to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

16:40 | 09.02.2016

Άλκης Ρήγος

πηγή: efsyn

Πολιτική

Περί μηδενιστικών και αφοριστικών «κριτικών» ο λόγος

Στην πραγματικά δύσκολη κοινωνικοπολιτικά συγκυρία που βιώνουμε, με ανοιχτό το στοίχημα δυνατότητας εξόδου από την «επιτροπεία» των μνημονιακών δεσμεύσεων ή πισωγυρίσματος στις πιο ακραίες επιλογές ενός καταστροφικού νεοφιλελευθερισμού, είναι λογικό να πληθαίνουν οι κριτικές απόψεις για τις αναγκαστικές λόγω δανειακών δεσμεύσεων κυβερνητικές επιλογές.


Οι κριτικές είναι καλοδεχούμενες και αναγκαίες, κριτικές όμως, όχι μηδενιστικές και χωρίς τεκμηρίωση αφοριστικές «απόψεις» απ’ όλο το φάσμα της πολιτικής σκηνής.

Το εντυπωσιακό είναι ότι στις τελευταίες συμπαρατάσσονται όχι μόνο το λεγόμενο «εκσυγχρονιστικό» μπλοκ, αλλά και αντικρουόμενα κατά τα άλλα τμήματα της Αριστεράς και κυρίως με μια επιθετικότητα και αθεμελίωτους και σε μεγάλο βαθμό υβριστικούς χαρακτηρισμούς, τμήματα που μέχρι πρόσφατα συμμετείχαν ενεργά στο ενωτικό εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ και είναι συνυπεύθυνα για την πρώτη περίοδο διακυβέρνησής του.

Ακόμη περισσότερο εντυπωσιακές είναι ορισμένες «από καθέδρας» καταγγελίες, μέσα από τις στήλες μάλιστα του «έγκριτου» «Βήματος», θα έπρεπε να εμπεριέχουν τουλάχιστον κάποια στοιχεία κριτικής από μια αριστερή οπτική. Βέβαια ίσως τότε να μη δημοσιεύονταν στο «Βήμα», αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…

Αλήθεια, τι προσφέρουν στον αναγκαίο κοινωνικό διάλογο αφορισμοί του είδους περί «πολιτικής ανεπάρκειας των νάνων της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ… κραυγαλέας πολιτικής τους άνοιας (τοις πράγμασι μιας προδοσίας) όσες ‘‘μεταρρυθμίσεις’’ τού τίποτα και αν διατείνονται ότι απεργάζονται... που με την άφρονα έπαρσή τους προσβάλλουν τη δημόσια σφαίρα, συνιστούν κίνδυνο όχι μόνο για το πολιτικό μας παρόν και μέλλον, αλλά και για την ίδια τη δυνατότητά μας να σκεφτόμαστε, αποτελούν ένα εγχείρημα θεσμοποίησης του παραλογισμού…».

Περίεργη πράγματι… άποψη, ότι τη δυνατότητα να σκεφτόμαστε μας την παρέχει ή μας την αφαιρεί η όποια κυβερνητική επιλογή, και όχι ότι η σκέψη αποτελεί στοιχείο συγκρότησης του ανθρώπινου εγκεφάλου και των τρόπων πρόσληψης του γύρω του περιβάλλοντος ατομικά και συλλογικά.

Επίσης το να αποκαλούνται… «μεταρρυθμίσεις τού τίποτα» μια σειρά νομοθετικές πράξεις και πρωτοβουλίες της κυβέρνησης οι οποίες πριν απ’ όλα προσβάλλουν εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, οι οποίοι στην ένδεια που βιώνουν είδαν για πρώτη φορά να αντιμετωπίζεται σε έναν έστω βαθμό η ανθρωπιστική κρίση, να παίρνουν μηνιαίες κάρτες σίτισης, να μην τους κόβεται το ρεύμα και το νερό, καθώς και μια σειρά πρωτοβουλίες που καθημερινά συντελούνται σ’ αυτόν τον καίριο τομέα κοινωνικής αλληλεγγύης, παράλληλα με την προστασία της πρώτης κατοικίας όσων βρίσκονται σε πραγματική αδυναμία εξόφλησης στεγαστικών δανείων,

την ελεύθερη πρόσβαση στα νοσοκομεία ασφαλισμένων και ανασφάλιστων, τη δυνατότητα απόκτησης ιθαγένειας στα παιδιά δεύτερης γενιάς μεταναστών, το σύμφωνο συμβίωσης, την κατάργηση της φυλάκισης για χρέη, την επαναφορά των παυθέντων από τον κ. Μητσοτάκη καθαριστριών, σχολικών φυλάκων, διοικητικών των ΑΕΙ, εκπαιδευτικών της Τεχνικής Εκπαίδευσης, την επαναλειτουργία της ΕΡΤ, την προσπάθεια να μπει τέρμα στην ασυδοσία των τηλεοπτικών καναλιών, τα βήματα για ριζική αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, την έναρξη κοινωνικού διαλόγου για ριζική μεταρρύθμιση της δημόσιας δωρεάν Παιδείας,

την απαρχή μετά μια πενταετία διορισμών σε καίριους τομείς όπως η υγεία και η παιδεία, τη διερεύνηση επίσης πρώτη φορά των διάφορων λιστών καταθετών στο εξωτερικό και τόσα ακόμη, με εντυπωσιακότερο όλων τον ανθρωποκεντρικό τρόπο καθημερινής αντιμετώπισης του τεράστιου προσφυγικού και μεταναστευτικού ρεύματος. Μπορεί να θεωρούνται από κάποιους λίγα όλα αυτά, άλλα κανείς δεν επιτρέπεται αυτάρεσκα να τα θεωρεί… τίποτα.

Οπως επίσης να λησμονείται σ’ αυτές τις… «αναλύσεις» ότι έστω και μόνη η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επανέφερε στην επικαιρότητα ξεχασμένα αξιακά ουμανιστικά προτάγματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού στον πολιτικό ορίζοντα της Ε.Ε., προβάλλοντας μια ευθεία δημοκρατική κριτική αμφισβήτησης του κυρίαρχου μοντέλου της μονόπλευρης λιτότητας και μορφές πρόκλησης κοινωνικής και πολιτικής παρέμβασης των πολιτών.

Γεγονός που θα έπρεπε να κατανοούσαν ιδιαίτερα οι αριστεροί ως σημαντικό, που έδρασε καταλυτικά στην εμφάνιση ενός παγκόσμιου ρεύματος αλληλεγγύης προς την Ελλάδα, η αύρα του οποίου όσο και αν «σκοτείνιασε» δεν έσβησε, απόδειξη οι ελπιδοφόρες εξελίξεις, στις χώρες της Ιβηρικής, στο αγγλικό Εργατικό Κόμμα, σε αριστερές πτέρυγες της σοσιαλδημοκρατίας, στη λειτουργική ένταξη των Οικολόγων στην Αριστερά.

Αν αυτό το αγνοούν οι αριστεροί επικριτές της κυβέρνησης, που κλείνονται σε μια εσωστρεφή ελληνοκεντρική οπτική, δεν κάνουν το ίδιο και οι κυρίαρχες δυνάμεις ενός ιδεολογικά και πολιτικά νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, οι οποίες από την πρώτη μέρα που το εκλογικό σώμα ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, επεξεργάζονται σενάρια για «αριστερή παρένθεση» και αποσταθεροποίησή της, που αναπαράγουν και εντείνουν τα συστημικά ΜΜΕ, δημιουργώντας συνεχώς εντάσεις και συνθήκες οικονομικής ασφυξίας, μέχρι ανοιχτούς εκβιασμούς με αποκορύφωμα το καλοκαιρινό πραξικόπημα και τον αναγκαστικό επώδυνο συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα από τον οποίο όμως αυτός κέρδισε πολύτιμο πολιτικό χρόνο και συμμάχους διευρύνοντας τις ρωγμές σ’ αυτόν τον ιδιότυπο πόλεμο θέσεων.

Εναν πόλεμο μακράς πνοής και συνεχών ρήξεων μα και αναγκαστικών τακτικών υποχωρήσεων, όπου μια μάχη δεν κρίνει το τελικό αποτέλεσμα, στον συσχετισμό των δυνάμεων και των δυναμικών στο διευρυμένο πεδίο ταξικών αντιπαραθέσεων που είναι η Ε.Ε. Και το κυριότερο, να παραβλέπουν τι πισωγύρισμα θα σήμαινε μια παράδοση έστω και με ηρωική έξοδο, που όμως το διέγνωσε με εκπληκτική πολιτική ωριμότητα το εκλογικό σώμα, το οποίο έφερε με δεδομένα όλα αυτά τον ΣΥΡΙΖΑ και πάλι στην κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο.

Στην πορεία αυτού του πρώτου χρόνου διακυβέρνησης από την ανανεωτική ριζοσπαστική Αριστερά, και μάλιστα με συμμαχική και όχι αυτοδύναμη κυβέρνηση, προφανώς έγιναν λάθη, παραλείψεις, ασυντόνιστες ή και αντιφατικές επιλογές προσώπων και πολιτικών, υποχωρήσεις, μη αναγκαίοι συμβιβασμοί σε πολιτισμικές και παιδευτικές κυρίως περιοχές, με την ευρύτερη σημασία των όρων, όπου και κατακτιούνται συνθήκες αριστερής ηγεμονίας.

Σ’ αυτά τα πεδία η κριτική από τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς οφείλει να είναι θεμελιωμένη στην κατεύθυνση πάντα εμβάθυνσης της ενωτικής προοπτικής των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, τη μη ενσωμάτωση της κυβέρνησης στα δέλεαρ της κρατικής διαχείρισης, την αντιμετώπιση της νεοφιλελεύθερης και ακροδεξιάς επίθεσης, τη διόρθωση αρνητικών φαινομένων, για διεύρυνση του ρήγματος που δημιούργησε στην εσωτερική και ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο μηδενισμός των θετικών, η υποτίμηση των υπαρκτών συνθηκών, η άρνηση κάθε διαλόγου ακόμη και σε θέματα που δεν άπτονται άμεσα των δανειακών δεσμεύσεων, όπως η μεταρρύθμιση της Παιδείας, σε τίποτε δεν βοηθούν, εκτός από το να εντείνουν ένα συντηρητικό κλίμα περί του όλοι ίδιοι είναι, μιας α-απολίτικης αντίληψης με βίαιες αλλά χωρίς εναλλακτικές προτάσεις, άρα και συνέχεια κοινωνικές εκρήξεις.

Γεγονός που τελικά αδρανοποιεί την αμφισβητησιακή κριτική στάση της κοινωνικής δυναμικής, όσο αντιφατικό και αν αυτό ακούγεται σε μια περίοδο έντονου κοινωνικού βρασμού. Αραγε αυτό το συνειδητοποιούν;

* Ομ. καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)