to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

15:57 | 30.07.2013

Πολιτική

Νομοσχέδιο – τιμοκατάλογος και το κράτος σε ρόλο εισπράκτορα. Αντιμετωπίζοντας τα αυθαίρετα ή το Σύνταγμα;

Ανακοίνωση των τμημάτων Οικολογίας - Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ για το σχέδιο νόμου για τα αυθαίρετα


Εν όψει αλλά και κατόπιν της κήρυξης του αμέσως προηγούμενου σχετικού νόμου 4014/2011 ως αντισυνταγματικού από το ΣτΕ για παραβίαση του άρθρου 24 του Συντάγματος (παρ' όλο που ακόμα δεν έχει καθαρογραφεί καν η κατάθεση), η κυβέρνηση καταθέτει προς ψήφιση ένα νέο νομοσχέδιο για την «αντιμετώπιση» των αυθαιρέτων που κινείται στην ίδια κατεύθυνση με τον 4014/2011, με μόνη ουσιαστική διαφορά και μάλιστα επί τα χείρω, ότι αφενός διευρύνει την γκάμα των υποψήφιων προς νομιμοποίηση αυθαιρέτων, αφετέρου παρέχει ευκολίες υπαγωγής ή «πληρωμής» σε κατάλληλες τιμές και δόσεις ώστε να αποδώσει αμεσότερα και περισσότερα έσοδα απ’ όσα απέδωσε μέχρι σήμερα ο ν. 4014/2011.



Επί της ουσίας πρόκειται για έναν νομοσχέδιο-τιμοκατάλογο με προθεσμίες, δόσεις και σαρωτικά διευρυμένες, «οριζόντιες» προϋποθέσεις υπαγωγής που στερούνται απολύτως των οποιωνδήποτε κριτηρίων περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή κοινωνικών χαρακτηριστικών. Διατρέχει –και εν γνώσει των συντακτών του- τον κίνδυνο να κηρυχθεί αντισυνταγματικός από το ΣτΕ, πολλώ μάλλον δε που προχωρά πιο πέρα από τον 4014/2011 εξασφαλίζοντας την οριστική και όχι απλώς προσωρινή «τακτοποίηση» των αυθαιρέτων. Έτσι το κράτος επισήμως και ρητά αναλαμβάνει ρόλο εισπράκτορα (για λογαριασμό πλέον και των δανειστών) ενώ παραιτείται για μια ακόμη φορά από την συνταγματική του υποχρέωση ως εγγυητή του δημόσιου συμφέροντος και της προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά και της βιώσιμης ανάπτυξης που επικαλείται. Άλλο ένα σχέδιο νόμου στη φιλοσοφία του 3986/2011, του 4092/2012, του 4146/2013 κ.ο.κ. Τίποτα λιγότερο.



Το στοίχημα αντιμετώπισης μιας εκρηκτικής πραγματικότητας πολλών γενεών αυθαίρετων κατασκευών κάθε κλίμακας σε εντός και εκτός σχεδίου περιοχές σε συνδυασμό με τη συμμόρφωση στις συνταγματικές επιταγές του άρθρου 24 είναι πράγματι δύσκολο. Ας ληφθεί υπόψη ωστόσο ότι κάθε προσπάθεια ανάλογης τακτοποίησης και χάραξης κόκκινων γραμμών «ως εδώ και μη παρέκει» είχε το στερεότυπο αποτέλεσμα της αναπαραγωγής αυθαιρέτων νέας και νεώτερης γενιάς, αλλά κι αυτό της βαθιάς εμπέδωσης από πλευράς αυθαιρετούντων πολιτών, μηχανικών, εργολάβων, οικοπεδούχων, κ.ο.κ. ότι το όποιο μέλλον υπόσχεται μια ευνοϊκότερη ρύθμιση (οικονομικά) που θα τους συμπεριλάβει. Και μέχρι τώρα η πεποίθηση αυτή δικαιώνεται αταλάντευτα.



Ένα πράγμα είναι βέβαιο, ότι από πλευράς ορθολογισμού, κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευαισθησίας αλλά και της στοιχειωδέστερης επιστημοσύνης το ζήτημα των αυθαιρέτων δεν μπορεί επ’ ουδενί να αντιμετωπίζεται προ και ερήμην του σχεδιασμού σε τοπικό επίπεδο. Τα αυθαίρετα πράγματι ποικίλουν σε κλίμακα, κυμαίνονται από τις μικροπαραβάσεις των όρων δόμησης ή τους χτισμένους ημιυπαίθριους μέχρι τις οικιστικές καταπατήσεις σε μεγάλη γεωγραφική κλίμακα και τις αυθαίρετες εγκαταστάσεις παραγωγικών χρήσεων εκεί όπου δεν προβλέπονται ή δεν επιτρέπονται. Στο συγκεκριμένο σχέδιο νόμου γίνεται με κατεξοχήν αμήχανο και οριακά αντι-επιστημονικό τρόπο προσχηματική και μόνο προσφυγή στην «νομιμότητα» του σχεδιασμού και στην επιδίωξη αποκατάστασης περιβαλλοντικού ισοζυγίου, εν ευθέτω χρόνω ωστόσο. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι το εργαλείο του σχεδιασμού (ολοκλήρωση των ΓΠΣ και των ΣΧΟΟΑΠ) ήταν και είναι διαθέσιμο εδώ και δεκαετίες, εντούτοις έμεινε ανενεργό.



Κι ενώ τα αυθαίρετα με τον νόμο ουδόλως αξιολογούνται ως προς τις επιπτώσεις τους στο οικιστικό, φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, γίνεται απόπειρα επίδειξης κοινωνικής ευαισθησίας για ομάδες πληθυσμού που επιλέγονται ad hoc και χωρίς κριτήρια και «διευκολύνονται» αντίστοιχα πάλι χωρίς κριτήρια. Στο ίδιο τσουβάλι μπαίνουν πρώτη και δεύτερη κατοικία, οι έχοντες και οι μη έχοντες, ομάδες με πραγματικά κοινωνικά προβλήματα όπως π.χ. οι μουσουλμάνοι της Θράκης αλλά και οι συγγνωστοί καταπατητές προστατευόμενων ή και δασικών εκτάσεων της Ανατολικής Αττικής κ.ο.κ. Μάλιστα, θα’ λεγε κανείς ότι ως ιδιαίτερα προνομιούχοι στη μεταχείριση αναδεικνύονται κυρίως οι τελευταίοι.



Το πρόβλημα των αυθαιρέτων είναι πραγματικό και δυσανάλογα μεγάλης κλίμακας. Τα τετελεσμένα που έχουν δημιουργηθεί είναι εκβιαστικά από κάθε άποψη, ιδιαίτερα στη συγκυρία της κρίσης. Η ως τώρα σχετική νομολογία και ανταπόκριση των «ενδιαφερόμενων» υποδηλώνει ξεκάθαρα πως τα αυθαίρετα είναι ένα πρόβλημα της κοινωνίας που εγγράφεται στο χώρο, ένα κατεξοχήν δηλαδή αντικείμενο λεπτομερούς σχεδιασμού στο τοπικό επίπεδο. Αν λοιπόν δεν προηγηθεί σχεδιασμός ως προϊόν διαβούλευσης και «αυτοελέγχου» της τοπικής κοινωνίας και δεν αξιολογηθεί και ταξινομηθεί η «αυθαιρεσία» με κριτήρια περιβαλλοντικά, κοινωνικά, οικονομικά και πάντως όχι τεχνοκρατικά ουδέτερα όπως τα χρονολογικά και τα εισπρακτικά, δεν μπορεί να αναμένει κανείς ότι θα αντέξει για πολύ η φερόμενη ως «κόκκινη γραμμή» της 28/7/2011 ή και όποια άλλη.



2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)