Απ’ τες εννιά είμαι εδώ
15 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα. Πώς πέρασεν η ώρα.
15 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα. Πώς πέρασαν τα χρόνια
Γρήγορα πέρασεν η ώρα απ’ τες εννιά που βρεθήκαμε
Το είδωλον του νέου σώματός μου ήλθε και με ηύρε και με θύμισε
Την πλατεία γεμάτη -το αδιαχώρητο. Αριστεροί, αριστεριστές, αναρχικοί
Πλήθος αδιαπέραστο μέσα στην πλατεία -τραπεζάκια γεμάτα κόσμο, μέγα πλήθος!- γύρω-γύρω από την πλατεία
Και περασμένες συζητήσεις για το μέλλον που αναπόφευκτα έρχεται και την επανάσταση, γεμάτες πάθος
Τί τολμηρή ηδονή!
Το είδωλον του νέου σώματός μου ήλθε και με ηύρε και με θύμισε
Ανοιχτούς χώρους αρωματισμένους, δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι
κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν, και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά.
Το είδωλον του νέου σώματός μου ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά
Σύντροφοι που αυτοκτόνησαν όταν το μέλλον ξεθώριαζε και έσβηνε
Αισθήματα δικών μου, αισθήματα των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα
Κάθουμουν άδειος, και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω; Όλα είναι σιωπή
Κατάμονος μέσα στη φρικτή ερημία του πλήθους μ’ ένα κινητό στο χέρι φωτογραφίζω
Διμοιρίες έρχονται και πάνε σπάζοντας τη μονοτονία των πιρουνιών πάνω σε πιάτα
Συνδαιτημόνες σ’ ένα κόσμο παγωμένο στο χρόνο, χωρίς ηδονές και χωρίς πάθη
Αθήναιον, Ριβιέρα, Χάρτες, μια πλατεία σταθμός του μετρό -τόποι σε χώρα αγνώριστη
15 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα. Πώς πέρασεν η ώρα
15 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα. Πώς πέρασαν τα χρόνια
Η δημοσίευση στο facebook: