to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Άφησαν το δικό τους σπίτι για να φροντίζουν τα δικά μας: Οι μετανάστριες εργάτριες μιλούν για τη ζωή τους

Μιλούν στην «Α» της Κυριακής η Αουρόρα Ταμπανγκίν, μετανάστρια, και η Ντέμπι Βαλένσια, ιδρυτικό μέλος της κοινότητας Kasapi Hellas


Ρεπορτάζ για την Αυγή: Τάσος Γιαννόπουλος

Εχει μια στωικότητα η φωνή της που σε καθησυχάζει. Μπορεί να σου μιλήσει για στενάχωρες ιστορίες από τη ζωή της χωρίς να νιώσεις άβολα ούτε μια στιγμή. Και έχει πολλές δυσκολίες να διηγηθεί.

«Ήμασταν φτωχή οικογένεια στις Φιλιππίνες, γι’ αυτό θυσίασα τον εαυτό μου και άφησα πίσω ένα μωρό 7 μηνών τότε. Για να παρέχω ένα καλύτερο μέλλον στην οικογένειά μου. Αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα το 1994, λίγο μετά τα 30 μου, διότι μια συγγενής μου εργαζόταν εδώ». Η Αουρόρα Ταμπαγκίν από την αρχή εργάστηκε ως καθαρίστρια και οικιακή βοηθός, καμία σχέση με τη δουλειά που έκανε στις Φιλιππίνες.

«Το πρωί δούλευα στην κλινική του πρώτου εργοδότη μου και το απόγευμα στο σπίτι του. Ευτυχώς, μου φέρονταν πολύ καλά. Αλλά έκλαιγα διαρκώς, ήμουν λυπημένη γιατί είχα αφήσει την οικογένειά μου στις Φιλιππίνες». Χώρια ο φόβος ότι «θα με απελάσουν γιατί ακόμα δεν είχα χαρτιά».

Ήταν, ωστόσο, αποφασισμένη να δουλέψει σκληρά για να μπορέσει να μαζέψει χρήματα για τους δικούς της. Νιώθει, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, δικαιωμένη: «Η κόρη μου έχει φτιάξει δική της οικογένεια, έχει σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες, οι θυσίες που έκανα έπιασαν τόπο».

Σχεδόν κανένας δεν τους κολλούσε ένσημα

Παρά τη σκληρή καθημερινότητα, νιώθει τυχερή που τα κατάφερε. Η δεύτερη κόρη της μάλιστα γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ. Δεν ήταν όμως κάθε σκαλοπάτι στην πορεία της εξίσου στέρεο με το πρώτο: «Ο δεύτερος εργοδότης που είχα δεν πλήρωνε καθόλου ένσημα. Σε επόμενη δουλειά δεν μπορούσα να πηγαίνω γιατί ήταν μακριά και πλέον είχα ξανά ένα μωρό να προσέξω, το δεύτερο παιδί μου, ενώ εκείνη την περίοδο έχασα και τον άντρα μου. Έπρεπε να δουλεύω και για τα δύο παιδιά - ξεκίνησα ταυτόχρονα σε πολλά διαφορετικά σπίτια. Σχεδόν κανένας δεν κολλούσε ένσημα». Κάποια στιγμή αναγκάστηκε να ανοίξει μέχρι και μπλοκάκι.

Μια ιστορία πανομοιότυπη, θαρρείς, με πολλών άλλων ανθρώπων της κοινότητάς της. Με βάση την έρευνα που επικαλούμαστε παρακάτω (με δείγμα 110 ατόμων) το 70% από τους πάνω από 12.000 Φιλιππινέζους που ζουν στην Ελλάδα -στη συντριπτική τους πλειονότητα γυναίκες- δουλεύουν ως οικιακές βοηθοί. Σε ένα συνεχές «αόρατης» εκμετάλλευσης πίσω από κλειστές πόρτες. Αρκετοί είναι εργάτες σε πλοία ή σκάφη (7,2%) και οι υπόλοιποι δουλεύουν στην εστίαση ή σε ξενοδοχεία, στην εκπαίδευση, σε τηλεφωνικά κέντρα κ.α. Το 64% ανησυχεί ότι είναι δύσκολο να μαζέψει τα απαραίτητα ένσημα για τη σύνταξη.

Η Αουρόρα πλησιάζει πια σε ηλικία συνταξιοδότησης και κάνει σήμερα, στα 64 της, δύο δουλειές για να καλύψει τα έξι χρόνια ενσήμων που της έκλεψαν διάφοροι εργοδότες. Συν ένα διάστημα που δεν μπόρεσε να εργαστεί λόγω μιας περιπέτειας με την υγεία της - το 20,6% των Φιλιππινέζων έχει χάσει δουλειές λόγω ασθένειας και σπάνια παίρνει αποζημίωση, καθώς πάνω από το 65% δεν έχει υπογράψει καμία σύμβαση. «Θέλω, όταν καταφέρω να πάρω την κατώτατη σύνταξη, να γυρίσω στις Φιλιππίνες. Να χαρώ τη ζωή. Δεν είναι αρκετά τα λεφτά για να ζήσεις στην Ελλάδα. Εγώ έχω την κόρη μου εδώ, έχει ελληνική υπηκοότητα, με βοηθάει με το κόστος ζωής, αλλά, αναρωτιέμαι πώς καταφέρνουν να επιβιώνουν άλλες γυναίκες σαν κι εμένα με τα ενοίκια στα ύψη και το εισόδημα τόσο χαμηλό». Στις Φιλιππίνες η Αουρόρα έχει το σπίτι της. «Θα ζήσουμε σχετικά άνετα, καθώς έχουμε και κήπο για να καλλιεργήσουμε τα απαραίτητα» λέει.

Κλεισμένες σε ξένα σπίτια λόγω Covid

Η Ντέμπι Βαλένσια θέλει επίσης να επισκεφθεί, έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες, την πατρίδα της. Έφυγε ως πολιτική πρόσφυγας στα μέσα της δεκαετίας του ’80, έχοντας εμπλακεί με τον σύζυγό της στην αντίσταση κατά της δικτατορίας του Μάρκος. «Ίσως μπορέσω επιτέλους να επισκεφθώ τη χώρα μου, διότι το 2020 πήρα τη ελληνική υπηκοότητα». Μόλις το 2,9% των ομοεθνών της που ζουν στην Ελλάδα το έχει καταφέρει.

Εκ των ιδρυτικών μελών της κοινότητας των Φιλιππινέζων μεταναστών/ριών Kasapi Hellas και συνιδρύτρια του Δικτύου Γυναικών Melissa, όπου η ΑΥΓΗ της Κυριακής τη συνάντησε, ξέρει από πρώτο χέρι τα προβλήματα. «Μέσα στην πανδημία πολλές οικιακές βοηθοί απαγορευόταν να βγουν από το σπίτι που δούλευαν (25%) ή να δουν τους δικούς τους ανθρώπους (45,5%)». Το 70% αδυνατούσε να καλύψει τις βασικές του ανάγκες λόγω των περικοπών στα ήδη χαμηλά εισοδήματα -«κατά μέσο όρο οι οικιακές βοηθοί παίρνουν 700 ευρώ τον μήνα για 6ήμερη εργασία». Ακόμα περισσότεροι/ες βίωσαν ρατσιστικές συμπεριφορές απ’ ό,τι πριν την Covid-19 (37%, έναντι 22,5%)

Εμπόδια και ρατσισμός για να μη φτιαχτεί παιδικός σταθμός για παιδιά μεταναστών

«Αν και οι άνθρωποι που συναναστρέφομαι από την πρώτη στιγμή στην Ελλάδα είχαν πολιτική συνείδηση, εισέπραττα ρατσιστικό βλέμμα ή τη διάκριση στον δρόμο, στο σούπερ μάρκετ, στο νοσοκομείο. Ακόμα κι όταν ταξιδεύω, μολονότι έχω διαβατήριο, πρέπει να περιμένω πολύ περισσότερο. Είναι το “profiling” που κάνουν οι Αρχές σε όποιον δείχνει διαφορετικός» τονίζει η Ντέμπι.

Πάλεψε περίπου έντεκα χρόνια για την ίδρυση παιδικού σταθμού για παιδιά μεταναστών, «γιατί διαρκώς μας έβαζαν γραφειοκρατικά εμπόδια. Οι γείτονες πετούσαν νερό στα παιδιά που έπαιζαν στην αυλή (!) και έκαναν παράπονα για τη φασαρία». Αλλά το «Μικρό Χωριό» λειτουργεί ακόμα σε ένα στενό των Κάτω Πατησίων, σημάδι αντοχής απέναντι στον θεσμικό ρατσισμό αλλά σ’ αυτόν της καθημερινότητας.

Πάνω από τους μισούς έχουν δουλέψει χωρίς ασφάλιση

Ο Joe, σύζυγος της Debbie, βρίσκεται αυτήν την περίοδο στις Φιλιππίνες ασκώντας πίεση προκειμένου να συναφθεί με την Ελλάδα διμερής συμφωνία για την κοινωνική ασφάλιση (παρόμοια με αυτή που ισχύει για 10 χώρες της Ε.Ε.). Για να αρθούν επιτέλους τα γραφειοκρατικά εμπόδια που στερούν από τους ομοεθνείς τους τη «μεταφορά» των κεκτημένων τους από τη μία χώρα στην άλλη ή τους αναγκάζουν σε πολυδάπανα ταξίδια.

Πολλοί Φιλιππινέζοι που ήρθαν στην Ελλάδα πριν 25 και 30 χρόνια πλησιάζουν στην ηλικία συνταξιοδότησης και αγωνιούν για το μέλλον. Δεν έχουν αρκετά ένσημα και ειδικά οι οικιακές βοηθοί σπάνια καλύπτονται. Οι περισσότεροι/ες δεν γνωρίζουν καν τις διαδικασίες. Αυτή ήταν η αφορμή για την έρευνα που ξεκίνησε η ίδια η κοινότητα Kasapi με τη στήριξη του Ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ». Μελέτη δομημένη με τη συμμετοχή των ανθρώπων τους οποίους αφορά, μακριά από τα ελιτίστικα πρότυπα των ακαδημαϊκών ερευνών. «Συνήθως οι ερευνητές έρχονται με ερωτήσεις διαμορφωμένες ήδη στο πανεπιστήμιο, παίρνουν προκάτ απαντήσεις και φεύγουν, χωρίς ποτέ να μοιράζονται τα συμπεράσματα με τους συμμετέχοντες. Εμείς αφήσαμε την κοινότητα να μας οδηγήσει, έτσι πήραμε πιο έγκυρη γνώση. Αν δεν ξέραμε τις ανάγκες της κοινότητας η οποία ενεπλάκη ενεργά, τα αποτελέσματα θα ήταν διαφορετικά» επισημαίνει η Dilara Demir, συγγραφέας της μελέτης, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα υπό τον τίτλο «Εργασία και συνταξιοδότηση με αξιοπρέπεια» («Working and retiring with dignity»).

Μέσα από την έρευνα προέκυψαν και άλλα σοβαρά ζητήματα, όπως οι συνθήκες εργασίας ή οι ανεπαρκείς και κοστοβόρες υπηρεσίες της πρεσβείας των Φιλιππίνων στην Ελλάδα. Οι 110 ερωτώμενοι μίλησαν λεπτομερώς για την εργασιακή τους εκμετάλλευση, ειδικά για το «wage theft» (απλήρωτες υπερωρίες, μη καταβολή δώρων), που λένε οι Αγγλοσάξονες. Το 52,78% των ερωτώμενων δήλωσε ότι έχει δουλέψει χωρίς ασφάλιση και μεγάλο μέρος εξ αυτών (42,5%) για πάνω από 6 χρόνια. «Κρίσιμο είναι και το ζήτημα της υπηκοότητας διότι οι μετανάστες θα ήθελαν να επηρεάζουν μέσω της ψήφου τους τις αποφάσεις που καθορίζουν τη ζωή τους· το 51% το θεωρεί πολύ ή εξαιρετικά σημαντικό» σημειώνει η Dilara Demir.

Μια ερώτηση που κρίθηκε άνευ νοήματος και δεν συμπεριελήφθη ήταν για το αν γνωρίζουν την ύπαρξη της Επιθεώρησης Εργασίας. «Αν και μιλάμε για ένα τμήμα της εργατικής τάξης που βρίσκεται στη χώρα μας εδώ και πάνω από 30 χρόνια, δεν ήξεραν την ύπαρξη του θεσμού. Το ίδιο το ΣΕΠΕ δεν είναι φιλικό σε όσους δεν μιλούν ελληνικά. Μη συμπεριληπτικά είναι και τα συνδικάτα. Όμως αν ένα μέρος της εργατικής δύναμης (του συνόλου, δηλαδή) είναι αόρατο και ευάλωτο, έχει πρόβλημα το σύνολο της εργατικής δύναμης» αναφέρει ο έτερος συγγραφέας της μελέτης Αντρέας Μπλουμ.


Η Ελλάδα να κυρώσει τη σύμβαση 189 της ILO


Ειδικά για τις οικιακές βοηθούς, τονίζει ότι σε μια κοινωνία που γερνάει χωρίς σοβαρές υπηρεσίες κοινωνικού κράτους είναι καταστροφικό η Πολιτεία να αγνοεί την ύπαρξη των εργαζόμενων που καλύπτουν ζωτικές ανάγκες όχι κάποιων «αόριστων» εργοδοτών, αλλά των ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Μιας και ο λόγος για το ενδιαφέρον της Πολιτείας, οι προσκλήσεις του Ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ» κάπου φαίνεται πώς παρέπεσαν, διότι στις 18 Νοεμβρίου, ημέρα παρουσίασης της μελέτης, ουδείς εμφανίστηκε από το αρμόδιο υπουργείο ή άλλον φορέα, όπως και από την πρεσβεία των Φιλιππίνων.

Στις τελευταίες σελίδες περιλαμβάνονται συγκεκριμένες προτάσεις προς τα δύο κράτη. Η Ελλάδα, επισημαίνει ο Αντρέας Μπλουμ, οφείλει να κυρώσει τη Σύμβαση 189 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) για την οικιακή εργασία και να κάνει υποχρεωτικές τις συμβάσεις εργασίας, αλλά και να διευκολύνει τις μακροχρόνιες άδειες παραμονής. Για την ώρα «τιμωρεί» τους μετανάστες. Σε αντίθεση με τους Έλληνες πολίτες, πρέπει να αποδείξουν 40 χρόνια μόνιμης και νόμιμης διαμονής για να λάβουν πλήρως την ελάχιστη σύνταξη των 384 ευρώ (Ν. 4387/2016). Για κάθε έτος που δεν «αποδεικνύουν» χάνουν 1/40 του ποσού. Η απόδειξη των 40 ετών είναι αδύνατη για την πλειονότητα, καθώς ο μόνος τρόπος πιστοποίησης είναι οι άδειες διαμονής και η πρώτη συντονισμένη διαδικασία νομιμοποίησης ξεκίνησε μόλις το 1998...

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)