to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Στο τέλος κερδίζει το ποδόσφαιρο

Η ταινία του Πάολο Τζούκα «Ο Διαιτητής» κάνει πρεμιέρα σήμερα στον κινηματογράφο Άστορ, στις 20:00. Θα προηγηθεί συζήτηση με θέμα «Διαιτητής: μέρος του παιχνιδιού ή αποδιοπομπαίος τράγος;».


«Ένα ταξίδι στην Ιταλία». Οι επίδοξοι τουρίστες που ξεκινούν απ' αυτή την απλή ιδέα αναγκάζονται αργά ή γρήγορα να επιλέξουν από ένα πλήθος πιθανών προορισμών που καθορίζονται περισσότερο από τις διαφορές παρά από τις –μάλλον ελάχιστες– ομοιότητές τους. Μόνο οι κοινωνικοί επιστήμονες φαίνεται να μπορούν να καταλάβουν το παράδοξο της συνύπαρξης αυτών των ριζικά διαφορετικών κοινωνιών, οικονομιών και πολιτισμών στην ίδια χώρα. Ανατρέχοντας όμως στην ιστορία της γειτονικής μας Ιταλίας στη διάρκεια του 20ού αιώνα, η εικόνα δείχνει να καθαρίζει, αποκαλύπτοντας μια συστηματική υποτίμηση του αγροτικού και κτηνοτροφικού νότου, προς όφελος ενός εκβιομηχανισμένου και εκσυγχρονισμένου βορρά. Το σχήμα είναι απλό: κάτω, τα δυσθεώρητα ύψη της ανεργίας και της εγκληματικότητας στη Νάπολη· πάνω, ο διεθνής προορισμός για την υψηλή ραπτική στο Μιλάνο, που παρέα με το αστικό κέντρο της Ρώμης, αγαπήθηκε τόσο πολύ από τον κινηματογραφικό φακό.

Στο ιταλικό νησί της Σαρδηνίας, αντικριστά στη γαλλική Κορσική, ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης του Διαιτητή (L' Arbitro), Πάολο Τζούκα, βρήκε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της Ιταλίας που ως κινηματογραφικοί θεατές δεν πολυγνωρίζουμε: δεν είχε τη λάμψη της Τσινετσιτά και δεν αποτυπώθηκε στα πληθωρικά κάδρα της φελινικής Ντόλτσε Βίτα. Η κάμερα του Τζούκα, ωστόσο, πήγε ακόμα παραπέρα, αποφεύγοντας μέχρι και το κομμάτι του νησιού που τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε ενδιάμεσο προορισμό ανάμεσα στην Ίμπιζα και τη Μύκονο. Ο Διαιτητής εκτυλίσσεται εκεί που ακόμα έχει βοσκούς, χαμηλά σπίτια, χωματόδρομους και φτώχεια, όπου μοναδικοί κώδικες επικοινωνίας είναι η μπάλα και ο καθολικισμός, και μοναδικά θεάματα η κυριακάτικη λειτουργία και οι αγώνες στα τοπικά πρωταθλήματα.

Δύο παράλληλες ιστορίες χτίζουν την υπόθεση της ταινίας: η διαδρομή ενός τελειομανούς διαιτητή στα απρόσωπα μεγάλα σαλόνια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου και η προσπάθεια μιας τοπικής ομάδας να ξεκολλήσει από τον πάτο της κατηγορίας της και να νικήσει μια αντίπαλη ομάδα, με τους παίχτες της οποίας συνδέεται προσωπικά. Όπως συνηθίζεται στις ταινίες με αθλητική θεματογραφία (αρκεί να θυμηθεί κανείς την κλασική «μεσημεριανή» ταινία για την πρώτη τζαμαϊκανή ομάδα που αγωνίζεται στο έλκηθρο), οι ήρωες είναι όλοι underdogs. Τα προγνωστικά για τη νίκη τους είναι δυσοίωνα και κάθε ελπίδα που αναδύεται συνοδεύεται από καινούργια εμπόδια. Αυτή η προσωπική μυθολογία είναι εγγεγραμμένη στον σύγχρονο αθλητισμό και δύσκολα μπορούμε να τον φανταστούμε χωρίς αυτή· πόσα παιδιά άραγε θα έπαιζαν ποδόσφαιρο στις γειτονιές τους αν δεν είχαν την επιθυμία να αναπαραστήσουν τον τρόπο με τον οποίο οι μεγάλοι αστέρες πανηγυρίζουν ένα γκολ;

Η ταινία του Τζούκα δεν φοβάται να οικειοποιηθεί όλα τα κλισέ του αθλητικού σινεμά. Φαίνεται να αναγνωρίζει και να σέβεται ότι αυτή η μανιέρα είναι στην πραγματικότητα ένας ρεαλισμός, μια υποχρέωση που έχει κάθε δημιουργός όταν πάει να συνδιαλλαγεί με το ποδόσφαιρο. Μ' αυτό το υπόβαθρο, η Ατλέτικο Παμπάριλε, η φανταστική ομάδα της τελευταίας ερασιτεχνικής κατηγορίας της Σαρδηνίας που απασχολεί το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, καθώς επίσης και η κοινότητα που διαμορφώνεται γύρω της, θα γινόταν πολύ εύκολα βορά στο φολκλόρ ή τον εξωτισμό. Η σκόπιμα άκομψη προσπάθεια να εισχωρήσουν χριστιανικά θέματα σε μια ταινία για το ποδόσφαιρο, απ' την αναπαράσταση του Μυστικού Δείπνου με τα μέλη της ομάδας μέχρι το μοτίβο του άσωτου υιού που επιστρέφει για να σώσει την κοινότητα, θα μπορούσε να είναι υπεροπτική ειρωνεία απέναντι στους «χωριάτες» και τις συνήθειές τους. Όλα θα συνηγορούσαν προς μια τέτοια κατεύθυνση: μέχρι και κινηματογραφικά, ο Διαιτητής είναι ένα ασπρόμαυρο κομψοτέχνημα, άριστης σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, και ερμηνειών, μια εικαστική επιτυχία που δύσκολα μπορεί να συναγωνιστεί ο μέσος όρος του σύγχρονου ανεξάρτητου κινηματογράφου.

Μπορεί τα βιογραφικά στοιχεία για τον δημιουργό να σπανίζουν, μέσα απ' την ταινία όμως, όπου επέλεξε να μην μπει στον παραπάνω πειρασμό της υπεροψίας, καταλαβαίνουμε πολλά πράγματα για τον Τζούκα. Δεν βασανίζεται από τη ματιά του ανθρωπολόγου της κωμωδίας ηθών που αναζητεί με απόγνωση το διαφορετικό. Είναι πιθανό να έχει μεγαλώσει σ' αυτά τα μέρη της Σαρδηνίας ή τουλάχιστον σε κάποιο άλλο μέρος της Ιταλίας που επικοινωνεί πολιτισμικά μ' αυτή. Οι ήρωές του δεν είναι καρικατούρες, θυμίζουν περισσότερο ένα φιλικό πείραγμα που κάνουν οικείοι άνθρωποι μεταξύ τους, παρά κάποια (ημι)ρατσιστική κοροϊδία και προσφέρουν γέλιο χωρίς να εξευτελίζονται. Τα κωμικά στοιχεία του Διαιτητή ‒σπαρταριστά σε στιγμές– μαρτυρούν οικειότητα, και οι αντιδράσεις των πρωταγωνιστών στις διάφορες καταστάσεις που αντιμετωπίζουν ενδέχεται να προέρχονται από τις εμπειρίες του δημιουργού του.

Ο Διαιτητής είναι μια περίπτωση που συναντάμε σπάνια στις κινηματογραφικές αίθουσες. Το χιούμορ του μπορεί να το απολαύσει ο κάθε θεατής, ανεξαρτήτως καταβολών και γούστων. Τα κινηματογραφικά του στοιχεία είναι παραπάνω από ικανοποιητικά για τους σινεφίλ, χωρίς να τον καθιστούν δυσπρόσιτο για τον θεατή που θέλει απλά να δει κάτι ευχάριστο. Το θέμα του μιλάει τη γλώσσα των φιλάθλων, χωρίς να αποξενώνει αυτούς που δεν ασχολούνται με την μπάλα. Οι κοινοτικοί δεσμοί γύρω απ' το ποδόσφαιρο και τον καθολικισμό, έχουν την ιδιαίτερη υφή της ιταλικής πραγματικότητας, αλλά δεν είναι και τόσο ξένοι έξω απ' τα σύνορα της γειτονικής χώρας. Μας είναι γνώριμη άλλωστε η εικόνα απ' τα σταυρουδάκια στους λαιμούς των αθλητών, απ' τα φιλιά που στέλνουν στον Θεό, απ' τις εκφράσεις τύπου «στρογγυλή θεά». Τα δύο μεγάλα «όπια του λαού» συνηθίζεται να πηγαίνουν χέρι-χέρι, ο Διαιτητής όμως δεν είναι μια ορθόδοξη μαρξιστική προειδοποίηση. Είναι μια αγαπητική ματιά στην ανθρώπινη διάσταση αυτής της λαϊκότητας και χάρη σ' αυτή προσφέρει μιάμιση ώρα ποιοτικής καλοπέρασης μέσα στην κινηματογραφική αίθουσα – κάτι που η ένατη τέχνη σήμερα έχει εν πολλοίς ξεχάσει ότι μπορεί να προσφέρει στους θεατές της.

* Ο Διαιτητής κάνει την πρεμιέρα του την Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου στις 20:00 στον κινηματογράφο ΑΣΤΟΡ (Σταδίου 28, είσοδος από Στοά Κοραή). Θα προηγηθεί συζήτηση στις 18:30 σε συνεργασία με το περιοδικό HUMBA με θέμα «Διαιτητής: μέρος του παιχνιδιού ή αποδιοπομπαίος τράγος;». Στη συζήτηση θα συμμετέχουν ο κριτικός κινηματογράφου Γιάγκος Αντίοχος, ο αθλητικογράφος Διονύσης Ελευθεράτος και ο συγγραφέας Κώστας Καλφόπουλος.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)