to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

16:58 | 20.12.2012

Οικονομία

Αδιέξοδη αλλά..."αναγκαία" η ακραία λιτότητα σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος

Του Μ. Ντόβολου



Εισαγωγή

Στην ομάδα των «συστημικών» απόψεων που αναγνωρίζουν ότι η λιτότητα οδηγεί το χρέος σε μη βιώσιμη κατεύθυνση, ανεξάρτητα των όποιων αναδιαρθρώσεων και διευκολύνσεων παράσχουν οι πιστωτές, εντάσσεται η ανάλυση που περιέχεται στην τελευταία ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη νομισματική πολιτική με τίτλο «Η δυναμική του δημόσιου χρέους και η επίδραση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων». Όμως η αναγνώριση της πραγματικότητας και από αστούς οικονομολόγους δεν οδηγεί αυτόματα και στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων. Αντίθετα, η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρεί ότι η σκληρή λιτότητα είναι αναγκαία, αν και επιζήμια για την ανάπτυξη και την πορεία του ίδιου του χρέους, και παράλληλα διατυπώνει ορισμένα «ισοδύναμα» μέτρα και διαρθρωτικές παρεμβάσεις νεοφιλελεύθερης κοπής που εκτιμά ότι θα ανακόψουν την πτωτική πορεία του ΑΕΠ. Η παραπάνω αντιφατική, εν μέρει τουλάχιστον, θέση της ΤτΕ φαίνεται να δικαιώνει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία τα δημοσιονομικά προβλήματα χρησιμοποιούνται ως άλλοθι προκειμένου να εφαρμοστούν ευρύτερες διαρθρωτικές αλλαγές, επωφελείς για το μεγάλο εγχώριο και διεθνές κεφάλαιο.

Ανάλυση της ΤτΕ για την επίπτωση των πολιτικών λιτότητας ως προς την ραγδαία αύξηση του δημόσιου χρέους

Όπως αναφέρει η ανάλυση, η διαχρονική πορεία του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ αποτελεί το συνδυαστικό αποτέλεσμα τριών παραγόντων: 

 Του πρωτογενούς αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης (ως ποσοστού του ΑΕΠ),
 Της διαφοράς ανάμεσα στο κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους και το ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας,
 Σε μικρότερο βαθμό της προσαρμογής ελλείμματος-χρέους (αφορά δαπάνες που δεν εγγράφονται στον προϋπολογισμό αλλά περνούν κατευθείαν στο χρέος).

Με βάση τα παραπάνω, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνεται ανεξέλεγκτα όταν το κόστος εξυπηρέτησής του (το µέσο επιτόκιο δανεισμού) είναι μεγαλύτερο από το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, εκτός εάν το πρωτογενές αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικά πλεονασματικό. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η ελληνική οικονομία κατά την περίοδο 2001-2008 είχε ευνοηθεί σε σημαντικό βαθμό τόσο από τους θετικούς και σχετικά υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης όσο και από ιστορικώς χαμηλά επιτόκια. Υπολογίζεται ότι εκείνη την περίοδο, η σωρευτική μείωση του χρέους λόγω της ευνοϊκής διαφοράς μεταξύ του κόστους εξυπηρέτησης και του ρυθμού ανάπτυξης ανέρχεται σε περίπου 13% του ΑΕΠ.

Η ανωτέρω ευεργετική επίδραση στη βιωσιμότητα του χρέους διακόπτεται αμέσως μετά το 2008 λόγω του μεγάλου πρωτογενούς ελλείμματος το 2009, και από το 2010 και μετά λόγω της συνδυασμένης αύξησης του κόστους δανεισμού και του αρνητικού ρυθμού μεταβολής του ΑΕΠ. Η εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική από το 2010 και μετά -ενώ οδήγησε σε μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος με «αιματηρές» θυσίες για τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα- τελικά αποδείχτηκε ένα «βαρέλι δίχως πάτο», καθώς είχε εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική μεγέθυνση, εξουδετερώνοντας πλήρως το αποτέλεσμα της μείωσης του ελλείμματος στο χρέος.

Χαρακτηριστικά, αξίζει να σημειωθεί ότι το 2012, που είναι το πρώτο έτος εφαρμογής της συμφωνίας του PSI, η σημαντική μείωση του μεσοσταθμικού επιτοκίου του δημοσίου χρέους της Ελλάδος (από 5,5% σε περίπου 3,4%) αναμένεται να αντισταθμιστεί πλήρως από τη μεγαλύτερη του αναμενομένου ύφεση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού του 2013, ενώ το χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται το 2012 να μειωθεί ως ονομαστικό μέγεθος κατά περίπου 15 δισ. ευρώ, ως ποσοστό του ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, καθώς αναμένεται να επιβαρυνθεί κατά περίπου 18 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ από τη διαφορά ανάμεσα στο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και στο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης και κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες από το πρωτογενές έλλειμμα. Η επιβάρυνση αυτή υπεραντισταθμίζει το αναμενόμενο καθαρό όφελος από τη συμφωνία του PSI (δηλαδή τη μείωση του χρέους κατά 14,4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ).

Συνολικά από το 2010 έως το 2012, η διαφορά ανάμεσα στο κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους και στο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται να επιβαρύνει σωρευτικά το χρέος της γενικής κυβέρνησης κατά περίπου 46% του ΑΕΠ. Το 2013, η διαφορά ανάμεσα στο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και στο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης αναμένεται να επιβαρύνει το χρέος της γενικής κυβέρνησης κατά περίπου 16% του ΑΕΠ (σύνολο επιβάρυνσης για την περίοδο 2010-2013 ίσο με το 62% του ΑΕΠ). Η επίδραση αυτή θα αντισταθμιστεί µόνο εν μέρει από την προσδοκώμενη επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 0,4% του ΑΕΠ και την υλοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων, µε αποτέλεσμα το χρέος να επιβαρυνθεί κατά περίπου 14% του ΑΕΠ. 

 

Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων ΕΛΣΤΑΤ από ΤτΕ

Οι προτάσεις της ΤτΕ 

Η Τράπεζα της Ελλάδος αναγνωρίζει ότι πρέπει να ανακοπεί ο φαύλος κύκλος της ύφεσης. Η ακολουθούμενη δημοσιονομική πολιτική επιβαρύνει την οικονομική δραστηριότητα, γεγονός που επηρεάζει με τη σειρά του αρνητικά την επίτευξη των στόχων για το έλλειμμα αλλά και την ίδια τη βιωσιμότητα του χρέους. Όμως προς αυτή τη κατεύθυνση επιστρατεύει «μεταρρυθμίσεις» με σαφή ταξικό πρόσημο, όπως επίσης και κάποιες άλλες παρεμβάσεις αμφιβόλου αποτελεσματικότητας.

Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, προτείνει:

1. Μείωση των µη παραγωγικών δημοσίων δαπανών χωρίς να διευκρινίζει ποιες ακριβώς εννοεί.

2. Αξιοποίηση πόρων από το ΕΣΠΑ, όπου η κατάσταση έχει βαλτώσει ενώ από το 2015 και μετά αναμένεται ραγδαία μείωση των σχετικών κοινοτικών κονδυλίων για τη χώρα. 

3. Ταχεία ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών για να ενισχυθεί η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, κάτι όμως που δεν αναμένεται να συμβεί πριν τη παρέλευση 2-3 ετών και εφόσον όλα εξελιχθούν με βάση το καλό σενάριο. 

4. Η επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων µε στόχο τα έσοδα να μειώσουν ισόποσα το δημόσιο χρέος, λύση εντελώς πρόσκαιρη και ζημιογόνα καθώς από τη μία στερεί τη χώρα από παραγωγικές μονάδες και υποδομές πολύτιμες για την παραγωγική της ανασυγκρότηση, ενώ από την άλλη παραχωρεί την εκμετάλλευση δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών σε διεθνείς ολιγοπωλιακές επιχειρήσεις και στην εγχώρια επιχειρηματική ελίτ. 

5. Επιτάχυνση των διαρθρωτικών «μεταρρυθμίσεων» και της αναδιοργάνωσης του δημοσίου τομέα (βλέπε μαζικές απολύσεις), οι οποίες όμως θα έχουν βαρύτατο κοινωνικό κόστος και αναμένεται να δημιουργήσουν πάμπολλα προβλήματα. Μάλιστα, η ΤτΕ επικαλείται εμπειρικές μελέτες του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με τις οποίες, η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων θα μπορούσε στην περίπτωση της Ελλάδος να οδηγήσει, σε βάθος δεκαετίας, σε αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 18%, μειώνοντας παράλληλα μέχρι το 2020 το δημόσιο χρέος κατά τουλάχιστον 13 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Προβλέψεις όμως που, μάλλον, αποτελούν ευχές όσων τις διατυπώνουν και οι οποίοι θα διαψευστούν πολύ εύκολα.

Πηγή: leftlab.gr

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)