to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

23:58 | 26.02.2018

Πολιτική

Έντονη αντίδραση Κ. Γαβρόγλου στην επιστολή Ιερώνυμου - Δεκτή η τροπολογία για το Ίδρυμα Τήνου - Ν. Ξυδάκης: Επαναφέρουμε μια παράδοση δύο αιώνων

Κ. Γαβρόγλου: «Με κάθε σεβασμό, να πω στην Ιερά Σύνοδο ότι θα πρέπει να είναι πιο μετρημένη στα λόγια της. Όταν μιλάμε για Δημοκρατία, η Δημοκρατία είναι για όλους και όχι για κάποιους μόνο» - «Στο Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου επαναφέρουμε μια παράδοση δύο αιώνων», τόνισε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Ξυδάκης - Δεκτή έκανε την τροπολογία που υπογράφεται από επτά βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Το Ποτάμι) ο υπουργός Παιδείας


«Όταν μιλάμε για Δημοκρατία, η Δημοκρατία είναι για όλους και όχι για κάποιους μόνο», ανέφερε ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γαβρόγλου, σχολιάζοντας την επιστολή του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, σχετικά με την τροπολογία που ρυθμίζει θέματα του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Η επιστολή, στην οποία εκφράζεται η έντονη αντίθεση της Ιεράς Συνόδου στην αλλαγή που προωθεί το υπουργείο, προκάλεσε την αντίδραση του υπουργού, ο οποίος μιλώντας από το βήμα της Βουλής ανέφερε ότι η επιστολή «έχει βάλει σε σοβαρές σκέψεις» τον ίδιο και την κυβέρνηση.

«Εμείς διεκδικούμε την παράδοση, γιατί υπογραμμίζει μία ειρηνική συνύπαρξη χρόνων», ανέφερε ο κ. Γαβρόγλου και πρόσθεσε: «Θα παρακαλουσα, με κάθε σεβασμό, να πω στην Ιερά Συνοδο ότι θα πρέπει να είναι πιο μετρημένη στα λόγια της. Όταν μιλάμε για Δημοκρατία, η Δημοκρατία είναι για όλους και όχι για κάποιους μόνο».

Δεκτή έκανε το βράδυ της Δευτέρας ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστας Γαβρόγλου, τροπολογία που υπογράφουν επτά βουλευτές, που καθορίζει τη σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Ειδικότερα, ορίζεται ότι αναιρείται η ενισχυμένη θέση του επιχώριου Μητροπολίτη στη Διοικούσα Επιτροπή, ώστε να μην περιορίζεται η κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση του Ιδρύματος.Έτσι, επαναφέρεται σε ισχύ η ρητή εξαίρεση του Ιδρύματος από τις ρυθμίσεις για τα εκκλησιαστικά ιδρύματα και ιερά προσκυνήματα.

Παράλληλα, καθορίζεται ότι στις 30 Ιουνίου θα τερματιστεί η θητεία της σημερινής Διοικούσας Επιτροπής, ώστε να οριστούν νέες τακτές προθεσμίες για την ανάδειξη έως τότε νέας Διοικούσας.

Την τροπολογία υπογράφουν οι βουλευτές Νίκος Συρμαλένιος, Νίκος Ξυδάκης, Αντώνης Συρίγος, Νίκος Μανιός, Θεοδώρα Μεγαλοοικονόμου (ΣΥΡΙΖΑ), Κώστας Ζουράρις (ΑΝΕΛ) και Σπύρος Δανέλλης (Το Ποτάμι).

Εξάλλου, ο υπουργός δέχθηκε την τροπολογία βουλευτών, σύμφωνα με την οποία για τα νήπια που συμπληρώνουν ηλικία τεσσάρων ετών γίνεται υποχρεωτική σταδιακά η προσχολική εκπαίδευση, αρχής γενομένης από το σχολικό έτος 2018-19 και εντός τριετίας, κατά δήμους, οι οποίοι ορίζονται με κοινή απόφαση υπουργών Παιδείας και Οικονομικών.

Αντίθεση Ιερώνυμου

Να καταψηφίσει την τροπολογία που αφορά το Πανελλήνιο Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, καλεί τον υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κώστα Γαβρόγλου, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, ως πρόεδρος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, σε επιστολή που του απέστειλε σήμερα το πρωί και στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι «οι μονομερείς αυτές νομοθετικές πρωτοβουλίες επιστρέφουν την πολιτική και θρησκευτική ζωή της Πατρίδας σε παλαιές και επώδυνες περιόδους πραξικοπηματικών επεμβάσεων της Πολιτείας σε εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας της Ελλάδος».

Σύμφωνα με την εν λόγω τροπολογία, η οποία υπογράφεται από επτά βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Το Ποτάμι), «επιδιώκεται τόσο η τροποποίηση διατάξεως του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (νόμου 590/1977) όσο και η κατάργηση διατάξεων του νόμου 4301/2014 (26 παρ. 1, 50, 51 παρ. 6), που όλες αφορούν στη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος του Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου».

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, στην εν λόγω επιστολή, επισημαίνει, μεταξύ άλλων: «Τα ζητήματα που θέτει η βουλευτική τροπολογία έχουν απαντηθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος με προγενέστερη επιστολή (έτους 2015) προς τον τότε Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη και τους κκ. Προέδρους των Κοινοβουλευτικών Κομμάτων, την οποία σας κοινοποιούμε. Οι απόψεις της Ιεράς Συνόδου έγιναν τότε κατανοητές και αποσοβήθηκε η νομοθετική πρωτοβουλία, που σήμερα επαναφέρεται από τους ανωτέρω κκ. Βουλευτές».

Επιπλέον, αναφέρει τις διατάξεις της επίμαχης τροπολογίας και τι επιχειρεί, ενώ εξηγεί και διευκρινίζει τους ισχύοντες νόμους και τα προβλήματα που επιφέρει η νέα τροπολογία.

Διαφωνούν και οι ΑΝΕΛ

Δήλωση κατά της τροπολογίας πραγματοποίησε και η εκπρόσωπος των Ανεξαρτήτων Ελλήνων, Μ. Παπαδοπούλου, τονίζοντας τα εξής:

«Οι ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ διαφωνούμε πλήρως με το περιεχόμενο της τροπολογίας που αφορά στο ζήτημα του Πανελλήνιου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελίστριας Τήνου, με την οποία επιχειρείται η αλλαγή του ισχύοντος νομικού καθεστώτος χωρίς τη συγκατάθεση της Εκκλησίας. Με την σχετική τροπολογία παραβιάζεται η αρχή του αυτοδιοίκητου της Εκκλησίας της Ελλάδος».

Ν. Ξυδάκης: «Στο Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου επαναφέρουμε μια παράδοση δύο αιώνων»

Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Ν. Ξυδάκης, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το σχέδιο νόμου περί ίδρυσης πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής αναφέρθηκε αναλυτικά στην τροπολογία τονίζοντας ότι το καταστατικό της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν αλλάζει αλλά επανέρχεται «εκεί που ήταν σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης».

Αναλυτικά όσα τόνισε ο Ν. Ξυδάκης:

Έκανε μία παρέμβαση ο κύριος Λοβέρδος για νομοθετική ρύθμιση που τον αφορά. Πράγματι έχει κατατεθεί βουλευτική τροπολογία με την οποία επιχειρείται με κάθε ειλικρίνεια και σοβαρότητα η αποκατάσταση της παραδόσεως. Αφορά το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου, το οποίο λειτουργεί ως πανελλήνιο ίδρυμα από το 1824 και με τη διαθήκη των κτητόρων από το 1825, προ ιδρύσεως δηλαδή του ελληνικού κράτους, καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας, ο τρόπος διοικήσεως και οι σκοποί του.

Είναι ένα από τα αρχαιότερα ιδρύματα στο ελληνικό κράτος και λειτούργησε αδιατάρακτα  επί δύο αιώνες με τη βούληση των κτητόρων. Ιδού η διαθήκη των κτητόρων ένα από τα παλιότερα έγγραφα του κράτους, την καταθέτω στα πρακτικά.

Αυτή η παράδοση είναι παράδοση αρμονικής συμβίωσης κλήρου και λαού κατά την αρχαία τάξη και τους ιερούς κανόνες της εκκλησίας. Οι κοινότητες, οι πόλεις, οι δήμοι και τα νεωτερικά κράτη βρήκαν τρόπους να ζουν με τις εκκλησίες και να συνδιοικούν όπου έπρεπε να συνδιοικούν, με την ψήφο του κλήρου και του λαού.

Κανένας νομοθέτης, κανένας βασιλεύς…

Αυτή η παράδοση κράτησε μέχρι το 1969. Τότε η δικτατορία αλλοίωσε τον δημόσιο χαρακτήρα αυτού του Ιδρύματος και το χαρακτήρισε εκκλησιαστικό. Προσέξτε: κανένας νομοθέτης, κανένας βασιλεύς, κανένα κοινοβούλιο, ούτε προ της κηρύξεως του αυτοκέφαλου της Ελληνικής εκκλησίας το 1833, ούτε το 1850 με την έκδοση του συνοδικού τόμου, ούτε το 1851 με τα βασιλικά διατάγματα που ρύθμιζαν τα της Εκκλησίας της Ελλάδος, ούτε με τα βασιλικά διατάγματα του 1887, ούτε όλη η νομολογία του 1925, του 1929, του 1938, ούτε καν του 1940, μετέβαλαν τη φυσιογνωμία και τη λειτουργία αυτού του Ιδρύματος.

Κανένας νομοθέτης, κανένα κοινοβούλιο έως το 1969 οπότε η δικτατορία με ένα δικό της διάταγμα το μετέβαλε σε εκκλησιαστικό. Και ήρθε η αποκατάσταση της Δημοκρατίας, οπότε το 1976 με νόμο της τότε κυβερνήσεως Καραμανλή, ρυθμίστηκαν όλα αυτά τα θέματα. Το Ιδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου αποκαταστήθηκε ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υπό την εποπτεία του Κράτους διοικούμενο από κληρικούς και λαϊκούς. Δόθηκε δηλαδή συνέχεια στην παράδοση. Και το ίδιο ίσχυσε το 1977 με το μεγάλο νόμο, τον 590 οπότε συντάχθηκε ο καταστατικός χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε πλήρη συμφωνία τότε των πολιτικών δυνάμεων και της Ιεράς Συνόδου, του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του μακαριστού Σεραφείμ, Αρχιεπισκόπου τότε.

Αυτός ο καταστατικός χάρτης διέπει τις σχέσεις εκκλησίας-κράτους και έχει ένα άρθρο, το 66, το οποίο εξαιρεί από τα εκκλησιαστικά ιδρύματα ειδικώς αυτό το πανελλήνιο Ίδρυμα. Γιατί αυτή είναι η παράδοσις. Η εκκλησία σέβεται την παράδοση και το κράτος σέβεται την παράδοση.

Και ερχόμαστε στο 2014 οπότε με μία νομοθετική ρύθμιση αλλάζει αυτή η παράδοση. Ανοίγει ο δρόμος να γίνει εκκλησιαστικό ίδρυμα και για αυτό το λόγο αλλάζει και το σχετικό άρθρο του Καταστατικού Χάρτη.

Δεν αλλάζουμε εμείς το Χάρτη – το αντίθετο

Διάβασα με τον προσήκοντα σεβασμό και την προσοχή που απαιτείται, την επιστολή που απέστειλε η Ιερά Σύνοδος. Λέει ότι αλλάζουμε το καταστατικό της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μα δεν το αλλάζουμε, το επαναφέρουμε εκεί που ήταν. Στα συμφωνηθέντα. Σε αυτά που λειτουργούν σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Ακριβώς αυτό συμβαίνει. Επιπλέον, και για τη συνταγματικότητα αυτών των πράξεων έχει γνωμοδοτήσει επανειλημμένως και για τον νόμο του 76 δύο φορές και η Ολομέλεια και το Γ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας και προσφάτως ακόμη, το 2015, το ΣτΕ σε μία προσφυγή σχετικά με την ακύρωση διοίκησης. Την διοίκηση μεν την ακύρωσε, την ουσία όμως της φυσιογνωμίας του Ιδρύματος την επικύρωσε. Ότι είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου υπό την εποπτεία του κράτους όπως περιγράφεται στους νόμους του 1976 και του 1977.

«Βασιλεύς ειμί και ιερεύς»;

Να μπούμε λίγο στην ουσία. Χθες ήταν της Ορθοδοξίας. Θυμηθήκαμε τον Λέοντα Γ’ τον Ίσαυρο, τον μεγάλο εικονομάχο αυτοκράτορα. Αυτός λοιπόν έλεγε, τον 8ο αιώνα, κυνηγώντας την υπερεξουσία που είχαν μαζέψει τα μοναστήρια δια των εικόνων: «Βασιλεύς ειμί και ιερεύς». Όλα ήθελε να είναι. Και βασιλιάς και αρχηγός της εκκλησίας.

Στην παρούσα φάση τη νεωτερική και τη δημοκρατική και την κοινοβουλευτική, θέλοντας να ζούμε δημιουργικά εν αρμονία, εν καταλλαγή και εν περιχωρήσει, πιστεύω άλλος είναι ο βασιλεύς και άλλος ο ιερεύς. Τιμούμε το ράσο, τιμά και αυτό τον εαυτό του, τιμά την κοσμική δημοκρατική εξουσία. Και στην περίπτωση του Πανελληνίου Ιδρύματος Τήνου η επαναφορά στην παράδοση των κτητόρων και των προπατόρων, η επί δύο αιώνες λειτουργούσα, δείχνει με τον πιο θαυμαστό τρόπο πώς μπορούμε να συνυπάρχουμε και να συλλειτουργούμε δημιουργικά. Δεν μπορεί διαρκώς να αλλάζουν τα πράγματα χωρίς να γίνεται μία συζήτηση χωρίς να υποστηρίζουμε πού θέλουμε να πάμε. Εγώ θα υποστήριζα επίσης ότι αυτή η δημιουργική συμβίωση κλήρου και λαού επί δύο αιώνες στην Τήνο προδιαγράφει και το μέλλον των σχέσεων εκκλησίας και κράτους. Ο καθένας δεσπότης, ηγεμών στο χώρο του και μαζί συμβιώνουμε, συνδημιουργούμε και προχωράμε. Δεν χρειάζεται ο ένας να επιβάλλει στον άλλον τι θα κάνει.

Μια χαμένη παράδοση της Εκκλησίας της Ελλάδας

Και υπό μία άλλη άποψη, αυτή η επαναφορά στη δημοκρατική παράδοση συνύπαρξης κλήρου και λαού μας επαναφέρει σε μία χαμένη παράδοση της εκκλησίας της Ελλάδος, στη συνοδικότητα. Έως το 1940 οι πρεσβύτεροι ιερείς εκλέγοντο με την ψήφο του λαού και του κλήρου. Πριν από δύο γενιές μόλις, πριν από μιάμιση γενιά! Οι πατεράδες μας το έχουν προλάβει και οι παππούδες των νεώτερον εξ ημών.

Χάθηκε όμως αυτή η παράδοση. Τα εκκλησιαστικά συμβούλια στις ενορίες διορίζονται από το μητροπολιτικό συμβούλιο, το οποίο με τη σειρά του διορίζεται από το δεσπότη. Δεν υπάρχει πουθενά αυτή η δημιουργική μίξη κλήρου και λαού. Υπήρχε όμως επί δύο αιώνες και θα υπάρξει ξανά στο πανελλήνιο Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας της Τήνου. Αυτό επαναφέρουμε. Την αρμονική συνύπαρξη και το σεβασμό στην παράδοση.

Τέλος, είπε ο κύριος Λοβέρδος ότι πρέπει να ζητηθεί η γνώμη της Ιεράς Συνόδου. Δεν υπήρξε καμία μεγάλη πολιτική συζήτηση το 2014 όταν άλλαξε «εστιακά» ένα άρθρο του καταστατικού χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Επαναφέρουμε λοιπόν τον καταστατικό χάρτη της Ελλάδος εκεί που ήταν κατά τη μεγάλη συζήτηση του 1976-1977. Αν γίνουν άλλες αλλαγές θα πρέπει να γίνουν σοβαρές συζητήσεις. Και ακόμη και στην εκλογή του επισκόπου απαιτείται, προεξάρχει μάλλον, η γνώμη του κλήρου, το consilium αλλά απαιτείται και η συμφωνία του λαού, το consensus.

Eδώ παραβιάστηκε το consensus  του λαού. Έγιναν άσχημα γεγονότα στην νήσο της Τήνου. Διερράγη και ο ψυχικός, ο κοινωνικός και ο πνευματικός δεσμός του λαού με τον κλήρο. Αυτό θέλουμε να επαναφέρουμε. Καλώ τους συναδέλφους στην αίθουσα που είναι νουνεχείς, που είναι σώφρονες, που δεν επηρεάζονται από εξωθεσμικά κέντρα, που αγαπούν την εκκλησία αλλά πάνω από όλα τιμούν την ψήφο και την εντολή που έχουμε εντός του ελληνικού κοινοβουλίου, μέσα στην Ελληνική Δημοκρατία να κατανοήσουν γιατί πρέπει να σεβόμαστε την παράδοση, γιατί δεν πρέπει να ανοίγουμε παράθυρα και να κάνουμε εστιακές μεταβολές στα μείζονα νομικά κείμενα που διέπουν τις σχέσεις εκκλησίας και κράτους.

Άλλωστε εκκλησία -το έχω ξαναπεί από αυτό το βήμα- δεν είναι η ιεραρχία. Όλα τα ιερά κείμενα και οι ιεροί κανόνες λένε ότι εκκλησία είναι πάντες οι βαπτισθέντες, πάντες οι εκκλησιαζόμενοι και πάντες οι κοινωνούντες. Σε αυτή την αίθουσα όλοι έχουμε μία από αυτές τις ιδιότητες. Έχουμε δικαίωμα λοιπόν να επαναφέρουμε την τάξη του Ιδρύματος εκεί που ήταν και τον καταστατικό χάρτη εκεί που διαμορφώθηκε με τις μεγάλες πολιτικές συναινέσεις και τις μεγάλες πολιτικές συμφωνίες της Μεταπολίτευσης.

Αναλυτικά η επιστολή Ιερώνυμου έχει ως εξής:

Αξιότιμε κ. Υπουργέ,

Συνοδική Αποφάσει, ληφθείση εν τη Συνεδρία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της 26ης μηνός Φεβρουαρίου ε.ε., γνωρίζομεν υμίν, ότι η Ιερά Συνοδος, εν τη ρηθείση Συνεδρία Αυτής, απεφάσισεν όπως αποστείλη την παρούσα επιστολή, καθ' όσον ενημερωθήκαμε ότι στις 22.2.2018 κατατέθηκε η βουλευτική τροπολογία με γενικό αριθμό καταθέσεως 1488 και ειδικό αριθμό καταθέσεως 152, η οποία υπογράφεται από επτά (7) Βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Το Ποτάμι). Με την τροπολογία αυτή επιδιώκεται τόσο η τροποποίηση διατάξεως του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (νόμου 590/1977) όσο και η κατάργηση διατάξεων του νόμου 4301/2014 (26 παρ. 1, 50, 51 παρ. 6), που όλες αφορούν στη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος του Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου («Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου», Π.Ι.Ι.Ε.Τ. πρόκειται για το κρατικό Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, που διοικεί τον πανελλήνιας λατρευτικής σημασίας Ιερό Ναό της Ευαγγελιστρίας Τήνου και την περιουσία του).

Τα ζητήματα που θέτει η βουλευτική τροπολογία έχουν απαντηθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος με προγενέστερη επιστολή (έτους 2015) προς τον τότε Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη και τους κκ. Προέδρους των Κοινοβουλευτικών Κομμάτων, την οποία σας κοινοποιούμε. Οι απόψεις της Ιεράς Συνόδου έγιναν τότε κατανοητές και αποσοβήθηκε η νομοθετική πρωτοβουλία, που σήμερα επαναφέρεται από τους ανωτέρω κκ. βουλευτές.

Δυστυχώς ελάχιστοι τοπικοί παράγοντες της Τήνου συνεχίζουν να παραπληροφορούν, δεν εννοούν να καταλάβουν ότι αφ' ενός το Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου είναι «Πανελλήνιο» και «Ιερό Ίδρυμα», επειδή διοικεί Ιερό Ναό με την περιουσία του, και όχι «δημοτική επιχείρηση», και ότι αφ' ετέρου η περιουσία του συγκεντρώθηκε από την ευλάβεια του Ελληνικού Λαού στην Παναγία Θεοτόκο και τον Ιερό Ναό της. Αρνούνται ακόμη να αποδεχθούν το γεγονός ότι όσα ψευδώς καταμαρτυρούσαν το 2014 κατά του τότε νέου νόμου 4301/2014 περί δήθεν αυτοδίκαιης υπαγωγής του Ιδρύματος του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου στην Εκκλησία της Ελλάδος, περί δήθεν καταργήσεως του «αυτοδιοικήτου χαρακτήρα» του Ιερού Ιδρύματος και περί δήθεν παύσεως της εποπτείας της Πολιτείας στο Ιερό Ίδρυμα, πανηγυρικώς κατερρίφθησαν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (3631/2015). Τέλος, αρνούνται να αποδεχθούν το γεγονός ότι και μετά από τον νόμο 4301/2014 το Ίδρυμα συνεχίζει να εποπτεύεται από την Πολιτεία (Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων), όπως και πριν από τον νόμο 4301/2014, και ότι οι τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη νέας Διοικούσας Επιτροπής στις 10.12.1017 έγιναν με απολύτως ομαλό τρόπο κατά τον ν. 349/1976 και με συμμετοχή των νομίμων εκλεκτόρων, πολλοί από τους οποίους (μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Τήνου και όχι μόνον) απείχαν από τις προηγούμενες εκλογές του Δεκεμβρίου 2014, επειδή είχαν πεισθεί από αβάσιμες κατηγορίες κατά του ν. 4301/2014.

Ανακύπτει επομένως η εύλογη απορία: πώς είναι δυνατόν βουλευτές, και μάλιστα από πολιτικούς χώρους, που τάσσονται υπέρ των «διακριτών ρόλων» η υπέρ του «χωρισμού Κράτους Εκκλησίας» και της απόλυτης «θρησκευτικής ουδετερότητας» του Κράτους, να εισηγούνται μεταβολές στην Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος υποκαθιστώντας την Ιερά Σύνοδο Αυτής ή να εισηγούνται τροπολογίες για τη διοίκηση και διαχείριση Ιερών Ιδρυμάτων Ναών χωρίς γνώση της Εκκλησίας; Για τον λόγο αυτό οφείλουμε να συγχαρούμε την Κομματική Οργάνωση Βάσης (Κ.Ο.Β.) Τήνου του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.). για τη στάση ιδεολογικής συνέπειας, επειδή -αν και εκκινώντας από αντίθετη προς την Εκκλησία αφετηρία σε επίπεδο ορολογίας και ουσίας (του χωρισμού Κράτους Εκκλησίας)- είχε ανακοινώσει σε σχέση με το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου: «Ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. και οι βουλευτές του τοποθετούνται πάντοτε με βάση τό πλαίσιο του διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους, την πάγια δηλαδή θέση του κόμματος για τίς σχέσεις Κράτους Εκκλησίας. Θέση του ΚΚΕ είναι ότι ο έλεγχος του κράτους πρέπει να περιοριστεί στη διακρίβωση των τυπικών προϋποθέσεων, χωρίς να παρεμβαίνει στην εσωτερική οργάνωση των θρησκευτικών ενώσεων, των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων κ.λπ.».

Η συγκεκριμένη τροπολογία (1488/152/22.2.2018) βρίθει ψευδών και παραπλανητικών διαδόσεων στην αιτιολογική της έκθεση. Τολμά μάλιστα να επικαλείται υπέρ της ανάγκης καταργήσεως των άρθρων 26 παρ. 1, 50 και 51 παρ. 6 του ν. 4301/2014 την απορριπτική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) 3631/2015, η οποία απέρριψε (και μάλιστα ομοφώνως) την αίτηση ακυρώσεως του Δήμου Τήνου κατά της συνταγματικότητας των ως άνω διατάξεων του νόμου 4301/2014. Επιπλέον η ανωτέρω δικαστική απόφαση απέρριψε τον ψευδή ισχυρισμό, τον οποίο αναπαράγει η τροπολογία, ότι, επειδή με τον νόμο 4301/2014 το Π.Ι.Ε.Ε.Τ. έπαυσε να εξαιρείται από τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977), δήθεν υπήχθη αυτοδικαίως στην εποπτεία της Εκκλησίας της Ελλάδος, ότι μετατράπηκε σε «εκκλησιαστικό ίδρυμα» και ότι έπαυσε η εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων επί του Ιδρύματος. Ειδικότερα, με τις διατάξεις της επίμαχης τροπολογίας:

α) Επιχειρείται να τροποποιηθεί ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος και να επαναφερθεί σε ισχύ το καταργηθέν (με το άρθρο 51 παρ. 6 του ν. 4301/2014) άρθρο 66 παρ. 1 του νόμου 590/1977 (το τελευταίο άρθρο που εξαιρούσε το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από τον ν. 590/1977 είχε εισαχθεί στη Βουλή το 1977 με παρέμβαση τότε βουλευτών και χωρίς γνώση και συναίνεση της Ιεράς Συνόδου). Επιδιώκεται επομένως το Ιερό Ίδρυμα του Ναού της Παναγίας Ευαγγελιστρίας Τήνου να εξαιρείται από τις διατάξεις του νόμου 590/1977. Προσπαθούν δηλαδή να παρέμβουν μονομερώς στον ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος χωρίς γνώση και συναίνεση του διοικητικού οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Ιεράς Συνόδου. Πρόκειται για ωμή παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και της αρχής της αυτοδιοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος (3 παρ. 1, 12, 13 παρ. 1 Συντάγματος, 9, 11 ΕΣΔΑ). Σημειώνεται πάντως ότι η ομόφωνη απόφαση του ΣτΕ (3631/2015) νομολόγησε ότι ουδεμία εξομοίωση του Ιερού Ιδρύματος με τα εκκλησιαστικά ιδρύματα συνέβη λόγω του νόμου 4301/2014, όπως αναληθώς αναφέρει η αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας. Αντιθέτως, το άρθρο 51 παρ. 6 του νόμου 4301/2014 προβλέπει ρητώς τη διατήρηση του καθεστώτος λειτουργίας του Ιδρύματος (νόμος 349/1976) : «Η παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 590/1977 (Α 146) καταργείται. Το προηγούμενο εδάφιο δεν καταργεί τον ισχύοντα ν. 349/1976 (Α 149), όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου».

β) Προτείνεται η κατάργηση της δυνατότητας ψηφοφορίας του Σεβ. Μητροπολίτη Σύρου κατά την πρώτη συνεδρία της νεοεκλεγείσας Διοικούσας Επιτροπής (Δ.Ε.) του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου (άρθρα 26 παρ. 1, 50 ν. 4301/2014). Ειδικότερα, μετά από την εκλογή των μελών της Δ.Ε. ανά τριετία και κατά την πρώτη συνεδρία της νέας Διοικούσας Επιτροπής, προβλέπεται ότι τα νέα μέλη της Δ.Ε. ψηφίζουν μεταξύ τους και επιλέγουν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής. Η επίμαχη τροπολογία απαγορεύει το δικαίωμα ψήφου κατά την συγκεκριμένη ψηφοφορία στον επιχώριο Μητροπολίτη Σύρου, Πρόεδρο της Επιτροπής, ο οποίος είναι και ο μοναδικός εκπρόσωπος της Εκκλησίας στη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος. Αναρωτάται κανείς γιατί πρέπει να απαγορεύεται στον Πρόεδρο του Ιδρύματος να ψηφίσει στην συγκεκριμένη συνεδρίαση. Η αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τον Μητροπολίτη Πρόεδρο του Ιερού Ιδρύματος τον καθιστά διακοσμητικό στοιχείο, αφού του απαγορεύεται να παρίσταται σε αυτή την πρώτη συνεδρίαση και να ψηφίζει, παρ' ότι κατά την απόφαση 3631/2015 της Ολομέλειας του ΣτΕ «το Ίδρυμα έχει από ιδρύσεώς του προεχόντως θρησκευτικούς σκοπούς, οι οποίοι σχετίζονται με την διοίκηση και διαχείριση της περιουσίας του Ιερού Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (Ευαγγελιστρίας) Τήνου, που αποτελεί ιερό προσκύνημα» (σκέψη 15). Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο Ιερός Ναός της Ευαγγελιστρίας Τήνου έχει αποδοθεί εξ αρχής στη δημόσια λατρεία και δεν αποτελεί ιδιωτική υπόθεση κανενός.

γ) Καθαιρείται πραξικοπηματικώς η εκλεγείσα στις 10.12.2017 Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος και ορίζεται ημερομηνία εκλογής νέας Διοικούσας Επιτροπής. Σημειώνεται ότι η τελευταία εκλογή στις 10.12.2017 διενεργήθηκε με τις ίδιες διατάξεις του νόμου 349/1976, τον οποίον σέβεται απολύτως η Ιερά Σύνοδος, όπως και οι προγενέστερες εκλογές, καθώς οι διατάξεις του νόμου 349/1976 δεν έχουν τροποποιηθεί από τον νόμο 4301/2014, ως προς την εκλογή των μελών της Διοικούσας Επιτροπής, και παραμένουν σε πλήρη ισχύ. Συνεπώς, η γενομένη εκλογή της Διοικούσας Επιτροπής στις 10.12.2017, η οποία αυθαιρέτως καταργείται με την τροπολογία, δεν έχει καμία συνάφεια και αιτιώδη σχέση με την εφαρμογή των άρθρων 26 παρ. 1 και 51 παρ. 6 νόμου 4301/2014, τα οποία η τροπολογία επίσης προτείνει να καταργηθούν. Αναρωτάται κανείς γιατί καθαιρείται η Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος, αφού τα μέλη της δεν εξελέγησαν βάσει των διατάξεων του νόμου 4301/2014, ο οποίος δεν ρυθμίζει το ζήτημα αυτό. Η απάντηση είναι απλή: επειδή στις τελευταίες εκλογές (10.12.2017) δεν εξελέγησαν τα μέλη που μερικοί τοπικοί παράγοντες επιθυμούσαν να εκλεγούν. Και προσέτι διότι, μετά από την εκλογή τους, τα νέα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής δεν εξέλεξαν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα που οι ανωτέρω παράγοντες θα επιθυμούσαν. Επειδή λοιπόν κατόπιν μιας νόμιμης εκλογικής διαδικασίας εξελέγησαν μη αρεστά -σε ελάχιστους- μέλη της Διοικούσας Επιτροπής, καθαιρείται δια νόμου η Επιτροπή. Είναι προφανές ότι νομοθετικές πρωτοβουλίες, που αποβλέπουν στην ανατροπή νομίμως εκλεγμένων διοικήσεων σε Ιδρύματα και Ν.Π.Δ.Δ., δεν σέβονται τη δημοκρατική αρχή ούτε την αρχή της αυτοδιοικήσεώς τους, περί των οποίων υποτίθεται ότι περικήδονται.

Εν τέλει, επειδή η μεθοδολογία και η πολιτική θεολογία, οι οποίες προάγονται με την τροπολογία (με αρ. 1488/152/22.2.2018), αποτελούν δημοκρατικό ατόπημα και αναιρούν κατά συνταγματικώς απαράδεκτο τρόπο τις θρησκευτικές ελευθερίες της Εκκλησίας της Ελλάδος, σας καλούμε να την καταψηφίσετε. Η προτεινόμενη τροπολογία αναμιγνύεται ανεπίτρεπτα στη διοίκηση Ιερού Ναού και της περιουσίας του, που η Πολιτεία κατέστησε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου για λόγους αυξημένης νομικής προστασίας του. Δεν είναι δυνατόν η Εκκλησία της Ελλάδος να μην γνωρίζει και να μην συναινεί σε τροποποίηση του Καταστατικού Της Χάρτη, η οποία προκαλείται από την τροποποίηση του καθεστώτος του Ιερού Ιδρύματος, που διοικεί Ιερό Ναό τεθειμένο σε δημόσια, και μάλιστα πανελλήνια, λατρεία, καθώς δεν πρόκειται για ιδιωτικό Ιερό Ναό. Οι μονομερείς αυτές νομοθετικές πρωτοβουλίες επιστρέφουν την πολιτική και θρησκευτική ζωή της Πατρίδας σε παλαιές και επώδυνες περιόδους πραξικοπηματικών επεμβάσεων της Πολιτείας σε εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Επί δε τούτοις, ευελπιστούντες ότι θέλετε κατανοήσει την σημασία των ως άνω εκτεθέντων και ότι θα λάβετε υπ' όψιν τις θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, επικαλούμεθα εφ' υμάς πλουσία την Χάρη του Θεού και διατελούμε μετ' ευχών και τιμής.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)