to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

15:06 | 20.12.2021

Πολιτισμός

ΙΝΠ: Παρουσίαση του συλλογικού τόμου "1821-2021: μνήμες τεχνών - θραύσματα ιστορίας"

Παρουσίαση του συλλογικού τόμου 1821-2021: μνήμες τεχνών-θραύσματα ιστορίας, που κυκλοφόρησε μόλις σε επιμέλεια του Ανδρέα Μαράτου, από το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και τις εκδόσεις Νήσος


Σε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση, την οποία συντόνισε η δημοσιογράφος Μαριλένα Κατσίμη, εξελίχθηκε η παρουσίαση, την περασμένη Παρασκευή 17/12/2021, του συλλογικού τόμου 1821-2021: μνήμες τεχνών-θραύσματα ιστορίας, που κυκλοφόρησε μόλις σε επιμέλεια του Ανδρέα Μαράτου, από το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και τις εκδόσεις Νήσος.

Για το βιβλίο μίλησαν ο Νίκος Διονυσόπουλος, ο ζωγράφος Ηλίας  Παπαηλιάκης, η συγγραφέας Μαριάννα Τζιαντζή, και ο ποιητής Θωμάς Τσαλαπάτης, ενώ σύντομη παρέμβαση έκανε και ο επιμελητής του τόμου, Ανδρέας Μαράτος.

 Email Image

Στο κοινό βρέθηκαν -συμμετέχοντας στην ιδιαίτερα ζωντανή συζήτηση που ακολούθησε, γύρω από επιμέρους πλευρές του τόμου- πολλοί από τους συγγραφείς που συμμετείχαν σε αυτόν, αλλά και άλλοι άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης, μεταξύ των οποίων, η Μαρία Φαραντούρη, ο Τηλέμαχος Χυτήρης, ο Νίκος Κυπουργός, ο Παναγιώτης Κουνάδης, ο Λεωνίδας Εμπειρίκος, ο Αριστείδης Μπαλτάς, ο Γιώργος Φουρτούνης, η Μαρία Παπαγιάννη, ο Παντελής Μπουκάλας, η Πηνελόπη Πετσίνη, η Μιράντα Τερζοπούλου, η Μικέλα Χαρτουλάρη, η Λιάνα Θεοδωράτου, η Κατερίνα Κοσκινά, η Ελίτα Κουνάδη, η Λίνα Τσίκουτα, ο Γιάννης Κονταράτος, ο Δημήτρης Βανέλλης, ο Αντώνης Γιανακός (Γιάννης Αντωνιάδης), ο Κώστας Χριστόπουλος, ο Λέανδρος Πολενάκης κ.ά.

Ανοίγοντας την παρουσίαση, η διευθύντρια του ινστιτούτου, Δανάη Κολτσίδα, χαρακτήρισε τον τόμο μια "Οδύσσεια", όχι μόνο λόγω του μεγέθους του, αλλά και γιατί "μας καλεί σε μια περιδιάβαση στα διακόσια χρόνια νεοελληνικής ιστορίας, μέσα από τη ματιά των διαφορετικών μορφών και εκφράσεων της ελληνικής τέχνης", όπως είπε. Εξηγώντας δε αυτή την εκδοτική επιλογή του ινστιτούτου, τόνισε ότι αυτό επιδίωξε να παρέμβει στη δημόσια συζήτηση με αφορμή την επέτειο της ελληνικής επανάστασης, με μια "εναλλακτική ματιά, πέρα από τις επίσημες αφηγήσεις", αλλά ταυτόχρονα με όρους "καθολικότητας και οικουμενικότητας", έναν συνδυασμό που, όπως ανέφερε, υπηρετεί άριστα η επιλογή της τέχνης ως οπτικής. Τέλος, η διευθύντρια του ΙΝΠ μίλησε για τον επιμελητή του τόμου, Ανδρέα Μαράτο, χαρακτηρίζοντάς τον ως "έναν πραγματικό homo universalis, που ξεκινά από την φυσική και τη ζωγραφική και φτάνει στη μουσική και στην φιλοσοφία και δεν σταματά ποτέ να διαβάζει και να προβληματίζεται, και κυρίως να μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις και τις γνώσεις του", ενώ ιδιαίτερη μνεία έκανε στη συνεργασία του ινστιτούτου με τις εκδόσεις Νήσος και στη σημασία που έχει -ειδικά στο σημερινό τοπίο κρίσης του βιβλίου- να υπάρχουν εκδότες που επιμένουν σε ποιοτικές εκδόσεις.

Απαντώντας στην ερώτηση "γιατί οι τέχνες, γιατί το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς επέλεξε να προσεγγίσει το θέμα της επετείου της ελληνικής επανάστασης μέσα από την τέχνη", με την οποία η Μαριλένα Κατσίμη άνοιξε τη συζήτηση για το βιβλίο, ο επιμελητής του, Ανδρέας Μαράτος, ανέφερε: "Για τη δική μου ματιά, η τέχνη είναι προνομιακός τόπος για να μελετήσεις μια μεγάλη ιστορική περίοδο,  επίσης μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Αρκεί να σκεφτούμε τι φωλιάζει μέσα σε ένα έργο τέχνης, σε ένα έργο τέχνης φωλιάζουν πάρα πολλές χρονικότητες, πάρα πολλές πρακτικές, πάρα πολλά βλέμματα, πάρα πολλές αναγνώσεις. Και θα πω τι εννοώ. Σε ένα έργο τέχνης είναι κρυμμένες οι προθέσεις, οι κοσμοαντιλήψεις, τα κυρίαρχα στερεότυπα και τα λοιπά μέσα στο μυαλό του καλλιτέχνη, αλλά και οι τρόποι με τους οποίους, μέσα από την έκφραση του, προσπαθεί να τα υπερβεί. Μέσα στο έργο τέχνης κρύβονται το μεγαλείο και οι αδυναμίες του αποτελέσματος της δημιουργικής του πράξης. Tαυτόχρονα, είτε το θέλει είτε όχι, μέσα σε αυτό το έργο οι αντιθέσεις και αντιφάσεις εκείνης της ιστορικής στιγμής φανερώνονται με κάποιο τρόπο ίσως σύνθετο. Και όχι μόνο αυτό. Παραμένουν εκεί και αποτελούν έναν αδιάψευστο μάρτυρα της στιγμής και όσων προηγήθηκαν. Αδιάψευστο μάρτυρα και όσων ονειρεύτηκε ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης, αλλά και οι άνθρωποι και οι παράμετροι που τον επηρέασαν, όσων ονειρεύτηκαν για το μέλλον τους, ανεξάρτητα αν αυτό υλοποιήθηκε ή όχι.

Άρα ένα έργο τέχνης είναι ένα ανοιχτό πεδίο δυνατοτήτων που ταξιδεύει στο χρόνο. Επιδέχεται συνεχώς νέες αναγνώσεις, προκαλεί νέα βλέμματα, νέα ακούσματα και με αυτό τον τρόπο ίσως είναι και ο καλύτερος, ο πιο αθόρυβος, ο πιο αινιγματικός, αλλά σε τελική ανάλυση ο καλύτερος μάρτυρας μιας εποχής. Πόσο μάλλον που τα έργα τέχνης, οι δημιουργοί και οι εποχές τους εργαλειοποιούνται εκ των υστέρων και από την κυρίαρχη αντίληψη. Πολλές φορές προσπαθούν να στρογγυλέψουν τις αιχμές τους. Οπότε όταν συζητάς για ένα έργο τέχνης συμμετέχεις σε μια αθόρυβη αλλά πολύ ουσιαστική διαπάλη ιδεών. Και όχι μόνο ιδεών, αλλά και πολιτικών αντιλήψεων και στοχεύσεων για το μέλλον. Αυτό είναι νομίζω το υπόβαθρο που μας κάνει να κατανοήσουμε ότι ένα ινστιτούτο κοινωνικών και πολιτικών ερευνών φυσικά και πρέπει να ασχολείται με την τέχνη".

Περιγράφοντας την εμπειρία του από τη δημιουργία του βιβλίου, ο Ανδρ. Μαράτος ανέφερε ότι "για μένα ήταν μια πραγματικά ένα συγκλονιστικό ταξίδι. Αυτή η περιπέτεια, κυρίως το ότι σε συνθήκες καραντίνας και χωρίς να μπορούμε να συναντηθούμε δια ζώσης, ήρθα σε επαφή, σε επικοινωνία με τόσους ανθρώπους, άλλους επειδή τους γνώριζα, άλλους επειδή μου τους σύστησαν και άλλους επειδή τους αναζήτησα μόνος μου στο Διαδίκτυο ψάχνοντας κείμενά τους, έχοντας ένα αρχικό πλάνο στο μυαλό μου. Είμαι ευγνώμων για την εμπιστοσύνη, για τη συνέπεια και για αυτό το αποτέλεσμα. Χωρίς αυτή τη σχέση, αυτό το άτυπο δίκτυο που οικοδομήθηκε μέσα σε συνθήκες καραντίνας, αυτό το έργο δεν θα μπορούσε να είναι εδώ σήμερα. Για μένα ένα μεγάλο κέρδος και ένα μάθημα είναι ότι η συλλογικότητα ποτέ δεν πεθαίνει".

Επίσης εξήγησε ότι "πρόθεσή μου όταν κατέθεσα την ιδέα, όταν τη συζητήσαμε στο ινστιτούτο ήταν η ιδέα να φτιάξουμε ένα χάρτη, τον οποίο σκεφτόμουν με δύο όρους: Ο ένας είναι μια θέση του Βάλτερ Μπένγιαμιν, που με έχει σημαδέψει, και μιλάει για την κρυφή, αθέατη όψη στην ιστορία, τον ηλιοτροπισμό, πώς κάλυκες αυτών των ηλιοτροπίων στρέφονται προς τον ήλιο της ιστορίας, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές. Λοιπόν, εγώ σκεφτόμουν έναν χάρτη που θα λειτουργεί σαν ηλιοτρόπιο και θα το ποτίζουμε. Ο δεύτερος είναι ότι εγώ είμαι οπαδός της άποψης ότι και στις πιο ζοφερές συνθήκες δεν πρέπει να το βάζεις κάτω, πρέπει να κάνεις δουλειά μυρμηγκιού. Είναι μια αθέατη, αθόρυβη δουλειά. Είναι μια δουλειά υποδομής που όμως κρατάει ανοιχτό τον ορίζοντα, έστω και με χαραμάδες, και αισθάνομαι ότι με αυτά τα θραύσματα που συγκεντρώσαμε ανοίξαμε αρκετές χαραμάδες. Άρα στην πραγματικότητα κάνουμε ό,τι νομίζω νηφάλια και αθόρυβα προσπαθεί το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς να κάνει με όλες του τις δράσεις. Δηλαδή έναν πόλεμο θέσεων σε ένα τοπίο σιωπής. [...] Γιατί νομίζω με επιστημονικούς όρους και με πολύ διαφορετικά μεταξύ τους βλέμματα, υπονομεύουμε τα κυρίαρχα στερεότυπα της κυρίαρχης αφήγησης, που -λυπάμαι που το λέω- θυμίζουν συχνά πομπώδεις πανηγυρικούς γυμνασιάρχη της δεκαετίας του '50 και του '60. Και νομίζω ότι προσπαθούμε πολύ διακριτικά, αλλά πολύ ουσιαστικά να ξηλώσουμε τα κακοραμμένα κουστούμια στο ραφείο της ιστορίας, τα οποία σαν αδειανά πουκάμισα μας έχουν κατακλύσει. [...] Και να σας πω και κάτι. Το λέω συνέχεια, το πιο δύσκολο πράγμα της εποχής μας είναι ότι η κυρίαρχη γραμματική είναι η γραμματική του συντελεσμένου μέλλοντα: Όλα έχουν ειπωθεί. Όλα έχουν γίνει και όλα χωράνε, αρκεί να δεχτούμε κατά βάθος ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι ο καλύτερος δυνατός. Οτιδήποτε αντιστρατεύεται αυτή τη φτωχή γραμματική, νομίζω ότι είναι όπλο στα χέρια μας". 

Email Image

Δίνοντας τη δική του απάντηση στο ίδιο ερώτημα -"γιατί τέχνη"- αλλά και την ευρύτερη άποψή του για το βιβλίο, ο ζωγράφος Ηλίας Παπαηλιάκης, είπε μεταξύ άλλων: "Η παραγωγή τέχνης, για μένα που είμαι καλλιτέχνης, έχει ενδιαφέρον γιατί στο τέλος πάντα κάτι λανθάνει, πάντα κάτι ξεφεύγει. Αυτό που ξεφεύγει είναι αυτό που στην επόμενη φάση, στο επόμενο γύρισμα του χρόνου, στο επόμενο γύρισμα της σκέψης θα προσπαθήσουμε να το ξαναεντοπίσουμε. Κι αυτό το παιχνίδι του ποντικού και της γάτας είναι αυτό που χαρακτηρίζει το βιβλίο που έχουμε να παρουσιάσουμε".

Ο Ηλ. Παπαηλιάκης χαρακτήρισε το βιβλίο "ένα συνεργατικό εγχείρημα αυτογνωσίας", τονίζοντας τη σημασία του εύρους της συνεργασίας σε αυτό το επίπεδο και στεκόμενος ιδιαίτερα στο ηλικιακό εύρος που καλύπτουν οι πενήντα συγγραφείς που μετέχουν σε αυτό, συνδυάζοντας "σπουδαίους δασκάλουςανθρώπους δηλαδή οι οποίοι είναι σεβαστοί όχι μόνο για το έργο τους, όχι μόνο για την έρευνά τους, αλλά και για τη διδασκαλία τους η οποία έχει αποδώσει καρπούς, [...] συγγραφείς οι οποίοι αυτή τη στιγμή βρίσκονται στην ακμή του πνευματικού και καλλιτεχνικού τους έργου, [...] νεότερους, οι οποίοι δυναμικά προχωράνε, αλλά και μια εξαιρετικά νέα γενιά ερευνητών, που είναι το μέλλον μας, είναι τα παιδιά που θα συνεχίσουν αυτή την παρακαταθήκη".

Εκτίμησε ότι το βιβλίο αυτό "είναι ένα σπουδαίο πνευματικό και καλλιτεχνικό γεγονός" και ότι "το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς κατάφερε να κάνει πραγματικά την ωραιότερη και την πιο φαντασμαγορική γιορτή για τα διακόσια χρόνια από την επανάσταση". Ως προς τον επιμελητή του βιβλίου, ο Ηλ. Παπαηλιάκης ανέφερε, σχολιάζοντας την ευρύτητα των ενασχολήσεών του ότι "δεν θα καταλάβουμε πραγματικά ποτέ τι είδος είναι αυτό του Ανδρέα Μαράτου. [...] Στην πραγματικότητα είναι για μένα ένας γεωλόγος του πνεύματος. Επιχειρεί τομές, δειγματοληπτικές τομές, εύστοχες τομές στο ιστορικό σώμα, στην οντολογία της ιστορίας. Και βεβαίως, εκτός από την δυνατότητα του που έχει για την ανάλυση, είναι ένας άνθρωπος ο οποίος πάει ένα βήμα πιο πέρα και επιχειρεί να συνθέσει, πράγμα το οποίο είναι σπάνιο. Συνήθως οι άνθρωποι που έχουν όλα αυτά τα ταλέντα αναλύουν και το αποτέλεσμα της ανάλυσης είναι κάτι διαλυμένο".

Ο Ηλ. Παπαηλιάκης αναφέρθηκε αναλυτικά στο εύρος των περιεχομένων που καλύπτει το βιβλίο - από δημοτικά τραγούδια, ποίηση του 19ου και 20ου αιώνα, παραμύθια, λογοτεχνία και παιδικό βιβλίο, μέχρι μουσική και ζωγραφική, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, γλυπτική, σινεμά, αρχιτεκτονική. Ιδιαίτερα στάθηκε μάλιστα στα κείμενα της Άννας Παπαέτη για τα "ηχοτοπία του τρόμου", τη χρήση δηλαδή της μουσικής στις φυλακές στην Ελλάδα, καθώς και της Τζίνας Πολίτη, της "σπουδαίας δασκάλας", όπως τη χαρακτήρισε, με τίτλο "Πένθος και μελαγχολία. Ο φιλόπατρις του Κάλβου". Κάνοντας μάλιστα μνεία στην τελική φράση του κειμένου αυτού, ότι "εκείνο που επιστρέφει στην πατρίδα δεν είναι ποτέ ο γιος, είναι μόνο το τραγούδι του", ο Ηλ. Παπαηλιάκης είπε: "Εγώ πιστεύω ότι το βιβλίο που παρουσιάζουμε απόψε είναι το πολυφωνικό τραγούδι που έφτιαξε το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, βεβαίως ο Ανδρέας Μαράτος και οι σπουδαιότατοι συγγραφείς"

Email Image

Δίνοντας τη δική του οπτική ως προς το γιατί το βιβλίο "1821-2021: μνήμες τεχνών-θραύσματα ιστορίας" είναι σημαντικό, ο ποιητής Θωμάς Τσαλαπάτης είπε: "Όταν ο Ανδρέας μου ζήτησε να παρουσιάσω το βιβλίο, ενώ στην αρχή σκέφτηκα 'τώρα το 1821 τελείωσε, πάμε για το '22, έχουμε μπροστά καταστροφές, ιστορίες, έχει μέλλον δηλαδή η ελληνική ιστορία'. Αλλά μετά, όταν μου είπε ότι είναι για τις τέχνες και πώς μιλούν μέσα σε μια χρονικότητα και με τους όρους με τους οποίους μιλούν, αλλά ταυτόχρονα αυτό που κατάλαβα διαβάζοντας το βιβλίο, ότι η ίδια η μορφή του βιβλίου είναι θραυσματική, άρα σου επιτρέπει πολλαπλές αναγνώσεις με διαφορετικούς τρόπους σε διαφορετικές θεματικές άφηναν περιθώριο να  περιπλανηθείς με κάποιο τρόπο και να φτιάξεις τις δικές σου τελοσπάντων διαδρομές μέσα σε όλο αυτό, κατάλαβα και ένιωσα ότι τελικά αυτός είναι και ο πιο σημαντικός, ο πιο ουσιαστικός μάλλον τρόπος να προσεγγίσεις την ίδια την ιστορία, δηλαδή όχι τόσο από τα γεγονότα, όσο από τις συμπυκνώσεις της. Και νομίζω ότι τελικά, ανάμεσα στα άλλα, η τέχνη πέρα από απόλαυση ή οτιδήποτε άλλο είναι και συμπύκνωση". 

Το θέμα της ταυτότητας σε σχέση με την ποίηση ανέδειξε ειδικότερα στη δική του παρέμβαση ο Θ. Τσαλαπάτης, διακρίνοντας τρεις περιπτώσεις στις οποίες η ποίηση κατάφερε να συνδιαμορφώσει την ελληνική ταυτότητα: η πρώτη ήταν με τον Σολωμό, η δεύτερη ήταν με την γενιά του 1880 (Παλαμάς και οι συν αυτώ) και  η τρίτη και τελική, που με κάποιον τρόπο διαρκεί ακόμα, ήταν με την γενιά του 1930. Όπως είπε, "μέχρι και σήμερα είμαστε κατά κάποιον τρόπο καταναλωτές αυτής της ανάγνωσης της ιστορίας. Ένα ποιητικό κοίταγμα στο παρελθόν, στο αρχαίο ελληνικό παρελθόν, αλλά και ουσιαστικά σε ό,τι μπορεί να συγκροτεί αυτό το παρελθόν, και ταυτόχρονα μια σχέση με τη λαϊκότητα".

Στην παρέμβασή του, στην οποία έδωσε τον τίτλο "Ελληνικός χρονοσεισμός", είπε επίσης μεταξύ άλλων: "Οι χρονολογίες αποτελούν αφορμές. [...] Το 1821 αποτελεί την μεγάλη ελληνική αφορμή. Το έτος αυτό όπου τοποθετείται η αρχή αλλά ταυτόχρονα και η ταυτότητα όλων των ελλάδων που χώρεσαν μέσα στη στενή γεωγραφία μιας μεσογειακής χερσονήσου. Είναι ο χρόνος που αναδρομικά μάς περιέχει ως εκδοχές ενός μέλλοντος που εκ των υστέρων κατοχυρώθηκε ως συνέχεια και ως πραγματικότητα. Γιατί αν τοποθετούμε το έτος 2021 δίπλα σε αυτό του 1821 δεν είναι τόσο για να περιγράψουμε το μέγεθος της απόστασης που μας χωρίζει από αυτό, ούτε για να εορτάσουμε την επανάληψη της αριθμητικής γεωμετρίας, όσο για να υπονοήσουμε όλα όσα συνέβησαν εντός αυτής της απόστασης. Όλα όσα χρονολογικά αποκολλημένα μας προσδιορίζουν.

Πως μπορούμε λοιπόν να μιλήσουμε για την απόσταση αυτή; Πως μπορούμε να συμπυκνώσουμε δύο αιώνες και -αν όχι να τους κατανοήσουμε- έστω να τους ψηλαφήσουμε; Νομίζω πως ο συλλογικός τόμος «1821-2021: Μνήμες τεχνών – θραύσματα ιστορίας» σε επιμέλεια του Ανδρέα Μαράτου,  διατυπώνει μια ξεκάθαρη πρόταση: Απ’ όλα τα τεκμήρια που μπορεί κανείς να παραθέσει αυτά που θα μας δώσουν την μεγαλύτερη ποσότητα αλήθειας είναι αυτά που κουβαλούν την μεγαλύτερη δυνατή πυκνότητα. Και αυτά δεν μπορεί να είναι άλλα από τα καλλιτεχνικά τεκμήρια. Ακριβώς γιατί ένα έργο τέχνης εμπεριέχει πάντοτε και αυτό που περισσεύει μαζί με αυτό που κυριαρχεί της λήθης. Σπαράγματα από τη συλλογική απουσία των πραγμάτων, ταυτόχρονα με τα γνωστά και τα καταγεγραμμένα. Γιατί ένα έργο τέχνης αποτελεί το δακτυλικό αποτύπωμα μιας εποχής, ακόμα και αν η ίδια η εποχή επιμένει να το αγνοεί ή να το αποφεύγει. Είναι πυκνώσεις μνήμης διατυπωμένες πριν καν τα γεγονότα περάσουνε στο παρελθόν.

Μέσα από τα 42 κείμενα του τόμου ο αναγνώστης περνά από το υπέδαφος του μακρινού παρελθόντος στην χλωρίδα του σύγχρονου παρόντος. Μέσα από επιλεγμένες στάσεις και πρόσωπα, τρόπους και έργα. Σημεία όχι πάντοτε ενταγμένα στην επίσημη ή κυρίαρχη ιστορία, αλλά υπόγειες δυναμικές, αποκλεισμούς και στοιχεία που τα ιστορικά εγχειρίδια μπορεί να κρίνουν ως δευτερεύοντα. Μέσα από την ποίηση, την ζωγραφική και τη φωτογραφία αλλά ταυτόχρονα και τα σχολικά βιβλία, την ιστορία των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, την καταγραφή του ελεύθερου χρόνου μέχρι και τα σύγχρονα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Και δεν υπάρχει πιο ειλικρινής και πιο ταιριαστός τρόπος καταγραφής του ελληνικού χρονοσεισμού από τον πολυπρισματικό τρόπο που προτείνει ο τόμος. Η ιστορία, όχι ως αυστηρή χρονολογική συνέχεια, αλλά ως μια συλλογή σπαραγμάτων, ως ίχνη πάνω στον χρόνο. Και μαζί ως μια πολλαπλή συνομιλία της ιστορίας με την πραγματικότητα γεμάτη χάσματα, επαναλήψεις και επαναδιατυπώσεις.

Είναι αυτό το ιστορικό «ταυτόχρονα» του παρόντος μας που περιγράφει τον νεοελληνικό χρονοσεισμό. Η ταυτόχρονη παρουσία των εκδοχών της ιστορίας, οι ιστορικές περίοδοι που δεν διαδέχονται η μία την άλλη αλλά πλέκονται φορτίζοντας με ταυτόχρονο νόημα, οι εκ νέου νοηματοδοτήσεις και το πέρασμα από τη σκιά στην ιστορία, η ελληνική μας αδυναμία να ξεχνούμε ενώ διαρκώς αναδιατυπώνουμε αυτό που θυμόμαστε. Το 1821 αποτελεί το αρχικό ρήγμα του ελληνικού χρονοσεισμού και το 2021 καραδοκεί από πάνω του. Μισό ερείπιο και μισό υπέρβαση του χάσματος".

Email Image

Δίνοντας τη δική του οπτική στο ερώτημα της Μαριλένας Κατσίμη "γιατί τέχνη", ο Νίκος Διονυσόπουλος ανέφερε ότι "η τέχνη μπορεί να είναι ένας προνομιακός τόπος. Σκεφτόμουν αυτό το επίτευγμα της τεχνολογίας που λέει ότι από τα θραύσματα ενός αντικειμένου μπορούμε να έχουμε τα data για να φτιάξουμε ξανά το ίδιο αντικείμενο σε ένα ολόγραμμα. Θεωρώ λοιπόν ότι η τέχνη είναι θραύσματα της ιστορίας, πραγματικά είναι πάρα πολύ εύστοχος ο τίτλος. Και μέσα από αυτή την θέαση μπορούμε να δούμε την ιστορία έξω από την κύρια αφήγηση".

Παρουσιάζοντας μάλιστα πιο αναλυτικά το βιβλίο και τις σκέψεις του για το εγχείρημα και την υλοποίησή του, ο Ν. Διονυσόπουλος είπε ότι "τα περιεχόμενά του και μόνο, έτσι όπως ομαδοποιούνται τα 47 άρθρα σε οκτώ υποενότητες, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι, αν όχι όλα, τα περισσότερα από μόνα τους είναι ικανά να αποτελέσουν κέντρα θέασης, αναστοχασμού και ανάδειξης αθέατων πλευρών σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ιστορικές περιόδους της πολυκύμαντης ανέλιξης του νεοελληνικού έθνους κράτους στα διακόσια χρόνια που πέρασαν από το '21 μέχρι σήμερα. Η πραγμάτευση είτε έργων τέχνης και λογοτεχνίας είτε θεωρητικών προσεγγίσεων στις παραστατικές και εικαστικές τέχνες και γενικότερα σε ό,τι αφορά τα διάφορα είδη πολιτιστικής και καλλιτεχνικής πρακτικής και καλλιτεχνικών μορφών έκφρασης, έχει να κάνει με δημιουργήματα ανθρώπων της τέχνης και του πολιτισμού, οι οποίοι είναι κατά τεκμήριο οι πλέον ευαίσθητοι δέκτες και των τεκταινομένων κάθε εποχής. Έτσι που στα λογής-λογής έργα τους να αντανακλάται και να περιέχεται η ουσία των όσων συμβαίνουν γύρω τους.
Έτσι φωτίζουν συνειδητά ή ασυνείδητα, πολλές φορές εκδοχές και όψεις των ιστορικών, οικονομικών και κοινωνικών μετασχηματισμών, που συχνά περνούν λάθρα ή αγνοούνται από την επίσημη ιστοριογραφία και φυσικά και από την εγκεκριμένη σχολική ιστορική αφήγηση.
Γι' αυτό η επιλογή και μόνο να κινηθεί ο συλλογικός τόμος σε αυτό τον άξονα δικαιολογεί την ύπαρξή του, καλύπτει ένα κενό έξω από τη συνήθη αφήγηση των ιστορικών γεγονότων. Δίνει άφθονη τροφή για αναστοχασμό και γενικότερους προβληματισμούς για το από 'δω και πέρα αυτού του τόπου και κατά την ταπεινή μου γνώμη έχει πετύχει με το παραπάνω τους στόχους και την υλοποίηση των αρχικών προθέσεων. Σίγουρα δεν πρόκειται για έναν τόμο που η λειτουργικότητα του τελειώνει με το πέσιμο της αυλαίας των εορταστικών εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια που είναι σε μερικές μέρες. Τουναντίον θεωρώ ότι από 'δω και πέρα ξεκινάει ως ένας τόμος παρακαταθήκη, στον οποίο ελπίζω συχνά πυκνά να ανατρέχουν και να αναφέρονται ερευνητές και μη στο προσεχές μέλλον
".

Ειδικότερα στην παρέμβασή του ο Ν. Διονυσόπουλος εστίασε στο θέμα της μουσικής - ιδίως της δισκογραφίας. Στάθηκε ιδιαίτερα στο κείμενο του Παναγιώτη Κουνάδη, "Από την Ελισάβετ Λομάκα στον Σωκράτη Μάλαμα", το οποίο αποτελεί μια περιοδολόγηση του νέου ελληνικού κράτους και πώς αυτή αποτυπώνεται στα τραγούδια και μετά τις αρχές του 20ου αιώνα και μέσα από τη δισκογραφία. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη διαρκή επαύξηση και την προσθήκη νέων πληθυσμών στο ελληνικό σώμα, αλλά και στο "μετέωρο βήμα", όπως το χαρακτήρισε, αν ανήκουμε στην Ανατολή ή στη Δύση, αλλά και στον τρόπο που είχε η Ελλάδα να στέλνει τα παιδιά της έξω, όπως είπε, αναφερόμενος στην εσωτερική και κυρίως στην εξωτερική μετανάστευση, για να σταθεί στο ρόλο των μεταναστών στις πρώτες ηχογραφήσεις ελληνικών τραγουδιών. "Είναι εντυπωσιακό ότι στις εξωεδαφικές ελληνικές κοινότητες, στις κοινότητες στις ελληνικές έγιναν οι πρώτες και σημαντικότερες δισκογραφήσεις, είτε πρόκειται για τη Σμύρνη, είτε πρόκειται για την Κωνσταντινούπολη. Πολύ αργότερα έγιναν κάποιες στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, ελάχιστες δισκογραφικές στις αρχές του αιώνα, και οι σημαντικότερες ηχογραφήσεις γίνονται στην Αμερική στη δεκαετία του '10, του '20 και του '30, όπου αναπτύσσονται και πολλές εταιρείες ελληνικών ενδιαφερόντων", ανέφερε και συνέχισε: "Αυτές οι ηχογραφήσεις γίνονται από τους μετανάστες. Είναι άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν προηγούμενη εμπειρία ακουστική από αναπαραγωγικό μέσο, μεταφέρουν τα ακούσματα από την πατρίδα τους, χρησιμοποιούν οι εταιρείες αυτές μικρές ή μεγαλύτερες τους καλύτερους οργανοπαίχτες και πρακτικά αυτά που ηχογραφούν απηχούν προφορικές παραδόσεις του προηγούμενου αιώνα. Υπό αυτή την ένοια είναι πάρα πολύ σημαντικά, διότι είναι πρωτογενείς πηγές και δεν είναι διαμεσολαβημένες καταγραφές από κάποιον καταγραφέα. [...] Εδώ θέλω να σας πω ότι για τους μετανάστες στην Αμερική, τα δικά τους τα τραγούδια είναι η συμβολική τους πατρίδα, ακούγοντας τα τραγούδια έρχονται στην πατρίδα τους, είναι τα αυτιά τους, είναι η πατρίδα τους, δεν είναι οι χάρτες. [...] Αν και η δισκογραφία αντλεί το υλικό της, συνήθως από την προϋπάρχουσα συλλογική μνήμη, όταν πρόκειται για παραδοσιακή μουσική, τα προσωπικά χαρακτηριστικά και οι επιλογές των ερμηνευτών μέσα από τη διάδοση των δίσκων επηρεάζουν και διαμορφώνουν την εξέλιξη και την αισθητική της, συμβάλλοντας ταυτόχρονα με καθοριστικό τρόπο στη δημιουργία ενός πανελλήνιου ρεπερτορίου. Σκοποί και τραγούδια επιστρέφουν από εκεί που ξεκίνησαν, φιλτραρισμένα, επεξεργασμένα και μαζί με άλλα νέας κοπής διαχέονται και δημιουργούν μια δευτερογενή προφορική παράδοση. Έτσι δεν είναι άγνωστο φαινόμενο να καταγράφονται ως αυθεντικά, παραδοσιακά και δια στόματος λαού τα όσα οι μουσικοί και οι τραγουδιστές, επαγγελματίες και ερασιτέχνες είχαν ακούσει και είχαν μάθει από τις πλάκες του γραμμοφώνου".

Ένα δεύτερο κείμενο στο οποίο στάθηκε ο Ν. Διονυσόπουλος είναι αυτό της Μιράντας Τερζοπούλου, "Σαράντα παλικάρια από τη Λειβαδιά πάτησαν του YouTube ηρωικά!", στο οποίο η συγγραφέας "αναστοχάζεται", όπως είπε, "το πώς γίνεται μετατόπιση νοήματος σε ένα καθαρά ληστρικό τραγούδι, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την επανάσταση, το πώς γίνεται φρούριο για την ελληνική Επανάσταση". Όπως ανέφερε ο Ν. Διονυσόπουλος, και η Μ. Τερζοπούλου "στη δισκογραφία πατάει και στα πρώτα τεκμήρια, τα οποία είναι αδιαμεσολάβητα, για να παρακολουθήσει μαζί με τα γραπτά τεκμήρια και να αναδείξει αυτή την μετατόπιση νοήματος μέσα από ένα κιτς, το οποίο παρουσιάζεται πια στο Διαδίκτυο χωρίς κρίση".

Τέλος, με άξονα το κείμενο του Νίκου Κυπουργού και της Ελίτας Κουνάδη για "Τα μυστικά της Εγνατίας", ο Ν Διονυσόπουλος ανέδειξε τη σημασία του τι δισκογραφείται και τι όχι, το ρόλο που παίζει η δισκογραφία, μέχρι πρόσφατα, ως αποτέλεσμα φιλτραρίσματος και λογοκρισίας. Όπως είπε, "πρόκειται για ένα κείμενο το οποίο φαντάζομαι σε προηγούμενες εποχές θα ήταν αδύνατον να το συμπεριλάβουν σε ένα τόμο χωρίς να έχουμε το φόβο ότι αύριο θα μας φώναζαν στην ασφάλεια. Βρήκε τη χαραμάδα αυτή η εκπομπή, η οποία ήταν μια σειρά εκπομπών στην ΕΡΤ και παρουσίασε σε ένα οδοιπορικό με άξονα την Εγνατία, τις μη επίσημες κοινότητες, τις μη επίσημες γλωσσικές κοινότητες, τις μη επίσημες μουσικές κοινότητες, αυτές που δεν έχουν ενταχθεί στον εθνικό μουσικό κορμό". Μάλιστα, ο Ν. Διονυσόπουλος έκλεισε την παρέμβασή του με την τελευταία φράση του κειμένου των Ν. Κυπουργού και Ελ. Κουνάδη, με το οποίο εξάλλου κλείνει και ο τόμος: "Πριν διακόσια χρόνια ξεκίνησε ο απελευθερωτικός αγώνας. Ακόμα όμως δεν έχουμε απελευθερωθεί από προκαταλήψεις που μας εμποδίζουν να μοιραζόμαστε τον πλούτο που κληρονομήσαμε. Ας ελπίσουμε ότι θα μας βοηθήσει η ενωτική δύναμη της μουσικής, που δεν έχει ιδιοκτήτη ούτε σύνορα".

 
  Email Image
 
 

Από τη δική της πλευρά, η συγγραφέας Μαριάννα Τζιαντζή στάθηκε ιδιαίτερα στη συγκίνηση της "ανακάλυψης" μέσα στο βιβλίο προσώπων, ανθρώπων που είχαν ξεχαστεί, που όπως είπε "κατά τύχη καμιά φορά έρχονται στο δρόμο σου και είναι σαν να ζεις μαζί με αυτούς άλλη μια ζωή. [...] Ο τόμος αυτός μιλάει για ανθρώπους ξεχασμένους, αγνοημένους ανθρώπους που σπάνια μας δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσουμε το έργο και τη ζωή τους. Και όχι μόνο για ανθρώπους, αλλά και αλλά και για καταστάσεις σημαδιακές για τις οποίες συνήθως έχουμε μια θολή, μισοξεχασμένη εικόνα, για παράδειγμα τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Θεοδωράκης έγραψε την "Κατάσταση πολιορκίας". ή για τη συμπαράσταση του Ξενάκη στους πολιτικούς κρατούμενους της χούντας".

Αναφερόμενη στα πολλαπλά περιεχόμενα του τόμου, η Μ. Τζιαντζή ανέφερε: "Πολλά λέγονται, και νομίζω σωστά, για την υπερβολική εξειδίκευση που κυριαρχεί στην εποχή μας και κάποιοι είχαν κάνει την εύστοχη παρατήρηση ότι θυμίζει το ψάρεμα στον πάγο. Δηλαδή ανοίγει κάποιος μια κυκλική τρύπα ρίχνει μέσα το καλάμι αγνοώντας τι βρίσκεται πέρα από την τρυπούλα του, αγνοώντας τον ωκεανό. Νομίζω ότι ο μέσος αναγνώστης, ακόμα και αν δεν είναι ειδικός σε κάτι, συνήθως ψαρεύει σε οικεία νερά, ανάλογα με την κουλτούρα του, τα ενδιαφέροντά του και τις ιδέες του. Αυτή η έκδοση μας επιτρέπει να απομακρυνθούμε από την τρυπούλα μας και να δούμε τι ψάρεψαν 47 άνθρωποι που γνωρίζουν το αντικείμενό τους, έχουν αφιερώσει χρόνο για να το μάθουν και μοιράζονται μαζί μας πράγματα που θα ήταν απίθανο, όχι ακριβώς αδύνατο, να τα ανακαλύψουμε μόνοι μας".

Η Μ. Τζιαντζή, σταχυολογώντας επιμέρους κείμενα του τόμου, αναφέρθηκε ιδιαίτερα, θέλοντας να αναδείξει τον ιστορικό πλούτο της ελληνικής τέχνης που παραμένει εν πολλοίς ξεχασμένος, στον φωτογράφο Πέτρο Πουλίδη (κείμενο Γ. Σταθάτου), τον συγγραφέα πολιτικής σάτιρας στο θέατρο, Γ.Η. Ησαΐα (κείμενο Λ. Πολενάκη) και άλλους. Όπως είπε "προσωπικά πάντα με γοήτευε να μαθαίνω ότι υπήρξαν άνθρωποι θαρραλέοι πρωτοπόροι δημιουργικοί που το όνομά τους δεν γράφτηκε με χρυσά γράμματα, όπως λέμε, στο βιβλίο της ιστορίας, αλλά βρίσκεται ίσως σε κάποια υποσημείωση. Μεγάλοι συγγραφείς είχαν πει ότι θα το θεωρούσαν τιμή τους να υπάρξουν στο μέλλον σε κάποια υποσημείωση. [...] Οι άνθρωποι αυτοί υπήρξαν και μαθαίνουμε για αυτούς χάρη στο μόχθο και την έρευνα κάποιων άλλων ανθρώπων, όπως του Δημήτρη Βανέλλη και του Κώστα Κρεμμύδα, που γράφουν για τους ξεχασμένους Νίκο Βέλμο και Μανώλη Φουρτούνη. Ο πρώτος ήταν ένας θεατράνθρωπος και οργανωτής εκθέσεων, ο δεύτερος ποιητής και από τους στυλοβάτες της Επιθεώρησης Τέχνης. [...] Ο αναγνώστης, λοιπόν, τους ανακαλύπτει -το ανακαλύπτει ξανά σε εισαγωγικά-, αφού η ανακάλυψη δεν ταυτίζεται με τη γνώση".

Παίρνοντας μάλιστα μια φράση από μια ραδιοφωνική συνέντευξη του Τάκη Μπίνη για το ρεμπέτικο, ότι "σκάψαμε τη γη με τα νύχια, επειδή δεν είχαμε ούτε ξύλινο άροτρο. Τη σπείραμε και θερίζουν άλλοι, ακόμα θερίζουν", η Μ. Τζιαντζή εκτίμησε ότι "ο Βέλμος, ο Φουρτούνης και άλλοι που αναφέρονται σε αυτό το βιβλίο, έσκαψαν τη γη με τα νύχια και αξίζει να τους γνωρίσουμε, να τους τιμήσουμε, όπως τους τιμά πιστεύω αυτό το βιβλίο", κατέληξε.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)