to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Ένοχοι Ιστορίας ή σκακιστές στον Τιτανικό;

Το left.gr δημοσιεύει μια αναλυτικότερη εκδοχή του σημαντικού άρθρου του ομότιμου καθηγητή ιστορίας Αντώνη Λιάκου σε σχέση με την ιστορική κατανόηση του πολέμου στην Ουκρανία που δημοσιεύθηκε τη Κυριακή 20 Μαρτίου στην Αυγή


Βρίσκονται σε θέση απολογουμένου όσοι αναφέρονται στην προ-ιστορία     της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Όσοι δηλαδή αναφέρονται στις αλλεπάλληλες δηλώσεις, εκτιμήσεις, διαβεβαιώσεις Αμερικανών κυρίως, αλλά και Ευρωπαίων πολιτικών, διπλωματών και αναλυτών ότι η προώθηση της Συμμαχίας του ΝΑΤΟ όλο και πιο ανατολικά θα προκαλούσε  την αντίδραση της Ρωσίας, και ότι ενδεχόμενη ένταξη της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας στη δυτική συμμαχία  δεν θα γίνει ανεκτή.  Ενοχοποιήθηκαν όσοι αναφέρονται στις εγγυήσεις προς τον Γκορμπατσόφ που έδωσαν οι πρόεδροι Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος και ο καγκελάριος Χέλμουτ Κολ ότι η ενοποίηση της Γερμανίας και η ένταξη του ανατολικού μέρους της στη συμμαχία γινόταν υπό τον όρο ότι το ΝΑΤΟ δεν θα προχωρούσε «ούτε ίντσα ανατολικότερα». Ενοχοποιήθηκαν όσοι αναφέρθηκαν  στις προειδοποιήσεις του παλαίμαχου διπλωμάτη Τζορτζ Κέναν, του ίδιου που το 1946 μίλησε πρώτη φορά για «ανάσχεση του κομμουνισμού» και έκτοτε θωρήθηκε ο πρύτανης της αμυντικής πολιτικής των ΗΠΑ, στις αναλύσεις του Κίσινγκερ, αλλά και του   σημερινού διευθυντή  της CIA, Ουίλιαμ Μπερνς, ότι η ανατολικότερη προώθηση της δυτικής συμμαχίας με την ένταξη της Ουκρανίας σημαίνει εξώθηση της Ρωσίας σε πόλεμο. Ενοχοποιήθηκαν όσοι αναφέρθηκαν στο δόγμα Μονρόε του 1823 για την ασφάλεια των ΗΠΑ στην αμερικάνικη ήπειρο και στην κρίση των πυραύλων  στην Κούβα το 1962.   Τα τελευταία τριάντα χρόνια το ΝΑΤΟ προχωρά ανατολικά με την ένταξη χωρών όπως οι τρεις Βαλτικές χώρες, η Πολωνία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Βόρεια Μακεδονία, και με  αιτήσεις  να συμπεριλάβει την Ουκρανία και την Γεωργία.   Πώς μπορεί να καταλάβει κανείς τον σημερινό πόλεμο χωρίς αναφορά στο πώς χτίστηκε βήμα-βήμα η εχθρότητα, και εν γνώσει των συνεπειών κάθε βήματος; Είναι σαν να περιορίζει  κανείς τις ευθύνες για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην δολοφονία του Αρχιδούκα της Αυστρίας στο Σαράγιεβο και στον σερβικό εθνικισμό κι όχι στον ανταγωνισμό και στον εξοπλισμό των μεγάλων δυνάμεων της εποχής εκείνης.  

Η αναζήτηση των αιτιών του πολέμου   θεωρήθηκε δικαιολόγηση και απωθήθηκε, και αυτό δεν συμβαίνει πρώτη φορά σε   ανάλογα διεθνή γεγονότα. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ενοχοποιήθηκαν  το 2001, στην τραγωδία των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη, οι αναφορές  στο πώς σωρεύτηκε και έγινε τοξική μια μακροχρόνια   δυσπιστία, καχυποψία  και   εχθρότητα ανάμεσα στις ΗΠΑ και τον αραβομουσουλμανικό κόσμο, η οποία εν τέλει οδήγησε σε μια εικοσαετία αιματηρών πολέμων, από το Αφγανιστάν έως  τη Λιβύη.  Τότε εχθρός ήταν η τρομοκρατία και ο αντιαμερικανισμός. Η  ψυχολογία ήταν προτιμότερη από την ιστορία ως μέθοδος ανάλυσης. Η πολιτισμική μνησικακία έναντι της Δύσης αναδείχτηκε σε πανάκεια εξήγησης.  Αντί της αντιμετώπισης των αιτιών της δυσπιστίας επιλέχθηκε η συνεχής και αδιέξοδη αντιπαράθεση. Κορωνίδα της επιτυχίας ήταν η βεβιασμένη εγκατάλειψη του Αφγανιστάν στα χέρια των Ταλιμπάν, του εχθρού που για την εξαφάνισή του είχαν κινητοποιηθεί οι μεγαλύτερες πολεμικές μηχανές του κόσμου.  Εν τω μεταξύ κράτη διαλύθηκαν, κοινωνίες αποδιοργανώθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν οι αιτίες συγκρούσεων, εκατομμύρια οδηγήθηκαν στη μετανάστευση και θαλασσοπνίγονται ακόμη μπροστά στο φρούριο Ευρώπη. 
Από τότε που η δημόσια σφαίρα παγκοσμιοποιήθηκε και  μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης η φωνή των πολλών ακούγεται, η ψύχραιμη   ανάλυση έχει αντικατασταθεί από μια «ομολογιακή κουλτούρα» η οποία αρχίζει και τελειώνει στο «απεταξάμην» και στο «συνεταξάμην», όπως στις χριστιανικές βαπτίσεις. Αντί της ιστορίας η δήλωση ταυτότητας και προσχώρησης με το σηματάκι στο κούτελο.       

Stabiltocracy ή τερατογένεση;

Και τώρα; Στην τωρινή κρίση εξήγηση είναι η ψυχολογία του Πούτιν και το φασιστικό καθεστώς της Ρωσίας. Όπως πριν από είκοσι χρόνια υποφέραμε από την «σύγκρουση των πολιτισμών», έτσι και τώρα από την αντιπαράθεση των  αντιδημοκρατικών καθεστώτων (illiberal democracies) απέναντι στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Κάθε κακός στην ιστορία τείνει να εξομοιωθεί με το αρχέτυπο των κακών, τον Χίτλερ. Χίτλερ ο Μιλόσεβιτς, Χίτλερ ο Σαντάμ, Χίτλερ και ο Πούτιν. Ο Χίτλερ δηλαδή ποτέ δεν πεθαίνει γιατί είναι η βολική εξήγηση, η αποσιώπηση των αιτιών και η αποφυγή των ευθυνών.   Είναι η Ρωσία φασιστική χώρα; Οι δολοφονίες και οι καταδιώξεις των αντιφρονούντων, ο έλεγχος των ΜΜΕ, η λογοκρισία,    η γενικευμένη ανελευθερία και οι παράνομες πρακτικές διατήρησης της εξουσίας από τον Πούτιν δεν φτάνουν για να της αποδώσουν αυτό τον χαρακτηρισμό, όπως δεν φτάνουν και για την Τουρκία του Ερντογάν, για την Ουγγαρία του Ορμπαν  ή για τη Βραζιλία του Μπολσονάρο. Και πώς θα χαρακτηρίσεις την Κίνα  που έχει επίσης ένα ανελεύθερο καθεστώς, φασιστική και αυτή; Και πότε έγιναν αυτές οι χώρες φασιστικές, μέσα από ποιες διαδικασίες;  Δεν ξεμπερδεύει κανείς με την ιστορία μέσα από αφορισμούς. Ο φασισμός   όπως και ο ναζισμός, είναι ιστορικές κατηγορίες με συγκεκριμένο περιεχόμενο, το οποίο εξανεμίζεται αν  τις χρησιμοποιείς σαν πασπαρτού.

Η περίοδος των 30 χρόνων μετάβασης από τον σοσιαλισμό στον καπιταλισμό, ο διαφορετικός  τρόπος που έγινε     στην Ανατολική Ευρώπη,   στη Ρωσία και στην Κίνα είναι   βασικό κλειδί για να καταλάβουμε και την υπόθεση της Γιουγκοσλαβίας χτες, και την υπόθεση της Ουκρανίας σήμερα, και ενδεχομένως την υπόθεση της Ταιβάν, ό μη γένοιτο, αύριο. Συχνά γίνεται αναφορά στην φράση του Γκράμσι «όταν το παλιό δεν έχει ακόμη πεθάνει και το καινούργιο δεν έχει ακόμη γεννηθεί, είναι η εποχή των τεράτων». Μόνο που το παλιό που δεν πέθανε ακόμα είναι τα παλιά σοσιαλιστικά καθεστώτα, και το καινούργιο που δεν γεννήθηκε, αλλά αντικαταστάθηκε από την τερατογένεση είναι  αυτά τα διεφθαρμένα   καθεστώτα (και στη Ρωσία, και στην Ουκρανία, και στις άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, αλλά και στην Ανατολική Ευρώπη) που συνδυάζουν τον πιο άγριο νεοφιλελευθερισμό με την κλεπτοκρατία και τον αυταρχισμό.  Πρόκειται για αυτό που οι  Βαλκάνιοι αυταρχικοί ηγέτες  προσδιορίζουν ως stabiltocracy (σταθερά καθεστώτα). Η ιστορία δεν είναι επιδόρπιο για να τη δοκιμάσουμε μετά την πολεμική κρίση.  Η προσπάθεια κατανόησης, μια προσπάθεια χωρίς τέλος, δεν είναι δικαιολόγηση των γεγονότων. Πώς θα αντιληφθούμε ακόμη και την πιο μεγάλη καταστροφή αν δεν την δούμε συνυφασμένη μέσα στο ιστορικό πλαίσιό της; Η ιστορία είναι μέρος της λύσης.  Διαφορετικά γίνεται διακοσμητική.

Westplaining και μεταφορά του στίγματος

Η μόνη βάσιμη κριτική που ασκήθηκε στην κατανόηση της σημερινής κρίσης,  μέσα από την κριτική στο επιχείρημα της επέκτασης του ΝΑΤΟ, είναι εκείνη η οποία προβάλει τις επιθυμίες των ίδιων των λαών της Ανατολικής Ευρώπης. Δεν έχουν δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού; Κι αυτό δεν περιλαμβάνει την επιλογή συμμαχιών και επομένως και του ΝΑΤΟ;  Είναι αιχμάλωτοι της γεωγραφίας και της γειτονίας με έναν μεγάλο αδελφό;  Η κριτική αυτή  αναπτύσσεται φοράει  το σηματάκι   westplaining και  αντιγράφει  την κριτική των post-colonial,  μιλώντας κι αυτή για   ετεροκαθορισμό της βούλησης των ανατολικοευρωπαίων από τους δυτικούς (και κατά προτίμηση από τους δυτικούς αριστερούς).

Η κριτική αυτή έχει δίκιο θεωρώντας ότι τσουβαλιάζουμε όλη την Ανατολική Ευρώπη σε μια κατηγορία, παρά τις μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα. Αλλά  την Ανατολική Ευρώπη την προσδιόρισε ο ψυχρός πόλεμος  (Σύμφωνο Βαρσοβίας και ΝΑΤΟ, το «σιδηρούν παραπέτασμα» κατά Τσώρτσιλ). Από τη δεκαετία του ’70, και τα κινήματα των διανοουμένων αντιφρονούντων, αρχίζει η διεκδίκηση της αναγνώρισης της Ανατολικής Κεντρικής Ευρώπης, σε διάκριση με την Ανατολική Ευρώπη. Η γραμμή επιχειρηματολογίας αφορά τα  πολιτισμικά όρια της Ευρώπης. Πολιτισμικά επιχειρήματα του τύπου ποιοι πήραν τον χριστιανισμό μέσω της καθολικής εκκλησίας και ποιοι μέσω των βυζαντινών, ποιοι ανήκαν στην πολωνολιθουανική  κοινοπολιτεία και στους Αψβούργους και ποιοι στον ανατολικό δεσποτισμό, πού αναπτύχθηκε η Αναγέννηση και πού τελειώνουν οι καθεδράλες,  προβλήθηκαν επανειλημμένα και με κάθε τρόπο και αποτέλεσαν την ραχοκοκαλιά της ιδεολογία μιας σειρά χωρών που διεκδίκησαν άλλωστε να θεωρούνται προπύργια της Ευρώπης απέναντι στον ασιατικό δεσποτισμό.    Συμμετοχή στην Ανατολική Κεντρική Ευρώπη διεκδίκησαν οι Πολωνοί, οι Τσέχοι, οι Σλοβάκοι ,  οι Ούγγροι  και οι Βαλτικές δημοκρατίες (διεκδικώντας παράλληλα  θέση   στην κοινότητα των χωρών της Βόρειας θάλασσας). Όλοι αυτοί μετέφεραν το στίγμα του μη-Ευρωπαίου ανατολικότερα.  Αλλά και οι Ουκρανοί που ετεροπροσδιορίστηκαν  μένοντας   στο καθαρτήριο της Ανατολικής Ευρώπης, διεκδίκησαν κι αυτοί τις δυτικές τους κληρονομιές, για να μεταφέρουν το στίγμα του μη-Ευρωπαίου ανατολικότερα, δηλαδή στην Ρωσική Ομοσπονδία.

Παράλληλα, σε όλες αυτές τις χώρες που μετά το 1989 έβλεπαν  τον εαυτό τους ως   φτωχούς εξαδέλφους  των δυτικοευρωπαίων, αναπτύχθηκε η θεωρία της    «επιστροφής στην Ευρώπη».  Σύμφωνα με μια πάρα πολύ διαδεδομένη θεωρία, η οποία έχει προσδιορίσει την ιστορική κουλτούρα και  το δημόσιο λόγο,   μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρώπη τους πρόδωσε και τους εγκατέλειψε στο έλεος του Στάλιν. Το τέλος του πολέμου γι αυτούς δεν σήμαινε απελευθέρωση, όπως για τη δυτική Ευρώπη, αλλά παράδοση από τον ένα ολοκληρωτισμό στον άλλο (και γι αυτό ζητούν την εξίσωση Ναζισμού-Κομμουνισμού). Οι περισσότερες από αυτές τις χώρες είχαν βιώσει με αιματηρά τον διαμελισμό ανάμεσα στη Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση (Πολωνία) και  την κατοχή των Σοβιετικών μετά το  σύμφωνο Ρίμπετροπ-Μολότοφ το 1939. (Βαλτικές). Επομένως, τώρα είχε έλθει η ώρα της «επιστροφής στην Ευρώπη». Επομένως η μη ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ θεωρείται μια εκ νέου εγκατάλειψη, μια καινούργια προδοσία της Ευρώπης και της Δύσης σε βάρος τους.

Η Ανατολική Ευρώπη,   από την εποχή της εισβολής των Σοβιετικών στην Πράγα, αυτοπροσδιορίζεται όχι σε σχέση με τον εαυτό της, αλλά  σε σχέση με τη θέση της απέναντι στον στόχο της συμμετοχής της στην πορεία της δυτικής Ευρώπης.   Αλλά, εδώ τίθεται ένα ευρύτερο ιστορικό πρόβλημα:  ποια χώρα και πότε δεν ετεροπροσδιορίστηκε; Ποια χώρα και πότε είχε απόλυτη ελευθερία της επιλογής συμμάχων; Μια ματιά στην ιστορία της Ελλάδας, από τις τρεις προστάτριες δυνάμεις του 1830 έως τα pacta sunt servanda, παρά το αποτέλεσμα των εκλογών το 2015, δείχνει τα όρια της ανεξαρτησίας.   Τρεις  φορές  (1854, 1916, 1944)  στην Αθήνα έδρασαν ξένα στρατεύματα για να μην να αλλάξει η Ελλάδα συμμάχους.

Δυο ξένοι στο ίδιο σπίτι   

Μήπως όμως πράγματι κινδυνεύουν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης από τη Ρωσία, και επομένως είχαν δίκιο να θέλουν να τεθούν υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ; Ποιες είναι οι επιδιώξεις της Ρωσίας; Τον καιρό της Περεστρόικα προβλήθηκε από τον Γκορμπατσόφ η ανάγκη ενός «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού». Δεν έγινε τότε και η Ρωσία που διαδέχτηκε την ΕΣΣΔ εξωθήθηκε στην αντιπαλότητα. Μήπως όμως η αδυναμία  της εκτεταμένης αυτής χώρας να παράγει δημοκρατικούς θεσμούς και η πολιτική Reconquista  που ακολουθεί ο  Πούτιν προκειμένου να επανεγκαθιδρύσει μια ηγεμονευόμενη από τη Ρωσία κοινοπολιτεία στην επικράτεια της παλιάς ΕΣΣΔ θα  την έκανε αναφομοίωτη και μάλλον ξένη στο κοινό ευρωπαϊκό σπίτι; Δεν φτάνει ο μπελάς του Ερντογάν στην Ευρώπη, θα μπορούσε να αντέξει και έναν Πούτιν; Και τελικά, μήπως η «ευρωπαϊκή αφύπνιση» με την άμεση απάντηση οικονομικών μέτρων στη Ρωσία και την προετοιμασία μιας κοινής άμυνας με τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, δεν συνιστά  μια περισσότερο ρεαλιστική  θέση; Η Ρωσία, παρά το γεγονός ότι δεν ανήκει πλέον στης μεγάλες δυνάμεις (στην οικονομία είναι ενδέκατη, με τρεις ισχυρότερες τις ΗΠΑ, Κίνα και Γερμανία),  παραμένει εντούτοις ισχυρή στους εξοπλισμούς και τις φυσικές πηγές ενέργειας. Η εισβολή στην Ουκρανία (και ο χειρισμός της Λευκορωσίας ως υποτελούς κράτους) δεν ακυρώνει όλα τα προηγούμενα επιχειρήματα;  Γιατί η Δύση θα πρέπει να παραδώσει τους πρώην λαούς της ΕΣΣΔ αιχμάλωτους στον Πούτιν, αρνούμενη να υπερασπίσει τη θέλησή τους να γίνουν ανεξάρτητες χώρες και να ακολουθήσουν τον δρόμο των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών μετά το 1945;

Αντιστρέφοντας το επιχείρημα της ενοχής για την ιστορία, μήπως η εμμονή στην ιστορία μας εμποδίζει να υποστηρίξουμε την απελευθέρωση των λαών από τους ιστορικούς και γεωγραφικούς καταναγκασμούς;  Είναι γεγονός ότι μερικοί πόλεμοι, όπως άλλωστε ο Β’ΠΠ εμπεριείχαν ισχυρές προσδοκίες αλλαγής του κόσμου μετά τη νίκη. Μερικές από τις προσδοκίες πραγματοποιήθηκαν, όπως η   μακρά περίοδος ειρήνης,   δημοκρατίας και κοινωνικού κράτους στη δυτική Ευρώπη, άλλες όχι. Σε τούτον τον πόλεμο οι αρχικοί φόβοι ήταν η επέκτασή του μέσω διαδοχικών ανεξέλεγκτων εμπλοκών, πράγμα που φαίνεται ότι προς ώρας αποφεύχθηκε. Είναι θετικό ότι κάτι έμαθε ο κόσμος από τους δυο προηγούμενους παγκόσμιους πολέμους. Αλλά καμιά ελπίδα δεν πρόκειται να ξεπηδήσει.

Εντούτοις ίσως μοιάζουμε με σκακιστές στον Τιτανικό. Κουβεντιάζουμε επικεντρωμένοι στη σκακιέρα ενώ το πλοίο βυθίζεται. Ο πόλεμος αυτός συμβαίνει μετά μια πανδημική κρίση η οποία οδηγεί με ταχύτητα σε οικονομικές κρίσεις και χρεωκοπίες κράτη και νοικοκυριά, σε ενεργειακές κρίσεις που αλλάζουν και τα παραγωγικά και τα γεωπολιτικά δεδομένα, και όλα αυτά όταν η ανθρωπότητα συνολικά είναι με την πλάτη στον τοίχο της κλιματικής κρίσης. Αντί της εκ των ων ουκ άνευ  διεθνούς συνεργασίας για τη διάσωση του περιβάλλοντος, νέοι ψυχροί και θερμοί πόλεμοι και κούρσα εξοπλισμών. Ο κόσμος αλλάζει και αλλάζει στο χειρότερο, το καράβι βουλιάζει, αλλά εμείς χαιρόμαστε γιατί επί τέλους «αφυπνιστήκαμε» ξεπεράσαμε της παλιές μας ιδεοληψίες για αφοπλισμούς και ειρηνική συνύπαρξη και επι τέλους, νικάμε στο σκάκι.  Των οικιών ημών εμπιπραμένων…(συμπληρώστε τη συνέχεια).

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)