to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

16:35 | 28.06.2020

Πολιτική

Έφη Αχτσιόγλου: Τα δύο διακυβεύματα της περιόδου και οι στρατηγικές επιλογές

Άρθρο της Έφης Αχτσιόγλου, βουλευτή Επικρατείας και τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, στην ειδική έκδοση για την ελληνική οικονομία της εφημερίδας “ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ”


Η πανδημία αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση με την οποία έρχεται αντιμέτωπη η παγκόσμια κοινότητα τόσο στο επίπεδο της δημόσιας υγείας όσο και της οικονομίας. Τα περιοριστικά μέτρα, αναγκαία για να καταπολεμηθεί η εξάπλωση του ιού, έπληξαν την οικονομική δραστηριότητα και αυτονόητα είχαν υφεσιακή επιρροή. Το μέγεθος και η διάρκεια αυτής της ύφεσης όμως δεν ήταν δεδομένα και δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως νομοτέλεια. Τα μέτρα που λαμβάνονται ή δεν λαμβάνονται για την οικονομία, την εργασία, το κοινωνικό κράτος είναι καθοριστικά για το αν θα μπορέσουμε να περιορίσουμε το βάθος της ύφεσης, αν θα έχουμε γρήγορη ανάκαμψη, πόσο ευάλωτοι θα είμαστε σε μια νέα υποτροπή.

Πριν από τα μέτρα όμως, απαιτείται η επιλογή στρατηγικής κατεύθυνσης.

Η συγκυρία αναδεικνύει δύο κορυφαία διαχρονικά διακυβεύματα.

Το πρώτο διακύβευμα είναι αν το κράτος παρεμβαίνει στην οικονομία, και αν ναι, προς ποια κατεύθυνση.

Η πανδημία ανέδειξε με τον πιο εμφανή τρόπο το αδιέξοδο της αντίληψης ότι η «αγορά» σε ελεύθερη λειτουργία μπορεί να λύνει όλα τα προβλήματα και να έχει τα βέλτιστα αποτελέσματα.

Ήδη συντελούνται μετατοπίσεις, καθόλου αμελητέες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνώρισε την ανάγκη παρέμβασης των κρατών μελών στις οικονομίες τους με μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη χορήγηση ενός μεγάλου οικονομικού πακέτου συνοδευόμενου με μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους. Απολύτως κρίσιμο βέβαια είναι το πακέτο αυτό να μη συνοδεύεται από αιρεσιμότητες.

Η ανάγκη ισχυρής κρατικής παρέμβασης με επεκτατικά μέτρα είναι ασφαλώς εντονότερη στην περίπτωση της Ελλάδας, λόγω της ευαλωτότητας της οικονομίας που προκύπτει αφενός από τη μεγάλη της εξάρτηση από τον τουρισμό, αφετέρου από τη συγκρότησή της από μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Με αυτά τα δεδομένα, πώς απαντά η κυβέρνηση της ΝΔ στο πρώτο μεγάλο διακύβευμα; Η στάση της κινείται από την αναιμική παρέμβαση στην επιχειρηματικότητα μέχρι την απορρυθμιστική παρέμβαση στην αγορά εργασίας. Και εξηγούμαι. Τα κύρια μέτρα που επιλέγει η κυβέρνηση για τη στήριξη των επιχειρήσεων είναι αφενός οι αναστολές πληρωμών που παρά την ανακουφιστική τους επιρροή αυτονόητα δεν μπορούν να είναι καθοριστικές για να κρατήσουν την ενεργή δραστηριότητα των επιχειρήσεων, αφετέρου η επιστρεπτέα προκαταβολή, μέτρο που όχι απλώς τελικά αφορά ελαχίστους, αλλά και όσους «ευνοεί» το κάνει αυξάνοντας το ιδιωτικό χρέος τους, αφού δεν πρόκειται παρά για ένα κλασικό δάνειο.

Στην αγορά εργασίας όμως ίσως η αδράνεια να ήταν προτιμότερη, διότι η παρέμβαση της κυβέρνησης δεν είναι απλώς ανεπαρκής, είναι διαλυτική. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν θέτει φραγμό στην απορρυθμιστική τάση της αγοράς –που είναι μάλλον αναμενόμενη σε συνθήκες κρίσης-, αλλά αντιθέτως την επιτείνει, δίνει κίνητρα για απορρύθμιση. Τα μέτρα που έχει λάβει δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να επιδοτούν την ανεργία (αναστολές συμβάσεων εργασίας), την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας και τη μείωση των μισθών (πρόγραμμα «ΣΥΝεργασία»). Κι αυτή η τακτική μαρτυρά μια στρατηγική στόχευση. Την επιχείρηση οικοδόμησης μιας συμμαχίας με τις μεγάλες επιχειρήσεις στη βάση της διάλυσης της εργασίας.

Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρώτο διακύβευμα τοποθετείται καθαρά: το κράτος οφείλει να παρέμβει στην οικονομία με έναν σοβαρό κοινωνικό σχεδιασμό, με μια συνολική οικονομική πολιτική που θα έχει στο επίκεντρο την προστασία των θέσεων εργασίας, των σχέσεων εργασίας και του επιπέδου των μισθών. Αυτή η θέση αρχής, όπως μπορεί να υλοποιηθεί με μέτρα κρατικής επιδότησης του μισθού και των ασφαλιστικών εισφορών, είναι σήμερα αναγκαία όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης,  αλλά και για προφανείς οικονομικούς λόγους, για τη στήριξη της κατανάλωσης και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Το δεύτερο διακύβευμα που τίθεται μετ’ επιτάσεως την περίοδο αυτή αφορά τη δημόσια κοινωνική πολιτική. Αν το κράτος θα έχει ρόλο εγγυητή, ασκώντας ισχυρή δημόσια πολιτική κοινωνικής προστασίας, ή αν θα λειτουργεί αποσπασματικά, πυροσβεστικά μόνο όταν μια κρίση ξεσπά με απρόβλεπτες ωστόσο επιδόσεις στην αντιμετώπιση των συνεπειών της. Πρόκειται για το γνωστό ερώτημα που η πανδημία επανέφερε δυναμικά στο προσκήνιο, αν επιθυμούμε έναν  ισχυρό θεσμό κοινωνικού κράτους με αναδιανεμητική λειτουργία,  ή ένα υπολειμματικό κράτος σε ρόλο πυροσβέστη.

Η πανδημία ανέδειξε ως μεγεθυντικός φακός τις ανεπάρκειες και τα προβλήματα ενός μοντέλου που θεοποίησε την ιδιωτική πρωτοβουλία και απαξίωνε τη δημόσια κοινωνική προστασία (υγεία, κοινωνική ασφάλιση, πρόνοια). Δείτε το παράδειγμα της υγείας. Η πανδημία ανέτρεψε στην πράξη την επιχειρηματολογία που έβαλλε εναντίον του δημόσιου πυλώνα και κατέληγε στη δαιμονοποίησή του και οδήγησε ακόμη και υπερφιλελεύθερες κυβερνήσεις να συνειδητοποιούν την ανάγκη ενίσχυσής του. Το πολιτικά κρίσιμο βέβαια είναι αν ο ρόλος του δημόσιου πυλώνα γίνεται αντιληπτός ως επιδιορθωτικός, ως μια ύστατη καταφυγή σε περιόδους κρίσης ή αν προκρίνεται ως βασικός θεσμικός μόνιμος βραχίονας καταπολέμησης των ανισοτήτων.

Πώς απαντά στο διακύβευμα αυτό η κυβέρνηση της ΝΔ; Η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται το κοινωνικό κράτος ως ένα δίχτυ ελάχιστης ασφάλειας μόνο για όσους περιθωριοποιούνται από το κοινωνικό dumping που παράγει η ελεύθερη αγορά, ενώ τη δημόσια πολιτική κοινωνικής προστασίας την βλέπει στην καλύτερη περίπτωση σε ρόλο πυροσβέστη. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την ακύρωση εκ μέρους της κυβέρνησης όλων των μόνιμων προσλήψεων στην υγεία που είχε προγραμματίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, τη μείωση του προϋπολογισμού για την κοινωνική ασφάλιση, την παντελή ανυπαρξία οποιουδήποτε μηχανισμού υποστήριξης του εισοδήματος μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας που αντιμετωπίζονται μάλλον ως αόρατοι, τη σαφέστατη υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας, και την εξάντληση της κοινωνικής της παρέμβασης στο κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης;

Και στο δεύτερο αυτό διακύβευμα η θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφής, θέση που υποστήριξε έμπρακτα και κατά τη διακυβέρνησή του αλλάζοντας το μίγμα της δημόσιας οικονομικής πολιτικής, παρά τους ασφυκτικούς δημοσιονομικούς περιορισμούς του μνημονίου. Ενδεικτικά μόνο αναφέρω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρέλαβε τους δείκτες ανισότητας στο υψηλότερο σημείο και τους  παρέδωσε στο ιστορικά χαμηλότερο[i]. Τι λέει, λοιπόν, αυτή η θέση; Ότι το κοινωνικό κράτος έχει ρόλο εγγυητικό και αναδιανεμητικό, κι αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μέσα από ένα στιβαρό δημόσιο πυλώνα κοινωνικής προστασίας που στοχεύει στην ισότητα των αποτελεσμάτων.

Τα διακυβεύματα λοιπόν σαφή. Οι στρατηγικές κατευθύνσεις ευκρινείς. Και οι στιγμές απαιτούν από όλους να πάρουμε θέση.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)