to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Bernie Τέλος! Γιατί;

Δεν αρκεί από την Αριστερά η επίκληση του συμφέροντος που η ίδια αντιλαμβάνεται πως έχει η κοινωνική πλειοψηφία. Ούτε αρκεί το να περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πλήττονται τα συμφέροντα της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Πρέπει να νοηματοδοτεί και το όραμα για την έξοδο από την παρούσα κατάσταση με βάση της δικές της αξίες, διότι ο νεοφιλελευθερισμός ήδη έχει δώσει οραματική βάση σύμφωνη με το δικό του αξιακό πλαίσιο.


Η καμπάνια του Bernie Sanders για την προεδρία των ΗΠΑ έφτασε -για δεύτερη φορά- στο τέλος της. Οι πρόσφατες βαριές ήττες του στις πολιτείες του νότου αλλά και στο  Rust Belt της χτυπημένης από τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου εργατικής τάξης (πολιτείες που το 2016 είχε καταφέρει να κερδίσει) οδήγησαν σε απώλεια ορμής την καμπάνια του.

Η καθίζηση ποσοστών σε εθνικό επίπεδο, η απώλεια πολιτειών  που θεωρούνταν “οχυρά” καθώς και η αβέβαιη κατάσταση των προκριματικών μετά το ξέσπασμα του κωρονοιού οδήγησαν τελικά τον Sanders στο να αναστείλει την προηγούμενη εβδομάδα την εκστρατεία του .

Η παρακαταθήκη του κινήματος Sanders έχει αναλυθεί σε δύο πρόσφατα κείμενα των Παπαστεργίου και Κούλογλου μας δίνεται η δυνατότητα να επικεντρωθούμε στο βασικό ερώτημα με το οποίο μας άφησε αυτή η νέα ήττα για την αμερικανική και κατ’ επέκταση για την παγκόσμια αριστερά. Ένα ερώτημα το οποίο αυτονόητα θα πρέπει να προβληματίζει κάθε κίνημα που δεν καταφέρνει να πετύχει τους στόχους του. Γιατί χάσαμε; Ένα ερώτημα ταυτόχρονα απλό αλλά και δύσκολο.

Πριν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε λοιπόν θα πρέπει πρώτα να τονίσουμε δύο σημαντικά σημεία:

Α) Η απλότητα αυτού του ερωτήματος σε τέτοιες περιπτώσεις είναι και συνώνυμο της αναγκαιότητας του να διερευνηθεί. Αν η Αριστερά για οποιοδήποτε λόγω δεν διερωτάται γιατί χάνει (αλλά ενίοτε και πώς καταφέρνει να κερδίζει) τότε δεν οδηγείται απλά σε μελλοντικές ήττες αλλά και σε στρατηγικού χαρακτήρα διαλυτικά φαινόμενα.

Β) Ταυτόχρονα, η δυσκολία που εμπεριέχει το ερώτημα αυτό έγκειται στα πολύ θετικά σημεία της καμπάνιας που είχαν τονιστεί αρκετά το προηγούμενο διάστημα. Είναι πράγματι δύσκολο να απαντήσουμε στο γιατί ένα κίνημα με πρωτοφανή ενθουσιασμό, με άνευ προηγουμένου δυναμική και πλατιά βάση ηττήθηκε τόσο αποφασιστικά.

Πολλώ δε μάλλον σε μία χώρα στην οποία συνυπάρχουν ταυτόχρονα τόσο μεγάλη συσσώρευση πλούτου με τόσο μεγάλη κοινωνική δυστυχία και αβεβαιότητα. Σε μία χώρα μάλιστα στην οποία το μέγεθος των ανισοτήτων όχι απλά ανησυχεί ακόμη και συστημικούς αναλυτές, αλλά απειλεί να τινάξει στον αέρα την κοινωνική συνοχή, ειδικά εν μέσω μια πανδημικής κρίσης που απειλεί της ζωές πολλών χιλιάδων που πασχίζουν να τα καταφέρουν μέσα στο χάος του συστήματος υγείας των ΗΠΑ.

Γιατί λοιπόν; Χωρίς να ισχυρίζομαι ότι τα παρακάτω σημεία εξαντλούν την κουβέντα, θεωρώ πως αποτελούν χρήσιμους άξονες οργάνωσης μιας αναγκαίας συζήτησης απολογισμού. Αρχίζουμε λοιπόν από τα πιο “επιφανειακά”, στα πιο “βαθειά” σημεία ελπίζοντας πώς δε θα χαθεί με αυτόν τον τρόπο παρουσίασης το νήμα που τα συνδέει.

1) Το Στυλ της εκστρατείας και η “πολιτική προσωπικότητα Sanders”

Το 2020 ήταν πράγματι διαφορετικό από το 2016. Η καμπάνια είχε περισσότερα χρήματα και ήταν περισσότερο γειωμένη κοινωνικά, ειδικά σε πολυφυλετικές κοινότητες της νέας εργατικής τάξης που πληθαίνουν όλο και περισσότερο στις μεγαλουπόλεις των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, η καμπάνια Sanders 2020 είχε και πολύ περισσότερα ικανά στελέχη από την αντίστοιχη του 2016· μια ποικιλόμορφη και ταλαντούχα ηγεσία παλιών και νέων στελεχών που έδιναν ξανά τη μάχη απέναντι όχι μόνο στο πρώτο-φασισμό του Ντόναλντ Τραμπ αλλά και στο διεφθαρμένο νεοφιλελεύθερο κατεστημένο του δημοκρατικού κόμματος.

Επικεφαλής αυτής της προσπάθειας, ένας άνδρας 78 χρονών, με μια σχετικά παλαιού τύπου καθωσπρέπει πολιτική κουλτούρα που δεν του επέτρεψε να επιτεθεί σθεναρά έναντι του βασικού του αντιπάλου Τζο Μπάιντεν. Η πλήρης απουσία “προσωπικών επιθέσεων” όπως τις χαρακτηρίζει ο ίδιος ο Μπέρνι, έδωσε τη δυνατότητα στον Μπάιντεν να κρυφτή πίσω από την ιδεολογική του κενότητα της “επιστροφής στην αμέσως προ-Τραμπ εποχή”, όσο και να μην έχει καμία αρνητική επίπτωση από τα σοβαρά ζητήματα προσωπικής διαφθοράς καθώς και την άρνησή του να δεχθεί τα (αυτονόητα στην εποχή του κωρονοιού) αιτήματα για καθολική υγειονομική κάλυψη.

Το αποτέλεσμα αυτών των αδυναμιών (σε συνδυασμό με τις συντονισμένες και αήθεις επιθέσεις και μεθοδεύσεις από το Δημοκρατικό Κόμμα) οδήγησαν σε επικράτηση του Μπάιντεν με μοναδικό επιχείρημα την “εκλογιμότητα” έναντι του Τραμπ (επιχείρημα εντελώς σαθρό , στατικό, και τρομακτικά όμοιο με αυτό που χρησιμοποιήθηκε από την καταστροφική καμπάνια της Χίλαρυ Κλίντον το 2016). Μία φράση που συνοψίζει εύγλωττα τα παραπάνω ακουγόταν αρκετά εντός και εκτός της εκστρατείας του ακόμα και την περίοδο που φαίνονταν πως θα κερδίσει: “Το 2016, ο Μπέρνι ήταν  ο ίδιος το καλύτερο πολιτικό στέλεχος της καμπάνιας του. Το 2020, αυτό έχει πάψει να ισχύει”.

2) Η αδυναμία του Μπέρνι σε Αφροαμερικανούς και σε ψηφοφόρους της υπαίθρου

Τα παραπάνω φυσικά ήρθαν σε συνδυασμό με την αδυναμία του ίδιου του Μπέρνι να μιλήσει με αυτοπεποίθηση και ευχέρεια για ζητήματα φυλής, ειδικά σε σχέση με τους Αφροαμερικανούς ψηφοφόρους. Η αδυναμία του να διεισδύσει τόσο σε γηραιότερες αφροαμερικανικές κοινότητες των πόλεων, αλλά και σε (λευκούς και Αφροαμερικανούς) ψηφοφόρους που ζουν στην ύπαιθρο, τον οδήγησε σε ήττες σε περιοχές που το 2016 έδειξαν ξεκάθαρα να τον προτιμούν έναντι της Χίλαρι Κλίντον.

Οι αδυναμίες αυτές φυσικά όσο και να είναι προβλήματα της ίδιας του της καμπάνιας που αντανακλούν πολιτικά ελλείμματα και του ίδιου του επικεφαλής, αποτελούν και μια υπενθύμιση πως τα προοδευτικά κινήματα δεν μπορούν να περιμένουν πώς θα έχουν “εγγυημένη” στήριξη από πληττόμενα ή περιθωριοποιημένα κοινωνικά στρώματα απλώς και μόνο λόγω της κοινωνικής τους θέσης.  Ο συντηρητισμός του δημοκρατικού κατεστημένου καθώς και η μετακίνηση του πολιτικού πεδίου όλο και πιο δεξιά την περίοδο Τραμπ, έφτιαξαν ένα περιβάλλον εχθρικό προς τις προοδευτικές ιδέες σε μεγάλες μερίδες τέτοιων ακροατηρίων.

3) Η “ευημερία” των μεσαίων τάξεων επί Τραμπ και η διείσδυση του στα χαμηλά και μικροαστικά στρώματα

Στη συνέχεια της συλλογιστικής του παραπάνω σημείου, πρέπει να προσθέσουμε και την θετική πορεία (μέχρι την πρόσφατη κρίση λόγω κωρονοιού ) της πορείας των οικονομικών δεικτών: Η πλήρης απελευθέρωση από περιβαλλοντικούς και άλλους κανόνες, καθώς και ο οικονομικός προστατευτισμός που ακολούθησε ο Τραμπ έφεραν άνοδο του χρηματιστηρίου, μείωση της ανεργίας και ικανοποιητικούς για το οικονομικό κατεστημένο ρυθμούς ανάπτυξης.

Αυτές οι εξελίξεις αποτέλεσαν για μερίδα των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων που στήριξαν Τραμπ το 2016 από απλή αντίδραση να τον δουν ως περισσότερο μόνιμη και ασφαλή επιλογή. Ταυτόχρονα, απέδειξαν στο νεοφιλελεύθερο κατεστημένο που δεν του έχει ιδιαίτερη συμπάθεια ότι παρά τις αισθητικές αντιρρήσεις τους, τα συμφέροντά τους θα είναι ασφαλή. Έτσι, ο Τραμπ, προσωρινά τουλάχιστον αποτέλεσε αγωγό για να αδειάσει η δεξαμενή “αντισυστημικών ψηφοφόρων” στους οποίους είχε απευθυνθεί με επιτυχία ο Sanders το 2016.

4) Ιδεολογική Κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού: Ο εγωισμός στο επίκεντρο

Συνήθως στην Αριστερά δεν μας αρέσει να χρησιμοποιούμε υπεραπλουστευμένη ψυχαναλυτική ορολογία που ανάγει τις ταξικές συγκρούσεις σε μάχες έναντι του καλού και του κακού, του εγωισμού και αλτρουισμού. Ορθά προσπαθούμε να ερμηνεύουμε την κοινωνική κίνηση και τις πολύπλοκες διαστάσεις της ως συγκρούσεις και αντιθέσεις μεταξύ δομών, υποκειμένων και συνθηκών η πολυπλοκότητα των οποίων δεν αφήνει χώρο σε απλοϊκούς και συχνά ανόητους διπολισμούς μεταξύ καλού και κακού.

Αυτό δε θα πρέπει να μας κάνει να αγνοούμε πως μια συνθήκη επικράτησης του κοινωνικού νεοφιλελευθερισμού στις μέρες μας είναι ο ατομισμός, ο εγωισμός αλλά ακόμα και η κακία ως κοινωνικές αξίες. Η “ψήφος με βάση το ατομικό συμφέρον” είναι σίγουρο πως κόστισε στο κίνημα Sanders.

Κι αυτό, όχι μόνο επειδή τα κατώτερα στρώματα είναι εδώ και δεκαετίες αποκλεισμένα από την πολιτική και κατά κανόνα δεν ψηφίζουν. Αλλά επειδή μέσα στην απόλυτη κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, ακόμα και το ίδιο το ατομικό συμφέρον χρωματίζεται από το απατηλό “αμερικανικό όνειρο” μιας πλούσιας ζωής που πλέον όμως διατίθεται “μόνο σε όσους (την) αξίζουν”.

Με άλλα λόγια, δεν αρκεί από την Αριστερά η επίκληση του συμφέροντος που η ίδια αντιλαμβάνεται πως έχει η κοινωνική πλειοψηφία. Ούτε αρκεί το να περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πλήττονται τα συμφέροντα της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Πρέπει να νοηματοδοτεί και το όραμα για την έξοδο από την παρούσα κατάσταση με βάση της δικές της αξίες, διότι ο νεοφιλελευθερισμός ήδη έχει δώσει οραματική βάση σύμφωνη με το δικό του αξιακό πλαίσιο.

Ξανά για κλείσιμο:

Κλείνοντας, θα πρέπει φυσικά να τονίσουμε πως οι παραπάνω αδυναμίες όπως φαίνεται δεν είναι ούτε ανεξάρτητες μεταξύ τους, ούτε φυσικά αποτελούν εύκολες συνταγές για λύση του προβλήματος.

Φυσικά η αδυναμία άρθρωσης εναλλακτικού πλαισίου αξιών δεν είναι απλά ζητήματα διόρθωσης πορείας ή ιδεολογικής στροφής. Έχουν και ισχυρή υλική βάση, ειδικά σε ό,τι αφορά την υποχρέωση που νιώθει η αριστερά  να εξυπηρετήσει τη λεγόμενη μεσαία τάξη, η οποία μπορεί πρόσκαιρα να τη στηρίζει όταν η κρίση επιτρέπει μεγάλες πολιτικές μετατοπίσεις, αλλά αποτελεί και ταυτόχρονα και κοινωνικό τροχοπέδη, “άγκυρα” που περιορίζει και αποδυναμώνει το οραματικό πλαίσιο για μια ριζικά διαφορετική κοινωνία.

Δεν είναι στόχος του κειμένου αυτού να προτείνει λύσεις σε προβλήματα δεκαετιών μέσα σε λίγες γραμμές. Αξίζει πάντως να σημειώσουμε πώς άλλο ένα ελπιδοφόρο πολιτικό κίνημα συνετρίβη μεταξύ των συμπληγάδων της ιδεολογικής ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού και της εμμονής του πολιτικού συστήματος με την (πλήρως αφηρημένη) “μεσαία τάξη”. Ένα πολιτικό κίνημα το οποίο, παρά το γεγονός ότι προσπάθησε να χαράξει πολιτική με βάση την άμεση μεταφορά οικονομικής (και πολιτικής) εξουσίας προς τις τάξεις που η αριστερά υπηρετεί έμεινε να μιλά μόνο οραματικά και ηθικά για δικαιότερη “μοιρασιά” ενός κέρδους που εκ των πραγμάτων ανήκει σε λίγους.

Είναι σαφές πώς όσο όχι μόνο ο πλούτος αλλά και οι κύριοι τρόποι παραγωγής του παραμένουν στα χέρια λίγων, μακριά από δημοκρατικό έλεγχο και σχεδιασμό, πάντοτε τα οράματα για ευρύτερες προοδευτικές αλλαγές θα σκοντάφτουν αργά ή γρήγορα στη δυσαρέσκεια μιας μεσαίας τάξης που ενώ πνίγεται διαρκώς στα χρέη και τη διαρκή λιτότητα, πάντα θα υπερασπίζεται την απατηλή και μίζερη αυτοεικόνα της. Χωρίς μια δική μας “άγκυρα” κοινωνικών συμφερόντων που θα είναι δομικά ασυμβίβαστη με το νεοφιλελευθερισμό, η διάλυση της ιδεολογικής ηγεμονίας του δεν θα είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)