to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Η Πρωτομαγιά δεν είναι αργία, είναι απεργία

«Ας μη ξεχνάμε ποτέ αυτό που έλεγε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, ότι όταν αγωνίζεσαι για την κοινωνική απελευθέρωση και χειραφέτηση, τότε τιμάς και ανασταίνεις και τους αγώνες των νεκρών αγωνιστών μέσα από την πράξη και τους αγώνες. Για αυτό και για πολλούς άλλους λόγους η μνήμη σημαίνει αντίσταση»


Ο τίτλος του συγκεκριμένου άρθρου, δυστυχώς στους περισσότερους ανθρώπους της εποχής μας, ακούγεται σαν ένα ευφυολόγημα το οποίο δεν έχει καμία κοινωνική χρησιμότητα, καθώς για πολλούς λόγους, η εργατική Πρωτομαγιά φαντάζει σαν μία μέρα λουλουδιών και αργίας.

Η παραπάνω κυρίαρχη αντίληψη για την έννοια και την σημασία της Πρωτομαγιάς δεν έπεσε από τον ουρανό, αλλά είναι αποτέλεσμα πολλών διαφορετικών παραγόντων. Πρώτα από όλα, η περίφημη ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού δομείται σε δύο βασικά στοιχεία τα οποία αλληλεπιδρούν μεταξύ τους: στην διάλυση της έννοιας της συλλογικότητας και στην ανάδειξη του ατομικισμού ως κυρίαρχης κοινωνικής αντίληψης. Τα παραπάνω διαφάνηκαν με ξεκάθαρο τρόπο στην ιστορική φράση της Θάτσερ, η οποία είπε: «δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο άτομα και οι οικογένειες τους». Η νεοφιλελεύθερη φρασεολογία μόνο τυχαία δεν είναι, καθώς έχει ένα βαθύτερο σκοπό στο επίπεδο της ιδεολογίας, να υποπέσουμε στην ιστορική λήθη, και να ξεχάσουμε τους ένδοξους συλλογικούς αγώνες των καταπιεσμένων για κοινωνική απελευθέρωση και χειραφέτηση. Ας πάμε λίγους μήνες πίσω, όπου στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είπε την εξής τρομακτική φράση: ποιος 17άρης νοιάζεται σήμερα για την υπόθεση Λαμπράκη που συνέβη το 1963; Η συγκεκριμένη αποστροφή δεν είναι μία ατυχής λεκτική διατύπωση, αλλά μία βαθιά νεοφιλελεύθερη πεποίθηση, ότι οι αγώνες που έχουν γίνει για την κοινωνική δικαιοσύνη και την ελευθερία είναι «ντεμοντέ».

Αναπτύσσοντας τους παραπάνω προβληματισμούς γίνεται αντιληπτή η βαρύτητα μίας πολυαγαπημένης φράσης στα χείλη των αριστερών: «ότι η μνήμη σημαίνει αντίσταση». Πράγματι, η μνήμη και η γνώση των αγώνων της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων για καλύτερες συνθήκες εργασίας, είναι το πρώτο βήμα για να καταλάβουμε ότι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον βρίσκονται σε μία ενότητα. Η συλλογική μνήμη είναι εκείνη η κοινωνική διαδικασία, που μας κάνει να σεβόμαστε το παρελθόν, και πρωτίστως να παλεύουμε στο παρόν, καθώς ένα πράγμα που μας έχει δείξει η ιστορία, είναι ότι τίποτα δεν χαρίζεται, αλλά όλα τα κοινωνικά και εργατικά «δικαιώματα» είναι προϊόντα κοινωνικών και συλλογικών διεκδικήσεων. Γι’ αυτόν τον λόγο αξίζει να θυμηθούμε την ιστορική γένεση της Πρωτομαγιάς σε διεθνές επίπεδο αλλά και στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό.

Την πρώτη Μαΐου του 1886 οι εργατικές ενώσεις καλούν σε μαζική απεργία στο Σικάγο, με βασικό σύνθημα: «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο». Η μαζικότητα των απεργιών ήταν πρωτοφανείς, καθώς περίπου 400.000 εργαζόμενοι κατέβηκαν στους δρόμους, δίνοντας ένας ηχηρό μήνυμα σε κάθε καταπιεσμένο, ότι δια των συλλογικών τίποτα δεν είναι ανέφικτο. Πράγματι, ήταν τέτοιο το κύμα των διαδηλώσεων, που στις 3 Μαΐου οι δυνάμεις καταστολής άρχισαν να πυροβολούν προς το πλήθος σκοτώνοντας εν ψυχρώ 4 εργαζόμενους και τραυματίζοντας δεκάδες άλλους. Ήταν τόσο ιστορικές εκείνες οι μέρες του 1886 στο Σικάγο, όταν ο Ένγκελς έλεγε: «Σήµερα που γράφω αυτές τις γραµµές, το προλεταριάτο της Ευρώπης και της Αµερικής επιθεωρεί τις δυνάµεις του, που για πρώτη φορά κινητοποιούνται σε µια στρατιά, κάτω από µια σηµαία και για έναν άµεσο σκοπό: για τον νοµοθετικό καθορισµό της κανονικής οχτάωρης εργάσιµης ηµέρας, που διακηρύχτηκε το 1866 [...] Οι προλετάριοι όλων των χωρών είναι σήµερα πραγµατικά ενωµένοι. Ας ήταν ο Μαρξ πλάι µου να το ’βλεπε αυτό µε τα ίδια του τα µάτια».

Ήταν τέτοιες οι αλλαγές που επέφερε ο ξεσηκωμός των εργατών στο Σικάγο, που το 1890, η δεύτερη διεθνής, αποφάσισε κάθε χρόνο στις 1 Μάη να καθιερωθεί γενική απεργία σε όλες τις χώρες, ως ένδειξη τιμής αλλά και συνέχισης των εργατικών αγώνων για δουλειά με δικαιώματα και ζωή με αξιοπρέπεια.

Έχει πολύ μεγάλη σημασία ειδικά σε μία εποχή λήθης και ηγεμονίας του ιστορικού αναθεωρητισμού, να πούμε μερικά πολύ σημαντικά πράγματα και για την Πρωτομαγιά στην ελληνική περίπτωση, καθώς, όπως θα διαπιστώσουμε, στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, οι μέρες της Πρωτομαγιάς συμπυκνώνουν στιγμές «ηρωισμού» και μέγιστης αγωνιστικότητας από ανθρώπους του μόχθου και της εργατιάς. Πιο συγκεκριμένα, ο εορτασμός της Πρωτομαγιάς έγινε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1893, με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου, που είχε ιδρύσει τρία χρόνια νωρίτερα ο Σταύρος Καλλέργης. Το αποτέλεσμα εκείνης της ημέρας, ήταν να μαζευτούν 2.000 υπογραφές και δημιουργήθηκε ένα ψήφισμα μέσω του οποίου οι εργαζόμενοι ζητούσαν οχτάωρη εργασία, και καλύτερες συνθήκες εργασίας.

Το αποτέλεσμα ήταν ο σοσιαλιστής Καλλέργης να φυλακιστεί για λίγες μέρες για διατάραξη της κοινοβουλευτικής συνεδρίασης, με εντολή του τότε Προέδρου της Βουλής, ο οποίος ενώ παρέλαβε το ψήφισμα των εργαζομένων, το υπονόμευσε και δεν έδωσε καμία σημασία. Αυτή η συμβολική ημέρα του 1893 σηματοδοτεί και μία νέα εποχή για το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα, το οποίο τις επόμενες δεκαετίες ενδυναμώνεται και κερδίζει σημαντικές νίκες.

Σημαντικός σταθμός είναι και η Πρωτομαγιά του 1924, όπου ο άγνωστος σήμερα σε πολλούς νεαρός Σωτήρης Παρασκευαϊδης είναι ο πρώτος εργάτης που αφήνει την τελευταία του πνοή στις 2 Μαΐου στο Πολιτικό Νοσοκομείο των Αμπελοκήπων, το γνωστό σήμερα Ελπίς. Ο Σωτήρης Παρασκευαΐδης ήταν ζαχαροπλάστης, εργάτης ο οποίος στις 1 Μαϊου ήταν ανάμεσα στους εργαζόμενους που δέχτηκαν επίθεση από τον στρατό με σκοπό την διάλυση του πλήθους, με εντολή της τότε κυβέρνησης, η οποία είχε απαγορεύσει τέτοιου είδους εργατικές διαδηλώσεις. Εκείνη η περίοδος ήταν πολιτικά πυκνή, καθώς η εργατική τάξη στην Ελλάδα είχε αρχίσει να ενδυναμώνεται και να διεκδικεί σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, με αποτέλεσμα η πολιτική και κοινωνική κατάσταση να βρίσκεται σε μία κατάσταση ρευστότητας, η οποία έγινε πιο έντονη με την παγκόσμια κρίση του 1929, που επηρέασε όλες της χώρες του κόσμου.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο του Μεσοπολέμου, αξίζει να σταθούμε στην Πρωτομαγιά του 1936, η οποία αποτελεί μία από τις πιο λαμπρές σελίδες του ελληνικού εργατικού κινήματος. Χαρακτηριστικά, το 1936 ξεσπούν δεκάδες απεργιακές κινητοποιήσεις, σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Δράμα και Ξάνθη. Ένας από του κλάδους που είχε πληγεί περισσότερο ήταν αυτός της καπνοβιομηχανίας. Χαρακτηριστικά, οι μισθοί έπεφταν συνεχώς, και η ανεργία αυξάνονταν με ραγδαίους ρυθμούς, με αποτέλεσμα περιοχές στην Βόρεια Ελλάδα να αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, στις 29 Απριλίου οι καπνεργάτες της συμπρωτεύουσας κηρύσσουν γενική απεργία, με βασικά αιτήματα την αύξηση του ημερομίσθιου και την παροχή επιδόματος στους ανέργους. Στην διάρκεια της Πρωτομαγιάς οι εργατικές εκδηλώσεις πύκνωναν ολοένα και περισσότερο, παρόλο που η χωροφυλακή είχε απαγορεύσει τις διαδηλώσεις. Όσο περνούσαν οι μέρες οι εργαζόμενοι πιο ενωμένοι από ποτέ ζητούσαν σε χρόνο ενεστώτα το ύψιστο δικαίωμα για μία αξιοπρεπή ζωή, και οι φωνές μέρα με την μέρα πολλαπλασιάζονταν. Έτσι σε αυτές τις ημέρες διεκδίκησης και αγώνα, η Αστυνομία στις 8 Μαΐου στήνει πολυβόλα απέναντι στους εργαζόμενους και τα χρησιμοποιεί αδιακρίτως κατά του πλήθους.

Ο πρώτος νεκρός την άγρια καταστολή είναι ο 25χρονος αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης, ο οποίος έπεσε ηρωικά στην μάχη για μία κοινωνία με δικαιοσύνη και ελευθερία. Μία από τις πιο συγκινητικές και ιστορικές φωτογραφίες που έχουν μείνει στην συλλογική μνήμη του εργατικού κινήματος είναι αυτή, όπου η μάνα του νεκρού Τάσου σπαράζει πάνω από τα άψυχο σώμα του παιδιού της, αγνοώντας τις σφαίρες που έπεφταν από τις δυνάμεις καταστολής. Αυτή η σκηνή που ανατριχιάζει, ενέπνευσε τον μεγάλο Αριστερό ποιητή Γιάννη Ρίτσο να γράψει τον περίφημο «Επιτάφιο», όπου αποτυπώνει τον θρήνο και τον πόνο της μάνας με έναν τρόπο που τα λόγια είναι φτωχά: «Γιε µου, σπλάχνο τῶν σπλάχνων µου, καρδούλα τῆς καρδιᾶς µου, πουλάκι τῆς φτωχιᾶς αὐλῆς, ἀνθὲ τῆς ἐρηµιᾶς µου. Πῶς κλείσαν τὰ µατάκια σου καὶ δὲ θωρεῖς ποὺ κλαίω καὶ δὲ σαλεύεις, δὲ γρικᾷς τὰ ποὺ πικρὰ σοῦ λέω;».

Από την ιστορική αυτή αναδρομή έχει γίνει σαφές ότι η Πρωτομαγιά δεν είναι απλά γιορτή, αλλά συμπυκνώνει όλους τους ένδοξους αγώνες των καταπιεσμένων και του λαού για έναν κόσμο αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης.

Από το κάδρο των της μνήμης για την σημασία που έχει η Πρωτομαγιά στον τόπο μας, δεν γίνεται να μην βάλουμε την ιστορική Πρωτομαγιά του 1944, η οποία είναι αδιαμφισβήτητα η πιο τραγική Πρωτομαγιά που έχει ζήσει ο τόπος, καθώς 200 Κομμουνιστές πατριώτες εκτελέστηκαν από τους κατακτητές.

Χαρακτηριστικά, το πρωινό της 1ης Μαϊου άνδρες της Βέρμαχτ σε συνεργασία με ντόπιους δωσίλογους, πήραν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου 200 κομμουνιστές, τους οποίους οδήγησαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Σε αυτόν τον μαρτυρικό τόπο, οι δυνάμεις κατοχής από τις 10.00 το πρωί μέχρι τις 2.00 μετά το μεσημέρι εκτέλεσαν με οπλυπολυβόλα 200 κομμουνιστές που αγωνίζονταν για μία πατρίδα ελεύθερη από του κατακτητές, και για μία χώρα με λαϊκή κυριαρχία και κοινωνικά δικαιοσύνη.

Σε αυτό το σημείο έχει πολύ μεγάλη σημασία να σταθούμε, διότι εδώ αποδεικνύεται η δυναμική που έχει η φράση, ότι η μνήμη σημαίνει αντίσταση. Σε μία εποχή, όπου ο φασισμός σηκώνει κεφάλι και προσδιορίζει τους Αριστερούς ως προδότες, ενώ η κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη αντίληψη εξισώνει τους θύτες με τα θύματα, έχουμε χρέος να γυρίσουμε προς την ιστορία, ώστε να δούμε ποιοι είναι αυτοί που έδωσαν την ζωή τους για μία ελεύθερη και ανεξάρτητη χώρα και ποιοι συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Όλα αυτά, όχι για λόγους διχασμού, αντιθέτως, για να μην πέσουμε στην ιστορική λήθη και κάνει η ανθρωπότητα και η γενιά μας τα ίδια λάθη με το παρελθόν.

Δεν πρέπει, να ξεχνάμε ποτέ, ότι ο φασισμός καταφάσκει προς τον ίδιο τον θάνατο, καθώς προϋπόθεση του είναι η εξουδετέρωση των αδύναμων, είτε πρόκειται για Εβραίους, εργαζόμενους, ή στην εποχή μας μετανάστες. Αυτό αποτυπώνεται με γλαφυρότητα και από την περίφημη φράση του Ζαν-Πολ Σαρτρ, ο οποίος έλεγε, ότι: «Ο φασισμός δεν ορίζεται από τον αριθμό των θυμάτων, αλλά από τον τρόπο που τα σκοτώνει». Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι επί ναζισμού και φασιμού, ακόμη και οι νεκροί δεν είχαν την ηρεμία τους, καθώς κοιμητήρια βανδαλίστηκαν, αποδεικνύοντας με τραγικό τρόπο αυτήν την φορά, ότι ο φασισμός είναι ιδεολογία του θανάτου. Αντιθέτως, η Αριστερά έχει σαν σκοπό την κοινωνική απελευθέρωση και την χειραφέτηση των καταπιεσμένων από τα δεσμά τους. Προϋπόθεση της Αριστεράς είναι η ζωή, η οποία ενώνεται με το νήμα της μνήμης, δια της οποία το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον βρίσκονται σε μία διαρκή ενότητα.

Για αυτό δεν πρέπει να ξεχνάμε τους αγώνες της Πρωτομαγιάς και του παρελθόντος, διότι οι συλλογικοί αγώνες έχουν αξία, μόνο όταν εμπνέουν σε χρόνο ενεστώτα, και έτσι σεβόμαστε και τους νεκρούς που άφησαν την ζωή τους για μία κοινωνία αλληλεγγύης και ελευθερίας. Ας μη ξεχνάμε ποτέ αυτό που έλεγε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, ότι όταν αγωνίζεσαι για την κοινωνική απελευθέρωση και χειραφέτηση, τότε τιμάς και ανασταίνεις και τους αγώνες των νεκρών αγωνιστών μέσα από την πράξη και τους αγώνες. Για αυτό και για πολλούς άλλους λόγους η μνήμη σημαίνει αντίσταση.


*Ο Αντιλιάν Κοτζάι είναι μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ



 

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)