to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Ο πολιτισμός του μίσους και το μίσος για τον πολιτισμό

Ένα κείμενο για τον πολιτισμό κι ένας στοχαστικός αποχαιρετισμός στη Μυρσίνη Ζορμπά


Δύο σκηνές

Σκηνή πρώτη: έξι χρόνια πριν. Στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Φώτα! Σαν σε όνειρο, μία από τις ωραιότερες παγκόσμιες φωνές, η σοπράνο Barbara Hendricks τραγουδάει με χορωδία 500 παιδιών, 20 από τα οποία είναι παιδιά προσφύγων, διαλεγμένα επί τούτου από τα τριγύρω κέντρα υποδοχής. Μία μοναδική αισθητική εμπειρία, μία στιγμή αυθεντικού πολιτισμού μέσα στον συμβολισμό της, λες και η ανθρωπότητα να κράτησε για λίγο την ανάσα της. Μία σκηνή που ήρθε ως κορύφωση της άλλης αντίληψης που κυριαρχούσε τότε, σε ένα ευρύ φάσμα της πολιτικής και του πολιτισμού. Από το προσφυγικό, όπου η συνύπαρξη των παιδικών φωνών εν χορώ αντανακλούσε την αλληλεγγύη ενός λαού που ακόμη υποδεχόταν με τους αρχαίους κανόνες φιλοξενίας τούς πρόσφυγες στα νησιά του, μέχρι την πολιτισμική πολιτική που, πέρα από τις αδυναμίες και τα λάθη της, ήταν γειωμένη στην πεποίθηση ότι ο πολιτισμός έχει στο κέντρο του τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Μία πολιτική βαμμένη σε ένα άλλο αξιακό σύστημα, που πάλευε τότε ενάντια σε θεούς και δαίμονες, σε συμφέροντα και σκουριασμένα στερεότυπα -σαν κι αυτό, μιλώντας για τη συγκεκριμένη συναυλία, που θέλει τα Μέγαρα Μουσικής απόμακρα, αντιλαϊκά και εξ ορισμού απαγορευτικά στη χαρά και στους παίδαρους! Αξίζει βέβαια να αναφερθεί πως η συναυλία εξαφανίστηκε από τις τότε ειδήσεις και τη μετέπειτα δημόσια μνήμη, προοικονομώντας αυτό που θα ακολουθούσε λίγο μετά στη χώρα και τον πολιτισμό της.

Σκηνή δεύτερη: σήμερα. Στην κεντρική σκηνή του Πολιτισμού τα φώτα είναι σβηστά. Τα παιδιά των προσφύγων, από μέλη χορωδίας έγιναν εχθρικοί «εισβολείς» που χαροπαλεύουν με φράχτες και φονικά κύματα σε ημι-ομολογημένες επαναπροωθήσεις, ενώ ο ζωντανός πολιτισμός και οι άνθρωποί του βρίσκονται στον δρόμο, σε καταλήψεις, σε συναυλίες, σε ένα πρωτοφανές κύμα διαμαρτυρίας. Με πρόσωπα δακρυσμένα, θυμωμένα, αποφασισμένα. Εχοντας επί τέσσερα χρόνια υποστεί ένα πογκρόμ συστηματικής απαξίωσης και προσβλητικής υποβάθμισης, από μία κυβέρνηση που φέρεται εχθρικά, σχεδόν με μίσος, στον πολιτισμό και τους εργάτες του. Τέσσερα χρόνια που είδαμε τους καλλιτέχνες στα συσσίτια, τα μνημεία μας συντρίμμια, την υποκουλτούρα στο προσκήνιο και -σε κάθε ευκαιρία γιορτής και επετείου- μία χουντική αισθητική κυρίαρχη.

Ο πόλεμος των πολιτισμών

Οι δύο σκηνές απέχουν έξι χρόνια και μία αιωνιότητα. Οσο απέχουν δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι που βρίσκονται σε πόλεμο καθημερινό στο πεδίο μάχης του πολιτισμού. Πόλεμος ιδεολογικός, πόλεμος αισθητικής, πόλεμος για το πώς φανταζόμαστε τις ζωές μας. Η κυβέρνηση (και) στο πεδίο του πολιτισμού επιχειρεί μία αντιμεταρρύθμιση σε όλα τα επίπεδα. Ενας πολιτισμός του φράχτη, των αποκλεισμών, της ξενοφοβίας και του ακροδεξιού λαϊκισμού, ένας πολιτισμός του μίσους έχει απλωθεί στον χώρο, ενώ ο καθαυτός πολιτισμός βρίσκεται υπό διωγμό. Ο πολιτισμός του μίσους γεννά το μίσος για τον πολιτισμό. Ενα μίσος που εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική του αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού εναντίον της δημοκρατίας και συνδέεται με την αδυσώπητη μάχη για την ιδεολογική ηγεμονία που βρίσκεται σε εξέλιξη. Δεν είναι τυχαίο που σε κάθε ευκαιρία η συμμαχία του ακραίου Κέντρου με την Ακροδεξιά χρεώνει όλα τα δεινά στην ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, η οποία, στο πειραγμένο τους αφήγημα, αλώνιζε στον πολιτισμό τόσα χρόνια. Από εδώ λοιπόν και το μίσος τους για τον πολιτισμό. Ενα παραπάνω, που ο πολιτισμός διαθέτει τη μοναδική ικανότητα να διαμορφώνει νέα πολιτικά υποκείμενα, νέους τρόπους συμβίωσης, να δομεί νέους κόσμους. Αυτό φοβούνται, αυτό αποστρέφονται, αυτό μισούν.

Το ζούμε τέσσερα χρόνια τώρα στη Βενιζέλου, όπου το μοναδικό παγκοσμίως μνημειακό σύνολο της «βυζαντινής Πομπηίας» διαλύθηκε κυριολεκτικά σε πλίνθους και κεράμους, στο Ελληνικό, στην Ακρόπολη (τσιμέντο και αναβατόριο), στην Αμφίπολη, στο Τατόι, στην ενοποίηση του Αρχαιολογικού Μουσείου, στους εποπτευόμενους φορείς, στο αμαρτωλό Ταμείο Αλληλοβοήθειας, στο φιάσκο Λιγνάδη, στις παλινωδίες με τις εκλογές/διορισμούς διευθυντών. Ωστε φτάνοντας στο σήμερα, η παράλογη υποβάθμιση των πτυχίων των καλλιτεχνών δεν είναι απλώς μία σύμπτωση. Είναι η συνειδητή κατάληξη της πολιτικής τους, μίας πολιτικής μίσους και επίθεσης στο δημόσιο συμφέρον.

Η αγέλαστος πέτρα και ο επαρχιωτισμός του ’60

Η τελευταία πράξη, της μετατροπής των δημόσιων αρχαιολογικών μουσείων σε ΝΠΔΔ και ο διορισμός αμφιλεγόμενων Δ.Σ. μόλις έναν (1!) μήνα πριν από τις εκλογές, σε άλλες εποχές θα φάνταζε απλώς γελοία μέσα στο μικροκομματικό γκροτέσκο της. Σήμερα με αυτήν την πολιτική αυτής της κυβέρνησης και ειδικά με αυτήν την υπουργό, φαντάζει απολύτως λογική και αναμενόμενη. Γιατί στη ρητορική που προηγήθηκε, η φιγούρα της υπουργού ταιριάζει γάντι. Η θητεία Μενδώνη, που θα μείνει στην ιστορία ως η πλέον απολίτιστη και εχθρική προς τον πολιτισμό και τους εργάτες του, δεν θα αφήσει πίσω της μόνο συντρίμμια, στα μνημεία και στα έργα του πολιτισμού. Θα αφήσει και την ανάμνηση μίας περσόνας μονίμως θυμωμένης και αγέλαστης σαν πέτρα -ακριβώς όπως η αγέλαστος πέτρα στην Ελευσίνα, όπου άλλωστε μαζί με την Περσεφόνη θρηνούμε ένα ακόμη φιάσκο της θητείας της. Μία θητεία που θα μπορούσε συνθηματικά να περιγραφεί από τη ρήση: «υπήρξαμε υπερβολικά επιεικείς προς τους καλλιτέχνες», εννοώντας τα ψίχουλα που έδωσε η πολιτεία στην καραντίνα, αφού τους είχε στην ουσία απαγορεύσει να δουλέψουν.

Ο επαρχιωτισμός, οι ίντριγκες, οι στημένες συνεντεύξεις και η κακογουστιά απλώς συνοδεύουν τη μνημειώδη θητεία. Γιατί κατά τ’ άλλα η κυβέρνηση Μητσοτάκη όπως στραγγίζει την κοινωνία από οικονομικούς πόρους και το περιβάλλον από φυσικούς, έτσι αποξηραίνει και το πολιτισμικό πεδίο από τους πόρους του. Η απερήμωση αυτή, πέρα από την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων θεμελιώνεται σε 2 εμμονές. Από τη μία το δόγμα «ο πολιτισμός είναι οικονομία» και οι σχετικές κοινοτοπίες περί του πολιτισμού ως «εργαλείου ανάπτυξης». Θεωρίες παρωχημένες που υποτιμούν και συρρικνώνουν τον πολιτισμό στα όρια μίας υπηρεσίας ή ενός προϊόντος και εν τέλει τον ματαιώνουν. Από την άλλη, η εξίσου επιδερμική και ατελέσφορη επιμονή να συνδέεται ο πολιτισμός αποκλειστικά με τον τουρισμό, θλιβερό απομεινάρι του κοσμοπολιτισμού του ’60. Οι δύο αυτές εμμονές σε συνδυασμό με τις αιώνιες ιδεοληψίες της προγονολατρείας και της αρχαιοπληξίας συστήνουν τον καμβά της πολιτικής Μενδώνη. Εννοιες όπως περιφερειακή πολιτική και ανάπτυξη, τοπική αυτοδιοίκηση, περιβάλλον κ.λπ. απουσιάζουν εντελώς από το πολιτικό λεξιλόγιο του Υπ.Πο., όπως άλλωστε απουσιάζουν τα στρατηγικά σχέδια και η διαβούλευση.

Να ξαναονειρευτούμε τον κόσμο

Ολα αυτά θα ήταν έως και γραφικά και θα εξηγούσαν τις τελευταίες θέσεις της χώρας στην Ευρώπη, στη δημόσια χρηματοδότηση του πολιτισμού, αν δεν ήταν και άκρως επικίνδυνα. Γιατί στο μεταξύ, ο κόσμος αλλάζει και αλλάζει δραματικά σε τρία επίπεδα:

α. Ενας άλλος κόσμος: είμαστε ήδη στην Ανθρωπόκαινο Εποχή. Στο κέντρο μίας αδυσώπητης κλιματικής κρίσης, που αλληλεπιδρά με πανδημικές κρίσεις, με οικονομικές κρίσεις, με κρίση ενέργειας. Στον κόσμο αυτόν τίποτα δεν είναι το ίδιο. Η κλιματική κρίση δημιουργεί νέο περιβάλλον, νέες σχέσεις, νέες αξίες. Η επαπειλούμενη ερημοποίηση σε συγκεκριμένα οικοσυστήματα τι αλλαγές θα φέρει, για παράδειγμα, στον πολιτισμό;

β. Ενας άλλος πολιτισμός: από την άλλη, η νέα ψηφιακή πραγματικότητα αλλάζει άρδην τη συνθήκη αλληλεπίδρασης με τον κόσμο. Με άξονες την αποϋλοποίηση και την αποεδαφοποίηση των πολιτιστικών προϊόντων και υπηρεσιών, ζούμε σήμερα την παντοκρατορία της πλατφόρμας με ευάριθμες εταιρείες-κολοσσούς να ελέγχουν την παραγωγή αλλά και την κατανάλωση-διανομή (Google, Apple, Facebook, Amazon, Netflix κ.λπ.). Η ισχύς τους είναι τέτοια που επεμβαίνει στην ίδια την πολιτισμική παραγωγή, διαμορφώνοντας νέες αισθητικές αξίες και ταυτότητες. Από τον σύγχρονο πολιτισμό ώς τα μουσεία και τα μνημεία, η αναδιοργάνωση του πολιτισμικού καπιταλισμού αλλάζει τον παγκόσμιο χάρτη, συμπιέζοντας παράλληλα τις τοπικές παραγωγές σε επίπεδο ασφυξίας.

γ. Ενα άλλο υποκείμενο: ακριβώς λόγω των προηγούμενων κοσμογονικών αλλαγών, η πρόσληψη του κόσμου αλλάζει επίσης δραματικά, δημιουργώντας ένα νέο υποκείμενο-πολίτη, πρωτόγνωρο στην ανθρώπινη ιστορία. Σκυμμένοι πάνω από τη γαλάζια οθόνη του κινητού σκρολάρουμε τη νέα πραγματικότητα φτάνοντας έως τον πολιτισμό του χρυσόψαρου, όπου η μνήμη μηδενίζει και επανεκκινεί κάθε 8 δευτερόλεπτα -όσο διαρκεί η μνήμη του χρυσόψαρου.

Απέναντι σε αυτές τις τεκτονικές αλλαγές τι αντιτάσσουμε; Τις θλιβερές καρικατούρες του υπουργείου ή τα Δελτία Τύπου τους που καταγγέλλουν σαν εισαγγελείς του Φώσκολου την αντιπολίτευση; Χωρίς σχέδιο, χωρίς στρατηγική, χωρίς πολιτική. Η κυβέρνηση, στον πολιτισμό, δεν είναι απλώς κακή, οπισθοδρομική και εμμονική. Είναι εντελώς εκτός αντικειμένου. Ο πολιτισμός δεν είναι ένας ακόμη τομέας της πολιτικής μαζί με την οικονομία, τον τουρισμό και τη δημόσια τάξη. Είναι οριζόντιος και είναι η ανάσα της κοινωνίας. Είναι εκεί που διαμορφώνονται οι ταυτότητες, εκεί που διαμορφώνονται τα νέα μοντέλα κοινωνικής συνύπαρξης, είναι εκεί που δομείται ο νέος κόσμος απέναντι στην ξενοφοβία, τον ρατσισμό και τις κάθε λογής ανισότητες. Είναι αυτό που μένει όταν όλα έχουν λησμονηθεί. Πώς να το καταλάβουν αυτό οι ήδη λησμονημένοι;

* Ο Νικήτας Μυλόπουλος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, πρώην πρόεδρος του ΟΜΜΘ

** *Ο Οργανισμός της εισαγωγικής σκηνής του κειμένου, το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, ήταν ο πρώτος που κατέληξε σε καλλιτεχνικό διευθυντή με διαγωνισμό, ύστερα από την καταλυτική παρέμβαση της νέας τότε υπουργού, Μυρσίνης Ζορμπά. Η σημερινή κυβέρνηση πρακτικά τον ακύρωσε. Το κείμενο αφιερώνεται στη Μυρσίνη με συγκίνηση και ευγνωμοσύνη.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)