to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Η Αριστερά να θέσει την ατζέντα για την αλλαγή της Ευρώπης

Άρθρο στην Κυριακάτικη εφημερίδα «Εποχή», στο πλαίσιο αφιερώματος στην Ευρωομάδα της Αριστεράς GUE/NGL, υπογράφει ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, αναφορικά με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις στη μετά – Brexit εποχή και το ρόλο της Αριστεράς στο νέο πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται στην ΕΕ.


Η Ευρωζώνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκονται ενώπιον μιας βαθύτατης θεσμικής, πολιτικής και οικονομικής κρίσης. Βασικοί πρωταγωνιστές αυτής της κρίσης είναι οι συντηρητικές δυνάμεις που την δημιούργησαν, οι οποίες επιμένουν στην πιστή εφαρμογή των ίδιων αποτυχημένων πολιτικών, που δεν αφουγκράζονται τις ανησυχίες της ευρωπαϊκής κοινωνίας, «κλείνοντας το μάτι» στις ακροδεξιές και ξενοφοβικές δυνάμεις που αξιοποιούν έντεχνα ως δεκανίκι τους.

Ο σκληρός νεοφιλελεύθερος πυρήνας της Ευρωζώνης κατάφερε να ζητήσει την επιβολή κυρώσεων προς την Ισπανία και την Πορτογαλία, κυρώσεις που πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν στο αμέσως επόμενο διάστημα. Πίεση ασκήθηκε και στη Γαλλία, αλλά και στην Ιταλία, με αμφότερες να αντιμετωπίζουν ζητήματα αποκλίσεων από τους στόχους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Σε ένα τέτοιο ασφυκτικό περιβάλλον, είναι προφανές ότι η στρατηγική επιλογή της Ευρωζώνης για επίμονη λιτότητα και η εμμονική προσκόλληση στην τυπολατρία των οικονομικών δεικτών πρέπει να αλλάξει άρδην προς όφελος μιας πολιτικής ανάπτυξης και ενίσχυσης της κοινωνικής και περιφερειακής συνοχής.

Το Σύμφωνο Ανάπτυξης και Σταθερότητας δεν λειτουργεί

Το ευρωπαϊκό πολιτικό και οικονομικό μοντέλο, όπως το γνωρίζουμε από το 2008 και μετά, δεν είναι ελκυστικό στους πολίτες, ούτε αποτελεσματικό για την άσκηση δημόσιας πολιτικής. Τόσο σε εκθέσεις και έρευνες της Κομισιόν, όσο και σε αντίστοιχες μελέτες κέντρων ερευνών, διαπιστώνουμε πως οι πολίτες αμφισβητούν όλο και πιο έντονα το υπάρχον πλαίσιο άσκησης πολιτικής της ΕΕ.

Η γερμανική πολιτική των συγκρατημένων ελλειμμάτων και οι συνεχείς περικοπές στον κρατικό προϋπολογισμό για την εξυπηρέτηση αυτών των στόχων, χωρίς καμία απολύτως πρόνοια για τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στην κοινωνική συνοχή και ευημερία των πολιτών φάνηκαν πρώτα και κύρια στην περίπτωση τηςΕλλάδας, όπου από το 2010 και για τέσσερα χρόνια εφαρμόστηκαν πολιτικές που διέλυσαν τα αδύναμα και μεσαία στρώματα, εκτίναξαν τα ποσοστά ανεργίας και φτώχειας, όξυναν τις κοινωνικές εντάσεις.

Αντίστοιχες πολιτικές, με ηπιότερο χαρακτήρα, εφαρμόστηκαν στην Ισπανία και την Πορτογαλία, ενώ τόσο η Γαλλία όσο και η Ιταλία αποτελούν «βραδυφλεγείς βόμβες».

Η μεν Γαλλία, ήδη από το 2011, αδυνατεί να συγκρατήσει τα κρατικά της ελλείμματα, ενώ τα δομικά τραπεζικά προβλήματα της Ιταλίας οφείλουν να αντιμετωπιστούν με κύριο γνώμονα την προστασία των καταθετών.

Και στις έξι αυτές περιπτώσεις –Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Γαλλία- οι συνέπειες των πολιτικών λιτότητας και η επιμονή στους παρωχημένους στόχους του Συμφώνου Ανάπτυξης και Σταθερότητας είναι πιο έντονες από ποτέ.

Αποεπένδυση, ανεργία, φτώχεια, κοινωνικές εντάσεις, άνοδος ακροδεξιών και λαϊκιστικών δυνάμεων, με ένα κοινωνικό κράτος που παλεύει να ορθοποδήσει.

Το αμέσως επόμενο διάστημα θα ενταθούν οι πρωτοβουλίες για αναθεώρηση του Συμφώνου προκειμένου να καταστεί ένας «οδικός χάρτης» με ισχυρό κοινωνικό πρόσημο, όχι απλώς ένας ρυθμιστικός μηχανισμός, αρνητικά φορτισμένος, που θα αποτελεί «πυξίδα» κυρώσεων για τους «αποκλίνοντες» και τα «κακά παιδιά» της ΕΕ.

Η προσπάθεια αυτή θα πρέπει να αναγνωρίζει επίσης το ευρύτερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, τις προκλήσεις της εποχής σε ευρωπαϊκή, αλλά και παγκόσμια κλίμακα, στοχεύοντας στην τόνωση της ανάπτυξης και της παραγωγής, στην ενδυνάμωση της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.

Η Αριστερά να διαμορφώσει την ατζέντα

Μέσα σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο με αρνητικούς συσχετισμούς, με τις συντηρητικές και ακροδεξιές δυνάμεις να αλληλοτροφοδοτούν τον δημόσιο διάλογο με μια διαρκώς διχαστική και διαλυτική ρητορική, η Αριστερά οφείλει να ανατροφοδοτήσει τους συσχετισμούς δύναμης και να καθορίσει την ατζέντα με τα εργαλεία που παρέρχονται στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Οι συμμαχίες με τις πιο προοδευτικές δυνάμεις τις σοσιαλδημοκρατίας που δεν ασπάζονται και μάχονται τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, όπως και με τους Πράσινους, «χτίζονται» βήμα-βήμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Ο δίαυλος επικοινωνίας που έχει ανοίξει συσσωρεύει την εμπειρία χρόνων στο επίπεδο της κινηματικής πολιτικής και στηρίζεται στην αναζήτηση ενός διαφορετικού μοντέλου άσκησης οικονομικής πολιτικής, που θα ενισχύει την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, θα προστατεύει τις κοινωνικές ομάδες που έχουν πληγεί από την μακροχρόνια κρίση και θα επαναφέρει στο επίκεντρο του διαλόγου τις ιδρυτικές αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πρωτεργάτης αυτών των προσπαθειών είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, που ήδη από το 2014 επενδύει στον συνεχή διάλογο και στην διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με τις παραπάνω δυνάμεις. Η στρατηγική που αναπτύσσεται δεν αφορά μονάχα δυνάμεις από τις χώρες που έχουν πρωτίστως πληγεί από την οικονομική κρίση, αλλά «απλώνεται» σε όσες το δυνατόν περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι συνθήκες που επικρατούν εντός τόσο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσο και ξεχωριστά σε κάθε έναν από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, καθιστούν απαραίτητη την συστράτευση του κόσμου της εργασίας και των κινημάτων σε μια σειρά από φλέγοντα ζητήματα, από το TTIP και την CETA, την διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, τα πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα, μέχρι την ενίσχυση των πολιτικών συνοχής και τις σχέσεις που οφείλει να έχει η ΕΕ με τρίτα κράτη που βρίσκονται στο ευρύτερο γεωγραφικό της περιβάλλον.

Το Brexit αποκρυσταλλώνει τα πολιτικά διλήμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος αποτελεί ηχηρό «χαστούκι» στις πολιτικές της ΕΕ και τις δυνάμεις που τις έχουν επιβάλλει και τις ενστερνίζονται. Αποτελεί επίσης και ήττα για τους πολιτικούς ηγέτες που οδήγησαν την Μεγάλη Βρετανία εκτός ΕΕ –Κάμερον και Φάρατζ- που αμέσως μετά έβαλαν την ουρά στα σκέλια και αποχώρησαν από το πολιτικό σκηνικό χωρίς να αναλάβουν τις ευθύνες τους.

Η διαχείριση του αποτελέσματος και όσων έπονται σε θεσμικό και πολιτικό επίπεδο για την ΕΕ απαιτεί σύνεσηκαι κυρίως αναγνώριση των αποτυχημένων πολιτικών λιτότητας τόσο από τις Βρυξέλλες, όσο και από το Βερολίνο. Η μέχρι τώρα αντίδραση από την πλειοψηφία των Ευρωπαίων ηγετών δεν γεννά αισιοδοξία και δείχνει ότι τα «μηνύματα» από τα βρετανικό δημοψήφισμα δεν έχουν ερμηνευτεί κατάλληλα.

Από την άλλη, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που αποτελούν μέρος του προβλήματος, δεν μπορούν να αποτελούν και μέρος και της λύσης. Και αυτό δεν ισχύει μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά συνολικά αφορά ολόκληρη την ΕΕ και την Ευρωζώνη.
*Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)