελκυστικών θέσεων εργασίας για Έρευνα και Ανάπτυξη στον δημόσιο τομέα και επιδότηση θέσεων εργασίας σε τμήματα Ε&Α καινοτόμων επιχειρήσεων.
  • Συνέχιση και διεύρυνση εμβληματικών δράσεων και εθνικών δικτύων για την αντιμετώπιση σημερινών και μελλοντικών κρίσεων και κοινωνικών προκλήσεων.

Στη νέα κυβέρνηση με πόλο τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, η Έρευνα και η Καινοτομία θα συνεισφέρουν μαζί με την Παιδεία και το Πολιτισμό σε ένα νέο πρότυπο ποιοτικής, συμπεριληπτικής, βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης για τη χώρα. Ένα αναπτυξιακό πρότυπο που θα βασίζεται στη Γνώση, στην Κοινωνία και την Οικονομία της Γνώσης. Ένα πρότυπο που θα διανοίγει προοπτικές και θα εμπνέει.

* Ο Κώστας Φωτάκης είναι πρώην Αν. Υπουργός Έρευνας & Καινοτομίας Ομ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης Διακεκριμένο μέλος και τέως Πρόεδρος ΙΤΕ

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)