Ο Ελένο ντε Φρέιτας μια δεκαετία νωρίτερα αποτελούσε τον προκάτοχο
του Πελέ, τον μεγαλύτερο επιθετικό που υπήρχε στις τάξεις της Εθνικής
Βραζιλίας. Την ιστορία του παρουσιάζει στον Guardian ο συγγραφέας και
αρθρογράφος Τζόναθαν Γουίλσον. Η κατάκτηση ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου με
τη Σελεσάο ήταν το μεγάλο του όνειρο που έμεινε ανεκπλήρωτο. Και το
χειρότερο ήταν πως γνώριζε πολύ καλά και ο ίδιος ότι είχε το ταλέντο για
να οδηγήσει την ομάδα της χώρας του ψηλά. Έτσι, δεν κατάφερε να αντέξει
την επιτυχία του 17χρονου Πελέ. Ένιωθε ότι του έπαιρνε τη δόξα. Η
απόπειρα αυτοκτονίας που έκανε απέτυχε, ωστόσο η κατάστασή του έγινε
χειρότερη. Η νοσοκόμα του είχε βάλει στον τοίχο αποκόμματα εφημερίδων
που τόνιζαν τις επιτυχίες του. Τα… έφαγε όλα. Τελικά έφυγε από τη ζωή
την επόμενη χρονιά σε ηλικία 39 ετών.
«Ο Ελένο ντε Φρέιτας ήταν ξεκάθαρα ένας γύφτος. Είχε τη μούρη του Ροδόλφο Βαλεντίνο και το ταμπεραμέντο ενός τρελού σκύλου. Στον αγωνιστικό χώρο έβγαζε φωτιές. Μια μέρα, σε ένα καζίνο έχασε όλα του τα λεφτά. Μια άλλη νύχτα, ποιος ξέρει που, έχασε τον πόθο του για ζωή», έγραψε χαρακτηριστικά ο Ουρουγουανός συγγραφέας Εντουάρντο Γκαλεάνο. Ωστόσο, ο Ελένο δεν είναι γνωστός σε όλους. Ο Βραζιλιάνος ηθοποιός Ροντρίγκο Σαντόρο, ο οποίος έπαιξε τον Ξέρξη στους 300 και γύρισε την πανάκριβη διαφήμιση της Channel με την Νικόλ Κίντμαν, δεν τον γνώρισε όταν είδε τη φωτογραφία του. Ο σκηνοθέτης Ζοσέ Ενρίκε Φονσέκα τον προσέγγισε για να του πει για αυτόν. «Η πρώτη μου εντύπωση ήταν πολύ δυνατή. Υπήρχε κάτι που μου κέντρισε την προσοχή, μια καλαισθησία». Οι δύο τους έψαχναν ένα πρότζεκτ να δουλέψουν μαζί και ο Σαντόρο, χωρίς καν να δει το σενάριο, ήξερε ότι η ιστορία του Ελένο θα τον κέρδιζε. Η ασπρόμαυρη ποδοσφαιρική ταινία που προέκυψε είναι απολύτως ασυνήθιστη και η έρευνα που έγινε συντέλεσε σε αυτό.
Ο Φονσέκα και ο Σαντόρο είχαν ως μπούσουλα τη βιογραφία του Ελένο, ωστόσο ταξίδεψαν στο Ρίο για να βρουν ανθρώπους που τον ήξεραν και τον έχουν δει να παίζει. Ανακάλυψαν τον 96χρονο παππού του. «Δεν υπήρχε βίντεο, μόνο φωτογραφίες. Αλλά ανεξαρτήτως από το αν οι άνθρωποι τον αγαπούσαν ή τον μισούσαν, έχει αφήσει το σημάδι του». Υπάρχει απογοήτευση για τον τρόπο που πέταγε το ταλέντο του και για τη συμπεριφορά του προς τους ανθρώπους και κυρίως στις γυναίκες. Από την άλλη, τα όσα έκανε μέσα στο γήπεδο δεν περνούσαν απαρατήρητα από κανένα. «Ο τύπος ήταν ένας θρύλος. Ήταν χαμένος στο χρόνο. Ήταν η μεγαλύτερη διασημότητα εκείνη την εποχή και τη δεκαετία του 40 ουσιαστικά γεννήθηκε το ποδόσφαιρο. Δεν ήταν cool να είσαι παίκτης εκείνη τη στιγμή. Το ποδόσφαιρο δεν είχε καλή φήμη. Εκείνος ήταν πλούσιος, ένας πρίγκιπας στην κοινωνία του Ρίο και τα άφησε όλα πίσω για να γίνει ποδοσφαιριστής», τονίζει ο άνθρωπος που ενσαρκώνει το ρόλο του.
Η περίοδος της παρακμής ωστόσο είχε ήδη ξεκινήσει. Ο Ελένο δεν ήταν μόνο ένας σπουδαίος παίκτης, αλλά και ένας σπουδαίος πότης, τζογαδόρος και γυναικάς. Εθίστηκε στον αιθέρα, σνιφάροντας από ένα μαντήλι. Κόλλησε σύφιλη, αλλά αρνήθηκε τη θεραπεία, φοβούμενος ότι θα του καταστρέψει την καριέρα. Το 1945 πήρε μέρος στο Κόπα Αμέρικα και τελείωσε στην πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ,αλλά η Βραζιλία έχασε τη διοργάνωση από την Αργεντινή. Όταν επέστρεψε, μπήκε με μοτοσυκλέτα στο προπονητικό κέντρο της ομάδας του και όταν του είπαν να μιλήσει στους συμπαίκτες του, ζητώντας τους να είναι ενωμένοι, τους επιτέθηκε επειδή δεν ήταν τόσο καλοί όσο αυτός! Οι συμπαίκτες του δεν έτρεφαν και τα καλύτερα συναισθήματα για το πρόσωπό του. Όπως και κάποιοι αντίπαλοι οπαδοί. Σε ένα ματς με την Φλουμινένσε γύρισε στους απέναντι οπαδούς που τον έβριζαν, κατέβασε το σορτς του και έδειξε τους όρχεις του. Στη συνέχεια, έδειξε με το δάκτυλό του τον πίνακα του σκορ, που ήταν 1-1. Λίγο μετά, η Μποταφόγκο πετύχαινε κι άλλο γκολ.
Ο Ελένο έπαθε ψύχωση με δύο στόχους. Να πάρει το Μουντιάλ, με τις δύο προηγούμενες διοργανώσεις να έχουν αναβληθεί λόγω του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και το Πρωτάθλημα Καριόκα με την Μποταφόγκο. Στο κρίσιμο ματς για το Πρωτάθλημα έχασε πέναλτι απέναντι στη Φλουμινένσε και ενώ το σκορ ήταν 2-2, με τις ελπίδες της ομάδας του να εκμηδενίζονται. Σύμφωνα με την ταινία, αντέδρασε με μπουνιές στους τοίχους και παραλήρημα. Ο πρόεδρος αποφάσισε ότι ο παίκτης αποτελεί πρόβλημα για την ομάδα και τον πούλησε στην Μπόκα Τζούνιορς. Εκεί, τα προβλήματά του πολλαπλασιάστηκαν. Χωρίς τη σύζυγό του και παρά τις φήμες που τον ήθελαν αν έχει σχέση με την Έβα Περόν, δεν προσαρμόστηκε ποτέ. Στο τέλος επέστρεψε στο Ρίο, αλλά η πρώην ομάδα του δεν ήθελε πίσω.
Πήγε στη Βάσκο, η οποία κατέκτησε τον τίτλο, αλλά η αδιαφορία που έδειχνε στην προπόνηση έκανε τον προπονητή του, Φλάβιο Κόστα, να τον επιπλήξει. Επέστρεψε με ένα όπλο, το κόλλησε στο κεφάλι του Κόστα και τράβηξε τη σκανδάλη. Ευτυχώς, ήταν άδειο. Στη συνέχεια έπαιξε μπάλα στην Κολομβία για την Ατλέτικο Ζούνιορ, όπου και γνώρισε τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο οποίος έγραψε ότι «ήταν κάτι παραπάνω από έναν επιθετικό. Αποτελούσε μία συνεχή δικαιολογία για να τον κακολογούν». Από την Κολομβία έμαθε για την απώλεια του Μουντιάλ του 1950.
Παρότι είχε βρει ξανά τη φόρμα του, προπονητής στη Σελεσάο ήταν ο Κόστα, ο οποίος τον άφησε εκτός για τον σαφώς χειρότερο Αντεμίρ. Ο μεγάλος του στόχος είχε χαθεί χωρίς ο ίδιος να μπορεί να βοηθήσει. Επέστρεψε στο Ρίο για την Αμέρικα και έκανε ντεμπούτο στο Μαρακανά. Ήταν και του τελευταίο του ματς. Μέσα σε δύο χρόνια, είχε μπει στο ίδρυμα. «Ήθελε να είναι μεγαλύτερος από την ίδια τη ζωή», τονίζει ο Σαντόρο…
Επιμέλεια: Θάνος Σαρρής
Πηγή:
othersidefootball.com