Το ερώτημα έχει απαντηθεί και είναι «μένουμε Ευρώπη», και συμφώνησε απόλυτα με τον εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτη Σχοινά, ο οποίος σε προηγούμενη συνεδρία ανάφερε ότι η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να είναι στην πρώτη ταχύτητα της Ευρώπης. «Συμφωνώ απόλυτα με τον κ. Σχοινά», είπε ο κ. Παππάς και ανάφερε ότι «η Ελλάδα οφείλει να είναι στην πρώτη ταχύτητα της Ευρώπης».
«Βέβαια το «μένουμε Ευρώπη δεν είναι αρκετό», ανάφερε ο κ. Παππάς γιατί, όπως εξήγησε, αν μείνουμε σ' αυτή την αρχική διαπίστωση, είναι σαν να αφήνουμε την Ευρώπη ως έχει. Το σημαντικό είναι να δούμε τι πήγε στραβά στην Ευρώπη, επισήμανε και προσέθεσε πως είναι ευκαιρία «να δούμε με ψυχραιμία το παρελθόν και μακριά από κομματικά πάθη στο πλαίσια ενός δημιουργικού διαλόγου», σημειώνοντας ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν έχει την πολυτέλεια να αυξάνει κατά 10 δισ. ευρώ κάθε χρόνο το δημόσιο χρέος».
Αναλυτικότερα:
Ο Ν. Παππάς τόνισε: «Αποτελεί στοιχειώδη υποχρέωση της Πολιτείας να ανοίξει ψηφιακούς δρόμους, οι οποίοι θα βγάλουν τις τοπικές κοινωνίες από την απομόνωση και θα δώσουν την ευκαιρία στους πολίτες να εκμεταλλευτούν πρωτοπόρες εφαρμογές, όπως η τηλεϊατρική, η γεωργία ακριβείας».
Αναφερόμενος στην προσπάθεια που γίνεται για την ανάταξη της χώρας σημείωσε, με αφορμή και σχετικές τοποθετήσεις προσκεκλημένων στο Φόρουμ, ότι «υπάρχουν φωνές πρώην κυβερνώντων, οι οποίες επαναφέρουν το θέμα του Grexit. Νομίζω πως όσοι το κάνουν, είτε δεν έχουν γνώμη για το ποια θα πρέπει να είναι η Ευρώπη είτε θέλουν να την κρύψουν».
Ο Νίκος Παππάς υπογράμμισε ότι «το “Μένουμε Ευρώπη” δεν είναι αρκετό. Το ερώτημα είναι ποια Ευρώπη θέλουμε. Και είναι ευκαιρία να σκεφτούμε με ψυχραιμία τι πήγε στραβά με την Ένωση». Ενώ συμπλήρωσε πως «η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Σχετικά με την κριτική που ασκείται στην εφαρμοζόμενη πολιτική, ο Υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης τόνισε ότι «θα πρέπει να θυμηθούμε τι ήταν η τρόικα ξεκινώντας και ποιοι θεσμοί έχουν πλέον άποψη επί του ελληνικού προγράμματος». Προσέθεσε, μάλιστα, ότι «αυτή η διακυβέρνηση δεν έχει την πολυτέλεια να αυξάνει το δημόσιο χρέος κατά 10 δισ. ευρώ το χρόνο, όπως γινόταν κατά την 8ετία 1996 – 2004».