Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Σαμνιτικού πολέμου, περί το 321 π.Χ., το ρωμαϊκό στράτευμα υπέστη ολοκληρωτική ήττα από τους Σαμνίτες. Η τοποθεσία της εν λόγω μάχης ήταν κοντά στην πόλη Καύδιον απ' όπου περνούσε η Αππία Οδός. Ο νικητής στρατηγός, Πόντιος Ερέννιος, διέταξε να κατασκευαστεί ένας «διάδρομος» απ' τα δόρατα των νικημένων με συνεχόμενα ζυγώματα τύπου «Π». Μέσα απ' αυτόν τον ιδιότυπο «διάδρομο» αναγκάστηκαν να περάσουν οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι, και έκτοτε έμεινε στην ιστορία η φράση «περνάει κάτω απ' τα καυδιανά δίκρανα» που σημαίνει για κάποιον ότι βιώνει την ταπείνωση. Ποιος όμως περνάει σήμερα κάτω απ' τα καυδιανά δίκρανα της μάχης που έδωσε η χώρα μας με τους εταίρους της; Η ελληνική κυβέρνηση ή το ευρωπαϊκό οικοδόμημα; Ο ελληνικός λαός ή τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ενωμένη Ευρώπη; Η ελληνική υπερηφάνεια ή το δημοκρατικό πολίτευμα;

Στις 5 Ιουλίου ο ελληνικός λαός ψήφισε υπέρ του Όχι στο δημοψήφισμα που προκάλεσε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. και των ΑΝ.ΕΛΛ. Πριν το δημοψήφισμα Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και σύσσωμο το παλαιό πολιτικό σύστημα της χώρας μας, υποστήριζαν ότι το Όχι θα σημάνει την έξοδο της Ελλάδας απ' την Ευρωζώνη και τη θέσπιση εθνικού νομίσματος. Παράλληλα, ο Έλληνας πρωθυπουργός υποστήριζε ότι το Όχι θα σημάνει την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων και την ενίσχυσή τους υπέρ της ελληνικής πλευράς. Η μία απ' τις δύο πλευρές έλεγε ψέματα και, τώρα που το δημοψήφισμα αποτελεί πια παρελθόν, οφείλουμε να αναλογιστούμε: τι απ' τα δύο βλέπουμε να ισχύει;

Το δημοψήφισμα ήταν προϊόν πολιτικής ιδιοφυΐας, καθώς διεμβόλισε το παλαιό πολιτικό κατεστημένο της χώρας μας, απαξίωσε όλους αυτούς που θέλησαν να τρομοκρατήσουν τους πολίτες, απέδειξε τον ανέντιμο ρόλο που υπηρέτησαν τα καθεστωτικά ΜΜΕ όλ' αυτά τα χρόνια και διέψευσε τις περισσότερες δημοσκοπήσεις θέτοντας σοβαρά ερωτήματα για την εγκυρότητά τους. Ταυτόχρονα, έδειξε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο στο εξωτερικό ότι οι Έλληνες διαφωνούν με την κυρίαρχη πολιτική τακτική της Ε.Ε. και προκάλεσε πανευρωπαϊκές συγκεντρώσεις αλληλεγγύης υπέρ της Ελλάδας που είχαμε να δούμε απ' τα χρόνια της δικτατορίας. Ωστόσο, ασφαλώς και δεν έκαμψε τον ολοκληρωτισμό της Γερμανίας και την αποθέωση της θρησκείας του χρήματος...

Αναμφισβήτητα υπάρχει διάχυτη η γεύση της πίκρας. Πολλοί συμπολίτες μας αισθάνονται απογοήτευση μέχρι και κατάθλιψη για τη συμφωνία της 13ης Ιουλίου. Υπάρχουν και αυτοί που επιχαίρουν. Θα έχουν τους λόγους τους... Κανένας όμως, απ' την πλευρά της κυβέρνησης, δεν έκανε λόγο για επιτυχία. Και αυτό θα πρέπει να το συγκρίνουμε με τις προηγούμενες ελληνικές ηγεσίες που, κόντρα στην κοινή λογική, διαφήμιζαν τις συμφωνίες τους ως τις πλέον επιτυχημένες. Τις «ατσαλάκωτες» εκείνες ηγεσίες, που δεν προσπάθησαν σε καμία περίπτωση όσο (αποδεδειγμένα προσπάθησε) η σημερινή ηγεσία της χώρας για μια καλύτερη προοπτική. Αυτή είναι μια ειδοποιός διαφορά, ενώ δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε Έλληνα πρωθυπουργό που να λέει την αλήθεια στους συμπολίτες του.

Η σκληρή και άδικη αυτή συμφωνία είναι σε εξέλιξη. Μας δοκιμάζει όλους μας ιδεολογικά και πρακτικά. Κάποιοι προτάσσουν την ιδεολογία τους, άλλοι τις πρακτικές υποθέσεις τους και αμφότεροι, εν πολλοίς, επιλέγουν τη διαφοροποίηση. Έχω την αίσθηση ότι η ανιδιοτέλεια επιλέγει τη συμπόρευση. Διότι ποιοι είναι αυτοί που θα είχαν το μεγαλύτερο πρόβλημα εφόσον δεν πετυχαίναμε καμία συμφωνία; Θα ήταν αυτοί που έχουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό; Θα ήταν ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί, οι βουλευτές, οι περιφερειάρχες και οι δήμαρχοι; Θα ήταν, γενικώς, οι οικονομικά ευκατάστατοι πολίτες της χώρας μας; Όχι βέβαια. Αυτοί που θα είχαν το μεγαλύτερο πρόβλημα σε περίπτωση μη συμφωνίας, είναι οι άνθρωποι του μόχθου και της βιοπάλης - οι μη προνομιούχοι Έλληνες. Γι' αυτό λοιπόν η άδικη και σκληρή αυτή συμφωνία αποτελεί μια γενναία απόφαση του κυβερνητικού επιτελείου που δεν επιδεχόταν εναλλακτικών. Τουλάχιστον όχι σε αυτό το χρονικό σημείο.

Τα καυδιανά δίκρανα έμειναν στην ιστορία ως ντροπή για το ρωμαϊκό στράτευμα. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε ότι μετά απ' αυτήν την ταπεινωτική ήττα, οι ρωμαϊκές λεγεώνες κυριάρχησαν ανά τον κόσμο καθιστώντας έτσι τη Ρώμη πανίσχυρη αυτοκρατορία. Δεν θέλω φυσικά να πω ότι με τον ίδιο τρόπο θα γίνουμε και εμείς οι ηγεμόνες της Ευρώπης. Αυτό που θέλω όμως να πω είναι ότι μετά απ' αυτήν την -το επαναλαμβάνω- άδικη και σκληρή συμφωνία, έχουμε μπροστά μας ευρύ πεδίο δράσης και αναδιοργάνωσης. Έχουμε μπροστά μας την επιβολή των εγχώριων οικονομικών συμφερόντων, την υποκινούμενη και δόλια δημοσιογραφία, τη δικαιοσύνη που δυσλειτουργεί, τη διαφθορά που ζει και βασιλεύει. Αυτά και άλλα πολλά ζητούμενα της καθημερινότητάς μας, δείχνουν ότι ο πόλεμος δεν έχει χαθεί αλλά ότι τώρα αρχίζει. Και σε αυτόν τον πόλεμο δεν μπορεί να απουσιάζει κανείς.

Ας αναλογιστούμε όμως πως τίποτε δεν είναι όπως πρώτα. Η δημοκρατική Ευρώπη (γιατί ναι, υπάρχει και η δημοκρατική Ευρώπη) βρίσκεται σε αναβρασμό. Ακόμη και πολιτικές δυνάμεις εντός της Γερμανίας αμφισβητούν πλέον τα δόγματα του Σόιμπλε και ορθώνουν το πολιτικό τους ανάστημα. Στην Ισπανία θα κριθούν πολλά απ' τις αναμενόμενες εκλογές του φθινοπώρου, όπου ενδεχόμενη επικράτηση των Podemos θα άλλαζε σημαντικά τον πολιτικό χάρτη της Ε.Ε. Η Ιταλία ανησυχεί για το δικό της χρέος, που φαντάζει ως «ωρολογιακή βόμβα» στα θεμέλια της Ευρωζώνης, ενώ παρόμοιοι προβληματισμοί κυριαρχούν και στη γαλλική πολιτική σκηνή. Το ΔΝΤ επιμένει ότι το ελληνικό χρέος χρειάζεται σημαντική ελάφρυνση προκειμένου η τρέχουσα συμφωνία να υλοποιηθεί και παράλληλα ζητάει περίοδο χάριτος 30 ετών για την αποπληρωμή του. Πολύ σύντομα η Ελλάδα, που άνοιξε τον δρόμο αυτής της συζήτησης, δεν θα είναι μόνη της και τότε όλα τα σημερινά δεδομένα θα μετατραπούν σε αμφιβολίες...

Η ταπείνωση λοιπόν δεν βρίσκεται και δεν πρέπει να βρίσκεται επί ελληνικού εδάφους. Η ιστορία θα γράψει πως τα καυδιανά δίκρανα αυτής της μάχης, που δόθηκε εντός της Ευρωζώνης, τα πέρασαν η Δημοκρατία, η Ισοτιμία και η Δικαιοσύνη. Αυτές είναι οι αρχές που ταπεινώθηκαν απ' τη συμφωνία της 13ης Ιουλίου και όχι η ελληνική αντιπροσωπεία που γύρισε πίσω με λαβωμένους τους περήφανους μαχητές της.