to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Τζο ο τρομερός (Το άνοιγμα της κρύπτης, Μέρος 1ο)

Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο facebook στον τοίχο του Μάριου Ατζέμη. Το αναδημοσιεύουμε όχι τόσο γιατί ο συγγραφέας του δίνει μια αξιοθαύμαστη μάχη για τη ζωή, αλλά γιατί το γραπτό του αποτελεί μια οξυδερκή ματιά στον κόσμο των ουσιών και το χάσμα στην ανθρώπινη επικοινωνία.


Αυτός είναι ο τίτλος μίας πολύ καλής ελληνικής νουάρ ταινίας του 55 του Δημόπουλου ,με πρωταγωνιστές τον Ηλιόπουλο και τον Ρίζο. Αυτή έμελλε να είναι και η τελευταία ταινία που είδα μαζί με την μητέρα μου όσο είχε ακόμα τα λογικά της. Θυμάμαι ήταν Σάββατο, και την προηγούμενη μέρα είχα πουλήσει σε έναν περίεργο τύπο σχεδόν όλα μου τα βινύλια. Ανάμεσα τους υπήρχαν θησαυροί όπως το σπάνιο live του 70 των Grand Funk Railroad σε αμερικάνικη έκδοση η το δυσεύρετο πλέον LP του ελληνικού πανκ συγκροτήματος ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Τα βινύλια ήταν κτήμα μιας εποχής αναζητήσεων ,ματαιώσεων και μιας οργής που τελικά την έστρεψα εναντίον μου. Και αφού την κατέστειλα με ουσίες τώρα την ξεπούλαγα για ουσίες... Εκείνος ο τύπος είχε ένα μαγαζί με συλλεκτικούς και μη δίσκους . Στην αρχή όταν πέρασα το κατώφλι του, τρόμαξε κάπως με την όψη μου. Σιγά -σιγά όταν άρχισα να του απαριθμώ με μια φωνή σχεδόν ρομποτική ,στερημένης ψυχής και συναισθήματος ,κομμάτια της συλλογής μου η αρχική του τρομάρα αντικαταστάθηκε με την λάμψη του αρπακτικού στα μάτια του. Ακριβώς την ίδια λάμψη πού είχαν οι τοκογλύφοι που αγοράζουν όσο-όσο χρυσαφικά στην Ομόνοια και οι επίδοξοι πελάτες των κοριτσιών που είναι εξαρτημένα και έχουν βγει στο κλαρί. Όπως φεύγαν τα βινύλια από τα χέρια μου έτσι έβλεπα να με εγκαταλείπουν οριστικά συμβολοποιημένες εικόνες της εφηβείας μου. Η πρώτη συναυλία στο Αν ,ξενύχτια στον λόφο του Στρέφη, η μύηση στις ουσίες ,εκείνα τα απογεύματα στους πεζοδρόμους των Εξαρχείων που περιπλανιόμουν άσκοπα. Και η εικόνα της υπερπροστατευτικής μαμάς να με ακολουθεί παντού ,να μου δίνει συνέχεια τις ίδιες συμβουλές ,τις ίδιες ευχές ,τις ίδιες ασφυχτικές αγκαλιές ,τους συναισθηματικούς εκβιασμούς και το φορτίο των ενοχών που μόνο αυτή ήξερε να μου μεταδίδει τόσο καλά. Σταυρουδάκια και φυλαχτά κρυμμένα με τέτοια επιμέλεια στα μαύρα δερμάτινα μπουφάν μου που θα την ζήλευε κάθε ντήλερ, και προσευχές στον Θεό να προσέχει τον μονάκριβο γιό της στις σφηκοφωλιές που σύχναζε. ..

Πήρα ένα πολύ καλό ποσό τηρουμένων των αναλογιών από εκείνο τον τύπο ,πέρασα την βραδιά έξω και εντελώς κομμάτια γύρισα απόγευμα Σαββάτου σπίτι . Την βρήκα να κάθεται στην ίδια καρέκλα που φιλοξενούσε την άνοια της τον τελευταίο καιρό ,και να κοιτάζει κάπου ακαθόριστα με ένα βλέμμα χαοτικής ικεσίας προς κάτι άγνωστο και ανώτερο αλλά σίγουρα τρομακτικό. 'Ήρθα μαμά ,θα κάτσω μαζί σου''- ''Παιδί μου '' τα μάτια της βρήκαν αμέσως το χρώμα τους ,εκείνο το βαθύ ζεστό καφέ γεμάτο αγάπη και θλίψη, ανθρωπιά και πόνο, εκείνο το καφέ που δεν μπορώ να ξεχάσω... Με έλεγε παιδί της τον τελευταίο καιρό δυσκολευόταν να θυμηθεί το όνομα μου. Την αγκάλιασα και όπως πάντα δάκρυα κύλησαν από εκείνη την καφέ θάλασσα ,την θάλασσα της μητρότητας και τόσων ακυρώσεων ,τόσης μελαγχολίας ,τόσων δεινών που είχε υποφέρει από έναν καταβροχθιστικό σύζυγο και έναν πρεζάκια γιό. Όπως όλα εκείνα τα Σάββατα που ήμουν μικρός ο πατέρας πήγαινε στους φίλους του συμμαθητές από το Αβερώφειο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας για να παίξει πόκερ και ‘γω καθόμουν μαζί της και με την γιαγιά για να δούμε ελληνική ταινία ,έτσι έγινε και αυτό μόνο που τώρα ήμουν τριάντα έξη και είχα μείνει μια σκιά γεμάτη θρομβώσεις στο κορμί και στεγνός από ελπίδα και συναίσθημα. Ο τίτλος της ταινίας εμφανίσθηκε στην οθόνη και θυμήθηκα την μαμά να με λέει ''enfant terrible'', τρομερό παιδί από την εφηβεία μου και μετά. Για μια στιγμή ,μόνο για μια τόσο φευγαλέα ,τόσο μακρινή στιγμή με άγγιξε ένα κύμα θαλπωρής ,ένα ζεστό κύμα ανάμνησης της εποχής εκείνης όπου όλα ήταν πιο αθώα ,πιο απλά ,πιο ανθρώπινα, όπου δεν υπήρχαν βελόνες ,θρομβώσεις ,κυνηγητά και μαχαιριές σε άθλια στενάκια ,όπου ήμουν χωμένος στην αγκαλιά της και βλέπαμε ελληνική ταινία...

Χρειαζόταν αρκετές φορές ,παρόλο που σε κάποιες στιγμές με δυσκολία κρατούσα τα μάτια μου ανοιχτά, να της εξηγώ την πλοκή, του διαλόγους και τα τεκταινόμενα ώστε να μπορεί να παρακολουθεί χωρίς να χαθεί για πολλή ώρα σε εκείνο το απροσδιόριστα ικετευτικό κενό που βρισκόταν τον τελευταίο καιρό. Μέσες -άκρες και εντελώς τηλεγραφικά η υπόθεση περιγράφει τις περιπέτειες ενός παράνομου φτωχοδιάβολου του Τζο και του φίλου του Γαρδέλη που ανήκουν στην ίδια συμμορία. Όταν επιχειρούν να ληστέψουν το χρηματοκιβώτιο μιας πολυτελούς βίλλας με έκπληξη διαπιστώνουν ότι κάποιος πριν από αυτούς το είχε κάνει, είχε παραβιάσει τις πόρτες και είχε δηλητηριάσει τον σκύλο-φύλακα. Η ιστορία περιπλέκεται ακόμα περισσότερο όταν ο Τζο γνωρίζει μια νεαρή όμορφη μελαχρινή κοπέλα η οποία ζει σε συνθήκες αιχμαλωσίας στην βίλα αυτή ,από έναν αυταρχικό πατριό και μια αδίστακτη ετεροθαλή αδελφή. Η αιχμάλωτη κοπέλα έμοιαζε πολύ με την μαμά μου στα νιάτα της ,είχαν το ίδιο σχήμα προσώπου ,τα ίδια πυκνά μελαχρινά φρύδια και εκείνα τα μάτια με την θάλασσα των δεινών . Σε κάποια φάση η τελευταία λέει στον Τζο κάτι σαν αυτό: ''Υπάρχουν κλέφτες που τα δαχτυλικά τους αποτυπώματα δεν βρίσκονται στην σήμανση ,δεν υπάρχει φάκελος στην ασφάλεια με το όνομα τους. Είναι οι κλέφτες της χαράς μας ,αυτών που κλέβουν την ζωή μας'' Η μαμά είχε ξανά χαθεί και εγώ ένιωθα σαν να με είχε χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα. Σκέφτηκα τα λόγια εκείνης της κινηματογραφικής ηρωίδας πόσο πολύ αντιπροσωπευτικά ήταν για γυναίκες σαν την μητέρα μου ,με παρόμοιο κοινωνικό περιβάλλον το οποίο ήθελε τις γυναίκες περιορισμένες και υποτακτικές στον άνδρα ,ενώ παράλληλα η ταξική προέλευση ''επέτρεπε'' να μην εργάζονται έτσι ώστε να είναι για πάντα εξαρτημένες από τον σύζυγο -αφέντη σ' έναν ρόλο τόσο περιοριστικό και άχαρο. Θυμήθηκα όλα αυτά τα χρόνια,  την ομορφιά της να μαραίνεται απ' αυτην την εξαρτητική σχέση με τον πατέρα μου ,μια σχέση τόσο τοξική που αν μπορούσε κάποιος να την σουτάρει θα πέθαινε την ίδια στιγμή. Και μαζί της μαραινόμουν και 'γώ ,από την δικιά μου εξάρτηση ,οτιδήποτε θύμιζε πάνω μας ζωή ,μας εγκατέλειπε οριστικά και απομακρυνόταν σιωπηλά μάλλον σε εκείνο το κενό όπου ολοένα και περισσότερες ώρες κάρφωνε το βλέμμα της η μαμά. Δεν ξέρω αν εκείνη η ικεσία ήταν για να επιστρέψουν οι ακυρωμένες στιγμές της, τα συναισθήματα που οι δύο άνδρες της ζωής της (πατέρας και γιός) ποτέ μα ποτέ δεν πήραν στα σοβαρά ,η απλά παρακαλούσε τον Θεό που τόσο πίστευε -εγώ την έβριζα και την χλεύαζα γι' αυτό-να την πάρει κοντά του. Ξέρω όμως ότι παρόλο το γεμάτο τοξίνες κεφάλι μου εκείνο το βράδυ συζήτησα μαζί της ,αφού βέβαια τελείωσε η ταινία'' Τζο ο Τρομερός'', για τελευταία φορά. Μετά έπαθε το πρώτο εγκεφαλικό και εγώ μπήκα σε κοινότητα. Μου είπε για τα παιδικά της χρόνια στο Σουέζ, το Παρθεναγωγείο ,το κοινωνικό περιβάλλον στο Κάιρο κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και 'γώ την άκουγα όπως πότε δεν την είχα ακούσει ,τσακισμένος πλέον από την πρέζα, δύο τόσο απελπισμένοι και τόσο κοντινοί άνθρωποι που πέθαιναν μαζί στο ίδιο σπίτι.

Ό,τι επακολούθησε έγινε γρήγορα και το καταχώνιασα στην κρύπτη. Το εγκεφαλικό, η οικογενειακή γιατρός η οποία ήρθε εσπευσμένα και την ώρα που τις σήκωνε τα πόδια εγώ δίπλα ,ατάραχος, παγωμένος προσπαθούσα να την πείσω να μου γράψει χάπια, ο Ερυθρός που εφημέρευε ,παράτησα κι αυτήν και τον πανικόβλητο πατέρα μου ξημερώματα σ' ένα ράντζο στο διάδρομο και σαν να μην τρέχει τίποτα πήγα Ομόνοια και επέστρεψα ώρες μετά παραπατώντας... Η διακομιδή της σπίτι, η αναχώρηση μου για την ''Παρέμβαση''... Την είδα κοντά στους οχτώ μήνες μετά σε μία προσωρινή απόδραση από τον υστερικό παραλογισμό της ιδιότυπης ''φάρμας'' στην οποία είχα λανθασμένα ζητήσει καταφύγιο μέσα στην απελπισία μου. Είχε μείνει μισή ,ακινητοποιημένη ,κατάχλωμη , ως και εκείνη η ικετευτική λάμψη είχε ατονήσει. Τα μάτια της, εκείνο το βαθύ καφέ έλαμψαν όταν με είδε... Το μόνο που μπόρεσα να αρθρώσω ήταν συγνώμη... Μ' ένα καθησυχαστικό μουρμουρητό και με εκείνη τη φωνή που έχουν οι άνθρωποι μετά από τέτοια επεισόδια μου ψιθύρισε πως'' οι μαμάδες δεν κρατάνε πότε κακία στα παιδία τους, πάντα τα συγχωρούνε, πάντα τ' αγαπάνε''. Τουλάχιστον έτσι άκουσα. Έτσι ήθελα ν' ακούσω. Έτσι έπρεπε ν' άκουσω. Πέντε μήνες αργότερα και ενώ σε μία βδομάδα ολοκλήρωνα την κοινότητα πήρε τηλέφωνο ο πατέρας μου, ήταν Παρασκευή βράδυ θυμάμαι.. . Μου μίλησε αγγλικά ,όταν δυσκολευόταν συναισθηματικά πάντα μιλούσε αγγλικά ,ίσως ένα από τα πολλά κουσούρια που του είχε αφήσει το καθηγητηλίκι στο Κολλέγιο Αθηνών.-''its the countdown''μου είπε, το ψιθύρισε σχεδόν... Είχα ανέβει ιεραρχικά πλέον, ήμουν τώρα από αυτούς που κατάτρεχε τους άλλους στην φάρμα, είχα προνόμια. Έτσι μπόρεσα να βρεθώ στο ''Σωτηρία'' και να την δω να ξεψυχάει.-''Έχει ν' ανοίξει τα μάτια της δύο βδομάδες'' πάλι σχεδόν ψιθυριστά μου ανακοίνωσε ο πατέρας μου με πένθιμη σοβαρότητα, σαν να φοβόταν να διαταράξει κάτι ,κάτι ακαθόριστο και οριστικό. Μπήκα στο δωμάτιο και ξεστόμισα με βαθιά φωνή: ''Είμαι ο Μάριος, το παιδί σου ''. Η μητέρα άνοιξε τα μάτια της .Με κοίταξε. Η αγωνία της με διαπέρασε ,με τίναξε, μου ξέσκισε την ψυχή. Ήμουν κοντά έντεκα μήνες καθαρός. Ενιωθα. Τα ξανάκλεισε. Κάτι άδειασε απότομα μέσα μου. Ο πατέρας μου είχε μείνει βουβός και ακίνητος. Δεν ψιθύριζε πλέον. Τόσα χρόνια ψιθύρων ήταν αρκετά. Περάσαμε στη σιωπή. Φύγαμε μετά από λίγο. Πέθανε απόγευμα την επόμενη μέρα.. .Στην κοινότητα βλέπαμε DVD, την καθιερωμένη ταινία του Σαββάτου ...

Στην κηδεία της είδα για πρώτη φορά τον πατέρα μου να κλαίει. Και όταν οι Αιγυπτιώτες φίλοι του, τον ρωτούσαν από τι πέθανε η Όλγα μου ερχόταν στο μυαλό μια στιχομυθία από ένα θεατρικό του Μπέκετ ΄΄Από τι πέθανε η μαμά Πεγκ?''- ''Από σκοτάδι...''

Υ.Γ. Δεν μπόρεσα ποτέ να ξαναδώ εκείνη την ταινία τον ''Τζο τον Τρομερό''. Ούτε θέλω κανένας να με αποκαλέσει ξανά ''τρομερό παιδί'' όπως η μητέρα. Ο πατέρας πέθανε εφτά μήνες μετά και ενώ βρισκόμουν σε βαριά υποτροπή. Πρώτη φορά τους έκλαψα και τους δύο στο κλειστό στις ''Πράξεις''. Τους τελευταίους πέντε μήνες έχω γυρίσει ,μετά από δύο χρόνια ιδιότυπης κοινοβιακής ζωής ,στο πατρικό μου. Είναι αλήθεια ότι πενθώ, ο νιώθω σε κάθε μου κίνηση, το αφουγκράζομαι σε κάθε μου σκέψη. Και αυτό μερικές φορές είναι πολύ απελευθερωτικό. Έχω ανοίξει την κρύπτη. Νοιώθω πιο ζωντανός από ποτέ. Τα χρώματα της ζωής έχουν επιστρέψει θριαμβευτικά πάνω μου ,γεμίζουν τις μέρες μακριά από ικετευτικά κενά και παρωδίες σχέσεων. Είναι η πρώτη φορά που κάνω όνειρα τα οποία περιλαμβάνουν δημιουργία και εξέλιξη όπως και ανθρώπους που αγάπησα πραγματικά αυτά τα χρόνια στην απεξάρτηση. Με δυσκολίες και σκαμπανεβάσματα ,με ματαιώσεις και πληρότητα είμαι 962 μέρες καθαρός σήμερα. Αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο στην μνήμη της μητέρας μου Ολγας. Το παιδί της ο Μάριος...

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)